Από τις 9:00 το πρωί την Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2011, θα μπορούμε να παρακολουθήσουμε και από την Ελλάδα μια μερική έκλειψη Ηλίου. Καιρού επιτρέποντος η Ελληνική Αστρονομική Ένωση θα εγκαταστήσει στην είσοδο του Ψηφιακού Πλανηταρίου του Ιδρύματος Ευγενίδου τηλεσκόπια για να δουν οι ενδιαφερόμενοι την έκλειψη, φυσικά με τη βοήθεια ερασιτεχνών αστρονόμων.
Από την Ελλάδα θα είμαστε σε θέση να δούμε μόνο τα 2/3 της κάλυψης του ηλιακού δίσκου από τη Σελήνη και η ώρα που θα συμβεί αυτή η μέγιστη φάση της έκλειψης υπολογίζεται στις 10:23 ώρα Ελλάδος. Επίσης σχεδόν 12 ώρες νωρίτερα, η Γη θα βρίσκεται στην πλησιέστερη απόστασή της από τον Ήλιο (δηλαδή 147.105.721 χιλιόμετρα).
Σε μία ολική ηλιακή έκλειψη όταν η Σελήνη περνάει πάνω από τον ηλιακό δίσκο αφήνει μια σκιά στον πλανήτη μας, η οποία αποτελείται από δύο διαφορετικές περιοχές: έναν εσωτερικό κώνο πλήρους σκιάς που λέγεται κύρια σκιά και μια περιοχή μερικής σκιάς που λέγεται παρασκιά. Στην παρατήρηση του φαινομένου της έκλειψης από ένα μέρος που πέφτει η παρασκιά, η Σελήνη καλύπτει μόνο ένα τμήμα του Ήλιου (μερική έκλειψη), αν παρατηρήσουμε όμως το φαινόμενο από μια περιοχή που καλύπτει η πλήρης σκιά της Σελήνης τότε ο Ήλιος κρύβεται ολόκληρος και έχουμε ολική έκλειψη.
Σύμφωνα με τον διευθυντή του Πλανηταρίου, Διονύση Σιμόπουλο, ο μεγαλύτερος αριθμός σεληνιακών και ηλιακών εκλείψεων που μπορεί να παρατηρηθούν στη διάρκεια ενός έτους είναι επτά και ο μικρότερος δύο. Ο μεγαλύτερος αριθμός σεληνιακών εκλείψεων στη διάρκεια ενός έτους δεν υπερβαίνει τις τρεις, ενώ ο μέγιστος αριθμός των ηλιακών εκλείψεων μπορεί να φτάσει τις πέντε.
Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα από την Ελλάδα παρατηρήθηκε μία μόνο ολική ηλιακή έκλειψη στις 19 Ιουνίου του 1936 και δύο δακτυλιοειδείς στις 21 Μαΐου του 1966 και στις 29 Απριλίου του 1976. Στη διάρκεια του 21ου αιώνα στην Ελλάδα θα υπάρξουν δύο ολικές εκλείψεις (στις 29 Μαρτίου του 2006 ορατή μόνο στο Καστελόριζο και στις 21 Απριλίου του 2088 σε περισσότερες περιοχές) και μία δακτυλιοειδής (την 1 Ιουνίου του 2030).