«Ο αφηγητής δεν θα ξεμπερδέψει στο άψε-σβήσε με την ιστορία του Χανς. Οι επτά ημέρες μιας εβδομάδας δεν θα αρκέσουν, ούτε και επτά μήνες. Το καλύτερο είναι να μην του είναι ξεκάθαρο από πριν πόσος γήινος χρόνος θα περάσει ενόσω τον κρατά σαγηνεμένο το Μαγικό Βουνό»… Στο μαγικό βουνό μοιάζει σαν να μην συμβαίνει τίποτα, σαν ο χρόνος να μην κυλάει. Ο νεαρός Χανς Κάστορπ, από την εμπορική πόλη του Αμβούργου, καταφτάνει, για μια επίσκεψη τριών εβδομάδων στον άρρωστο εξάδελφό του Γιόαχιμ Τσίμσεν, σ’ ένα σανατόριο της Ελβετίας, τοποθετημένο πάνω σε ένα βουνό των Άλπεων. Η ατμόσφαιρά του, σε μαγεύουσα αντίθεση με το συνηθισμένο βορειογερμανικό περιβάλλον, κάνει τον πεδινό πρωταγωνιστή να αισθάνεται, ξαφνικά, μεταφυτευμένος στην αραιά ατμόσφαιρα των ψηλών βουνών, σ’ ένα κλίμα που δε θεραπεύει μόνο τον ασθενή, αλλά κάνει και την υπολανθάνουσα, στον υγιή, ασθένεια να ξεσπάσει. «Έχουν έναν τρόπο εδώ να διαχειρίζονται τον ανθρώπινο χρόνο – είναι απίστευτο. Γι’ αυτούς τρεις βδομάδες είναι σαν μια μέρα. Θα δεις». Τελικά ο τρόπος της αποξενωμένης ζωής «αυτών εκεί πάνω», η ζωή- θάνατος των ζωντανών – νεκρών στην «μόνη αληθινή πατρίδα», στον «Άδη του ύψους», τον μαγεύει έτσι που η διαμονή των τριών αρχικών εβδομάδων ανάμεσα στον, πέρα από την ζωή και τον χρόνο, εκείνο κόσμο, μοιάζει να μετατρέπεται σε παντοτινή… «Ήρθατε, λοιπόν, τελείως οικειοθελώς σ’ εμάς τους ξεπεσμένους και θέλετε να μας προσφέρετε για λίγο καιρό τη χαρά της συντροφιάς σας. Πολύ ωραία. Και τι διάστημα σχεδιάσατε; Δεν ρωτώ με λεπτότητα. Αλλά θα ήθελα πραγματικά να εκπλαγώ ακούγοντας πόσο χρόνο επιβάλλει κανείς στον εαυτό του, όταν αποφασίζει ο ίδιος και όχι ο Ραδάμανθυς». Ο χρόνος για τον νέο αφελή επισκέπτη του Μαγικού Βουνού είναι αδύνατον να υπολογιστεί και η πορεία του σ’ αυτή τη γκρίζα ζώνη μεταξύ αρρώστιας και υγείας δημιουργεί μια αίσθηση ανικανοποίητου. «Τώρα είδε πως κάτω στα πεδινά είχε πολύ ανεπαρκείς γνώσεις, πως στην πραγματικότητα βρισκόταν σε αγαθή άγνοια – ενώ εδώ οι προσωπικές εμπειρίες, των οποίων το περιεχόμενο προσπαθήσαμε πολλές φορές να υπαινιχθούμε και οι οποίες σε ορισμένες στιγμές του αποσπούσαν το επιφώνημα “Θεέ μου!”, ανέπτυσσαν μέσα του ικανότητες να αντιλαμβάνεται και να κατανοεί την όλο και πιο έντονη χροιά του ανήκουστου, του τυχοδιωκτικού και ακατανόμαστου, που έφερε το πράγμα γενικά και για τον καθένα ανάμεσα σ’ αυτούς εδώ πάνω». Για τους ασθενείς του Μπέργκχοφ, τα πράγματα αποκτούν μια διάσταση διαφορετική. Ο χρόνος δεν μετριέται με δευτερόλεπτα λεπτά και ώρες αλλά με μήνες, και σ’ αυτό συμβάλλει η επανάληψη. Τίποτα δε συμβαίνει, τίποτα δε μας απασχολεί τόσο που η μονοτονία αγγίζοντας την αιωνιότητα κάνει τον χρόνο να φέρει την αλλαγή. Όσο περνάει ο καιρός ο ήρωας αρχίζει να αισθάνεται περιφρόνηση για όσους ζουν στα πεδινά. Για τους ανθρώπους του κάμπου, που δεν έχουν τη δυνατότητα να γευτούν τις δικές του εμπειρίες. Ο κόσμος χωρίζεται στον κόσμο των πάνω και τον κόσμο των κάτω κι ο αέρας των ελβετικών όρεων λειτουργεί ευεργετικά κατά και υπέρ της ασθένειας. Την τρέφει, την κρατά ζωντανή και οι τρόφιμοι τρομάζουν να φανταστούν την ζωή τους μακριά της. Το σανατόριο εκφράζει μια θανατερή ατμόσφαιρα, που λόγω της ιδιότητάς της διαβρώνει το χαρακτήρα του ήρωα, ελκύοντας παράλληλα το ενδιαφέρον του και την περιέργειά του. Όσο ο Χανς παραμένει σε αυτό, αλλάζει βιώνοντας μια μαγική διαδικασία ενηλικίωσης κατά της διάρκεια της οποίας γνωρίζει τον έρωτα, τη φιλοσοφία, την απώλεια. Οι τρόφιμοι μετατρέπονται σε πρόσωπα- σύμβολα που δρουν ευεργετικά στην αλλαγή του ήρωα. Ο ουμανιστής Σεττεμπρίνι και ο Ιησουίτης Νάφτα αποτελούν δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, τόσο διαφορετικές. Στους «αγώνες λόγων» που πραγματοποιούν μεταξύ τους συζητούν άπειρα θέματα: θεός και πάθος, φύση και πνεύμα, πόλεμος και ειρήνη, ύλη και Ιδέα, θρησκεία και Διαφωτισμός, Δύση και Ανατολή. «-Α, όχι, εγώ είμαι Ευρωπαίος, δυτικός. Το δικό σας σύστημα αξιών είναι σκέτη Ανατολή. Η Ανατολή απεχθάνεται τη δράση. Ο Λαοτσέ δίδασκε πως η απραξία είναι καλύτερη από κάθε τι ανάμεσα σε γη και ουρανό. Όταν όλοι οι άνθρωποι σταματήσουν να δρουν, έλεγε, τότε θα επικρατήσει πλήρης ηρεμία και ευτυχία επί γης. Αυτή είναι η συνουσία σας -Έτσι, ε; Και ο δυτικός μυστικισμός; Και ο ησυχασμός, στον οποίο ανήκει ο Φενελόν, που διδάσκει ότι κάθε πράξη είναι κι ένα λάθος, επειδή η επιθυμία να είναι δραστήριος προσβάλλει το Θεό που θέλει μόνο αυτός να δρα»; Κάπως έτσι η σύντομη αρχικά διαμονή του τροφίμου μετατρέπεται σε εγκλεισμό που διαρκεί μέχρι να ακουστεί η τρομαχτική οικουμενική βροντή ενός μεγάλου πολέμου που προαναγγέλλει μια σύρραξη μετά την οποία τίποτα δεν θα είναι το ίδιο. Όταν ο ήρωας ξυπνά από την αποκτήνωση της μυστικιστικής του έκτασης έχουν περάσει ήδη 7 χρόνια… «Έχε γεια Χανς Κάστορπ, αγαθόκαρδο βασανοπαίδι της ζωής! Η ιστορία σου τελείωσε. Την αφηγηθήκαμε ως το τέλος. Δεν κράτησε ούτε λίγο ούτε πολύ, ήταν μια ερμητική ιστορία. Την αφηγηθήκαμε χάριν της ιδίας, δεν ήσουν εσύ η αιτία, γιατί εσύ παραήσουν απλός. Τελικά όμως ήταν η δική σου ιστορία. Αφού σε εσένα συνέβη, έπρεπε το δίχως άλλο να το αξίζεις […]. Τράβα στο καλό – είτε ζήσεις είτε πέσεις! Οι ελπίδες σου είναι λίγες. Αυτός ο άγριος χορός στον οποίο άφησες να σε τραβήξουν θα κρατήσει ακόμη κάμποσα αμαρτωλά χρονάκια και δεν θα βάζαμε μεγάλο στοίχημα πως θα γλιτώσεις. Ειλικρινά, αφήνουμε το ζήτημα ανοιχτό και δεν μας πολυνοιάζει. Περιπέτειες της σάρκας και του πνεύματος ανύψωσαν την απλοϊκότητά σου, σε άφησαν να επιζήσεις πνευματικά[…]. Θα ξεφυτρώσει άραγε και από αυτή την παγκόσμια γιορτή του θανάτου, μέσα από την άγρια πυρκαγιά που πυρπολεί τον βροχερό βραδινό ουρανό τριγύρω, κάποτε η αγάπη»; Το «έπος» των 1200 σελίδων μέσω του Σανατορίου περιγράφει την «αρρώστια» της Ευρώπης στις παραμονές του Μεγάλου Πολέμου, όταν κατρακυλούσε στην τρέλα με μια μουδιασμένη έκσταση. Κι οι τρόφιμοι παρά τον πολύτιμο καθαρό και παγωμένο αέρα επιθυμούν να απορρίψουν την απομόνωση επιστρέφοντας σε μια μολυσμένη αλλά γεμάτη συγκινήσεις ατμόσφαιρα. Το Μαγικό Βουνό του Τόμας Μαν (1875-1955) είναι ένα μνημειώδες έργο που αποπειράται να φωτίσει βασικές προκλήσεις της ύπαρξης, όπως θάνατος και ζωή, το μυστήριο του χρόνου, τον έρωτα, μέσα από μια περιπετειώδη διαδικασία που προσομοιάζει με μύηση. «Είναι ένας από τους ελάχιστους συγχρόνους μας, τον οποίο μπορούμε να θαυμάζουμε ανεπιφύλακτα. Το έργο του είναι αψεγάδιαστο, το ίδιο και η ζωή του», έλεγε το 1937 για τον Τόμας Μαν ο Αντρέ Ζιντ, επιδαψιλεύοντας επαίνους στη συνεπή αντιναζιστική στάση του Μαν, που προείδε τη λαίλαπα πολύ πριν αυτή ξεσπάσει στην Ευρώπη, καθώς και στο αδιαμφισβήτητο συγγραφικό ταλέντο του. Ο Τόμας Μαν ήταν ο μικρότερος αδελφός του σημαντικού προοδευτικού συγγραφέα Χάινριχ Μαν και ήρθε σε ρήξη μαζί του στη νεότητά του όταν ασπάστηκε απολιτικές ως βαθιά συντηρητικές ιδέες και υπήρξε πατέρας δύο συγγραφέων, του αυτόχειρα Κλάους και της Έρικα Μαν. Βρέθηκε από νωρίς στο επίκεντρο αυτής της συγγραφικής οικογένειας η οποία, στις κρίσιμες δεκαετίες του 1930 – 1940, θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην ανάδειξη της «άλλης Γερμανίας», του Γκαίτε και του Σίλερ, του Μπετόβεν και του Σούμαν, ενάντια στη Γερμανία του Γκέμπελς και του Χίμλερ. Χωρίς ποτέ να προσχωρήσει σε ριζοσπαστικές πολιτικές θέσεις, ο Τόμας Μαν διαβλέπει από το 1922 κιόλας τη λαίλαπα που ναζισμού που ετοιμάζεται να ξεσπάσει στην Ευρώπη και στρατεύεται ενεργά εναντίον του. Το 1933, μαζί με μείζονες ομοτέχνους του, τον A. Ντέμπλιν, τη Ρ. Χουχ, τον Γ. Κάιζερ, τη Ρ. Σίκελε, τον Φ. φον Ούνρου, τον Γ. Βάσερμαν, τον Φ. Βέρφελ, παραιτείται από την Ακαδημία Ποίησης, καταγγέλλει την ταπεινωτική χιτλερική διάκριση μεταξύ δαφνοστεφούς ποιητή και ταπεινού γραφιά-συγγραφέα και σε λίγο αυτοεξορίζεται για το υπόλοιπο της ζωής του. Διαποτισμένος από τον γερμανικό ρομαντισμό και βαθιά επηρεασμένος στα πρώτα του βήματα από τον Νίτσε και τον Σοπενχάουερ, προσεκτικός παρατηρητής της πορείας του φροϊδισμού και μαγεμένος από τον Βάγκνερ, ο Τόμας Μαν θα ξεκινήσει ως νατουραλιστής, για να περάσει πολύ γρήγορα σε έναν ιδιότυπο, κριτικό ρεαλισμό. Εξίσου νωρίς εκδηλώθηκε η υπόγεια αλλά έντονη σύγκρουσή του με τη γερμανική κοινωνία. Οι συμπατριώτες του δεν του συγχώρησαν την οξεία αίσθηση της ιστορικής και πολιτιστικής συνέχειας που διέθετε, χάρη στην οποία διέβλεψε «τα προεόρτια του πνευματικού φασισμού» (Albrecht Betz), καταγγέλλοντας τους ναζιστές ότι υπεξαιρούν τη «γερμανικότητα» από τους νόμιμους κληρονόμους της. Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»