Η χρεοκοπία της FTI Touristik, του 3ου μεγαλύτερου tour operator της Ευρώπης, μπορεί να μην αφήνει εμφανή σημάδια στον ελληνικό τουρισμό, έστω και αν ακόμη μένει να δούμε την πλήρη καταγραφή των συνεπειών, εντούτοις αυτό που σίγουρα προκαλεί είναι μία «παγωμάρα» στην αγορά. Και όπως σημειώνουν παράγοντες του κλάδου, σε μία περίοδο που οι πληρότητες είναι κάτι περισσότερο από ικανοποιητικές, ήρθε η εν λόγω χρεοκοπία να βροντοφωνάξει με ηχηρό τρόπο ότι τίποτε δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο.
Όταν πτωχεύει μία επιχείρηση με τόσο μεγάλο τζίρο και τόσο ισχυρό πελατολόγιο, σημειώνουν, όλα είναι πιθανά.
Πολλές επιχειρήσεις του κλάδου, κυρίως ξενοδοχειακές, αρχίζουν να αναθεωρούν την εμπορική τους πολιτική, προκειμένου να αμυνθούν σε πιθανές νέες χρεοκοπίες. Αυτό μπορεί μεσοπρόθεσμα να σημάνει και την αύξηση των τιμών σε παρεχόμενες υπηρεσίες, προκειμένου να καλυφθούν πιθανές επισφάλειες, ενώ θεωρείται δεδομένο ότι θα αλλάξει και η εμπορική πολιτική, δηλαδή θα ζητούνται περισσότερες εξασφαλίσεις από τους tour operators για να κλείνουν οι συμφωνίες.
Και οι δύο αυτές παράμετροι είναι σίγουρο ότι θα πληγώσουν την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού από τη μία, αλλά από την άλλη θα θωρακίσουν τις επιχειρήσεις απέναντι σε πιθανά «κανόνια».
Με όποιον ξενοδόχο ή παράγοντα της τουριστικής αγοράς και να μιλούσες το τελευταίο 48ωρο, αυτό που θα σου έλεγε είναι ότι υπάρχουν πολλά ανάλογα γεγονότα τα οποία θα μπορούσε να αγνοήσει κάποιος.
Το πιο σημαντικό γεγονός που ταρακούνησε την αγορά ήρθε τον Σεπτέμβριο του 2019. Τότε έσκασε το μεγαλύτερο «κανόνι» στην ιστορία του ευρωπαϊκού τουρισμού, με τη χρεοκοπία του παλαιότερου βρετανικού tour operator, της εταιρείας Thomas Cook, που είχε στις πλάτες της ιστορία 178 χρόνων.
Οι επιπτώσεις από την Thomas Cook ήταν πολύ σημαντικές και ελάχιστα ταυτίζονται με αυτές της FTI Touristik. Και στις δύο περιπτώσεις η χρεοκοπία δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Και οι δύο tour operators είχαν δώσει σαφή σημάδια ότι κάτι συμβαίνει, καθώς και ο βρετανικός οργανισμός όσο και ο γερμανικός βρίσκονταν σε αναζήτηση χρηματοδοτικών λύσεων για να καλύψουν ελλείμματα.
Η μεγάλη διαφορά είναι ότι στην περίπτωση της Thomas Cook τα μεγέθη ήταν πολύ μεγάλα για τον ελληνικό τουρισμό και η απεμπλοκή όχι εύκολη. Στην περίπτωση της FTI τα πράγματα ήταν ευκολότερα.
Η Thomas Cook ήταν ένας τουριστικός οργανισμός που έφερνε περί το ένα εκατομμύριο τουρίστες στην Ελλάδα σε ετήσια βάση, είχε επενδύσει και σε εννέα ξενοδοχεία άμεσα και με franchise σε ακόμα 39, ενώ συνεργαζόταν και με εκατοντάδες άλλα ξενοδοχεία σε όλη τη χώρα. Οι πρώτοι υπολογισμοί έκαναν τότε λόγο για ένα «φέσι» 500 εκατ. ευρώ, ενώ συνολικά τα συμβόλαια για όλο το 2019 έφταναν το 1 δισ. ευρώ.
Στην περίπτωση της Thomas Cook, οι εγκλωβισμένοι στη χώρα μας τουρίστες ήταν πάνω από 40.000. Οι περιοχές που είχαν το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η Κρήτη, η Ρόδος, η Κως, η Σκιάθος, η Κέρκυρα και η Ζάκυνθος.
Στην περίπτωση της FTI τα νούμερα είναι πολύ μικρότερα. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα βρίσκονται, όπως προαναφέρθηκε, περί τους 7.500 τουρίστες σε περίπου 250 ξενοδοχεία, οι διακοπές των οποίων θα ολοκληρωθούν χωρίς κανένα πρόβλημα. Οι ταξιδιώτες αυτοί θα μπορέσουν να ολοκληρώσουν τις διακοπές τους και να επιστρέψουν στη Γερμανία κανονικά, χωρίς να επηρεαστούν από την πτώχευση της FTI.
Πέρυσι μέσω του FTI ταξίδεψαν στην Κρήτη περίπου 150 χιλιάδες τουρίστες. Φέτος περιμέναμε να έρθουν περίπου 80 χιλιάδες, οι οποίοι, όπως εκτιμάται, θα φτάσουν στον προορισμό τους, καθώς επισημαίνεται ακόμη ότι τα πακέτα διακοπών των επισκεπτών από τη Γερμανία στη χώρα μας από την εν λόγω εταιρεία έχουν ήδη εξοφληθεί ή προπληρωθεί, άρα έχει αποφευχθεί ο κίνδυνος μη πληρωμής των ξενοδόχων και άλλων εμπλεκόμενων επιχειρήσεων.