Τη διατήρηση της διάταξης που έδινε έκπτωση από το φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων για δαπάνες ενεργειακής, λειτουργικής και αισθητικής αναβάθμισης ακινήτων έως 16.000 ευρώ και για το 2025 ζητά η ΠΟΜΙΔΑ.
Το θέμα τέθηκε σε συνάντηση με τον υφυπουργό Οικονομικών Γιώργο Κώτσηρα, με τον υφυπουργό να δεσμεύεται να εξετάσει το θέμα, όπως μεταφέρουν πηγές της Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ακινήτων.
Σημειώνεται ότι το μέτρο έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2024 (για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν το 2024) και όσοι φορολογούμενοι πραγματοποίησαν πέρυσι δαπάνες για ανακαίνιση των ακινήτων τους εφόσον καλύπτουν τις προϋποθέσεις θα κερδίσουν έκπτωση φόρου έως 3.200 ευρώ για πέντε χρόνια αρχής γενομένης από φέτος.
Το μέτρο ενεργοποιήθηκε το 2020 και αρχικά η έκπτωση αφορούσε το 40% των δαπανών ανακαίνισης. Στη συνέχεια στο τέλος του 2023, η έκπτωση επεκτάθηκε στο 100% των δαπανών έως 16.000 συμπεριλαμβάνοντας τόσο υλικά όσο και εργατικά, δίνοντας ετήσια μείωση του φόρου εισοδήματος έως και 3.200 ευρώ για πέντε χρόνια. Για τη μείωση του φόρου οι δαπάνες αγοράς υλικών που λαμβάνονται υπόψη δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 1/3 της δαπάνης εκτέλεσης εργασιών που αναγνωρίζεται.
Το ανώτατο όριο έκπτωσης των 16.000 ευρώ, επιμερίζεται σε μια πενταετία και κάθε χρόνο μειώνεται ο φόρος εισοδήματος κατά 3.200 ευρώ και μέχρι να συμπληρωθεί το ανώτατο όριο των 16.000 ευρώ, σε 5 χρόνια, ή αν το κόστος της ανακαίνισης είναι χαμηλότερο, η μείωση του φόρου επιμερίζεται ανάλογα.
Οι «κόφτες»
Στην απόφαση με τους όρους και τις προϋποθέσεις χορήγησης της έκπτωσης υπήρχαν διάφοροι κόφτες όπως:
– Οι δαπάνες για την αγορά αγαθών και τη λήψη υπηρεσιών που σχετίζονται με την ενεργειακή, λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση κτιρίων, μειώνουν ισόποσα κατανεμημένες σε περίοδο πέντε ετών, τον φόρο εισοδήματος των φυσικών προσώπων, μέχρι του αναλογούντος φόρου για κάθε φορολογικό έτος. Αν το ποσό της μείωσης που δικαιούται ο φορολογούμενος για το οικείο φορολογικό έτος είναι μεγαλύτερο από τον φόρο που αναλογεί, το πλεονάζον ποσό δεν επιστρέφεται, δεν συμψηφίζεται με άλλη φορολογική υποχρέωση, δεν μεταφέρεται και δεν εκπίπτει σε επόμενο φορολογικό έτος, δεν μεταφέρεται προς έκπτωση στον άλλο σύζυγο ή στο έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης.
– Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας το ανώτατο συνολικό όριο εκπιπτόμενης δαπάνης και η έκπτωση του φόρου εισοδήματος περιορίζονται με βάση το ποσοστό πλήρους κυριότητας του κάθε φυσικού προσώπου που πραγματοποίησε τη δαπάνη. Δηλαδή αν το ακίνητο έχει συνιδιοκτήτες τους συζύγους έπρεπε να εκδοθούν ξεχωριστά φορολογικά στοιχεία στο όνομα καθενός από τους δύο συζύγους για να κερδίσουν τη μέγιστη δυνατή έκπτωση και όχι να εκδοθεί η απόδειξη στον ένα εκ των δύο συζύγων.
– Σε περίπτωση που το φυσικό πρόσωπο που πραγματοποίησε τη δαπάνη έχει δικαίωμα επικαρπίας ή ψιλής κυριότητας στο κτίριο, το ανώτατο συνολικό όριο δαπάνης και η μείωση του φόρου εισοδήματος περιορίζονται ανάλογα με την αξία του δικαιώματος επί της συνολικής αξίας (αντικειμενικής) του ακινήτου. Δηλαδή για να κερδίσουν το μέγιστο της έκπτωσης που δικαιούνται τόσο ο επικαρπωτής όσο και ο ψιλός κύριος του ακινήτου, εφόσον πραγματοποίησαν και οι δύο τις δαπάνες θα έπρεπε να είχαν ζητήσει τα φορολογικά στοιχεία να είχαν εκδοθεί ξεχωριστά στο όνομα του καθενός, με τις δαπάνες αναλογικά σε κάθε έναν.