Στον αυξημένο κίνδυνο να χρεοκοπήσουν κράτη αναφέρεται σε σημερινό δημοσίευμά της η έγκυρη γερμανική εφημερίδα «Die Zeit». Σε άρθρο του Mark Schieritz με τίτλο «Υπό απειλή» και υπότιτλο «Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, είναι και πάλι πιθανές οι χρεοκοπίες κρατών – ένας νέος κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία» η εφημερίδα αναφέρεται στην αύξηση των πιθανοτήτων κρατικής χρεοκοπίας, κυρίως λόγω της διόγκωσης του δημοσίου χρέους.
Tο απόσπασμα του δημοσιεύματος που αναφέρεται στην Ελλάδα έχει ως εξής:
«Oσες περικοπές κι αν κάνουν όμως οι χώρες σε κρίση, το χρέος συνεχίζει να μεγαλώνει. Για παράδειγμα, η Ελλάδα. Μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια έχει κανονιστεί πού θα πρέπει η χώρα να επιφέρει περικοπές. Οι Eλληνες θα πρέπει να εφαρμόσουν “μια εκτεταμένη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση”, να περικόψουν τους μισθούς στο δημόσιο τομέα, να αυξήσουν τους φόρους και να ιδιωτικοποιήσουν τις κρατικές επιχειρήσεις. Κάθε τρεις μήνες φτάνει στην Αθήνα ένα κλιμάκιο ελεγκτών και εξετάζει την πρόοδο που έχει γίνει. Η κυβέρνηση καταβάλλει προσπάθειες, αλλά δεν πετυχαίνει τους στόχους. Τα φορολογικά έσοδα υστερούσαν στα τέλη Φεβρουαρίου κατά ένα δισ. ευρώ σε σχέση με το πρόγραμμα.
Η περίπτωση της Ελλάδας δείχνει πόσο γρήγορα μπορεί να χαθεί η εμπιστοσύνη. Μέχρι πριν από δύο χρόνια οι επενδυτές ήταν πρόθυμοι να δανείσουν στους Έλληνες “ζεστό” χρήμα. Τώρα η χώρα είναι αποκομμένη από τις κεφαλαιαγορές – και μάλιστα για περισσότερο χρόνο απ’ όσον υπολόγιζε. Στην πραγματικότητα, οι Eλληνες θα έπρεπε του χρόνου να δανειστούν από επενδυτές 26,7 δισ. ευρώ. Αλλά αυτό δεν το πιστεύει πλέον κανείς. Είναι “εξαιρετικά απίθανο” να έχει η χώρα το 2012 πρόσβαση στις αγορές, λένε ευρωπαϊκοί κυβερνητικοί κύκλοι. Αν οι Eλληνες δεν λάβουν μέχρι τότε νέα δανειακή βοήθεια, θα πρέπει να κηρύξουν πτώχευση.
Θα είναι δύσκολο να πεισθούν οι Γερμανοί να στείλουν και άλλα χρήματα φορολογουμένων στο Νότο, όπως και οι αναπτυσσόμενες χώρες, που συμμετέχουν στη βοήθεια μέσω του ΔΝΤ. Ακόμα και η όρεξη της Αθήνας θα είναι πιθανότατα περιορισμένη. Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση εξαρτάται από τις δόσεις του δανείου, για να χρηματοδοτεί τη λειτουργία του κράτους. Του χρόνου όμως θα μπορεί μάλλον να καλύπτει η ίδια τα έξοδα για τους μισθούς, την κοινωνική ασφάλιση και τις υποδομές.
Η χώρα χρειάζεται επιπλέον χρήματα για να αποπληρώσει τα λήγοντα κρατικά ομόλογα και τα τοκοχρεολύσια. Μεγάλο μέρος αυτών των χρημάτων όμως θα έφευγε στο εξωτερικό, επειδή πολλά από τα κρατικά ομόλογα τα κατέχουν ξένες τράπεζες. Πολύ πιθανό η Αθήνα να αφήσει άδειες τις τράπεζες, παρά να βάλει τη θηλιά νέων δανείων και να εκχωρήσει και άλλη εθνική κυριαρχία στις Βρυξέλλες. Από τώρα κιόλας εκδηλώνονται πολλές αντιδράσεις για όσα επιβάλλει η ΕΕ.
Το ενδεχόμενο πτώχευσης της Ελλάδας θεωρείται στο μεταξύ αντιμετωπίσιμο. Η ΟΝΕ είναι πλέον καλύτερα εξοπλισμένη απ’ ό,τι πριν από ένα χρόνο. Υπάρχει ένας μηχανισμός διάσωσης, που μπορεί να λειτουργήσει, αν κινδυνεύσουν να “κολλήσουν” και άλλες χώρες. Πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα – πρόσφατα η Commerzbank στη Γερμανία – μπόρεσαν να αυξήσουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια. “Μια στάση πληρωμών στην Ελλάδα δεν θα αναποδογυρίσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα”, δηλώνει ο διευθύνων σύμβουλος μιας μεγάλης τράπεζας.
Αν και για την ΕΕ η αναδιάρθρωση χρέους δεν τίθεται επισήμως ως ζήτημα, ήδη κυκλοφορούν τα πρώτα σενάρια. Γίνεται λόγος για επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής ή για εθελοντική παραίτηση από τις απαιτήσεις. Εσωτερικές εκτιμήσεις θεωρούν πιθανά και άλλα βήματα, όπως τη διαγραφή 40 με 50% των απαιτήσεων των πιστωτών, προκειμένου η χώρα να πατήσει και πάλι στα πόδια της. Οίκοι αξιολόγησης στοιχηματίζουν ακόμα και σε περικοπή μέχρι 70%. Σ’ αυτή την περίπτωση η Γερμανία θα έπρεπε να επωμιστεί το μεγαλύτερο βάρος. Τα τεράστια ποσά καταθέσεων των γερμανών πολιτών επενδύθηκαν και στην Ελλάδα, το γερμανικό κράτος φέρει το κύριο βάρος της δανειακής βοήθειας, που σε περίπτωση χρεοκοπίας επίσης δεν θα αποπληρωθούν πλήρως και η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος μεριδιούχος της ΕΚΤ, που επαναγόρασε ελληνικά κρατικά ομόλογα αξίας περίπου 40 δισ. ευρώ.
Στο τέλος, η χρεοκοπία των Ελλήνων μπορεί να κοστίσει ακριβότερα από τη διάσωσή τους».