Αυτό που εισέπραξα ακούγοντας τη δήλωση της Σιμόν Μπάιλς («Πρέπει να συγκεντρωνόμαστε και στον εαυτό μας, γιατί και εμείς είμαστε άνθρωποι. Οπότε, πρέπει να προστατεύσουμε το μυαλό και το σώμα μας, αντί να βγούμε εκεί έξω και να κάνουμε αυτό που θέλει ο κόσμος από εμάς»), μαζί με τη «βόμβα» που έριξε ότι δεν θα συμμετάσχει σε μια σειρά από αγωνίσματα, είναι ότι κατ’ αρχάς ένιωσε η ίδια πόσο τρομερές προσδοκίες είχαν καλλιεργηθεί από όλους για την παρουσία της σε αυτούς τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Γράφει η Μάνια Μπικώφ*
Στην πραγματικότητα, η ψυχολογική πίεση και ειδικά σε αθλήματα όπως η ενόργανη, η ρυθμική γυμναστική κι η συγχρονισμένη κολύμβηση και ακόμα περισσότερο στις ομαδικές εμφανίσεις, είναι απίστευτη και απάνθρωπη ταυτόχρονα. Πόσο μάλλον, που τα κορίτσια κυρίως, μπαίνουν σε αυτούς τους ανελέητους χώρους από πολύ μικρά παιδιά. Πρόκειται για μοντέλα αθλητικής εκπαίδευσης και προπόνησης, τα οποία έχουν τις βάσεις τους στην εποχή του πρώην Ανατολικού μπλοκ και δυστυχώς συνεχίζονται μέχρι και σήμερα.
Είναι αυτοί οι απόλυτοι στόχοι για τέλειο συγχρονισμό και τυφλή πειθαρχία, σαν όλες οι αθλήτριες μιας ομάδας, να είναι ένα σώμα.
Στόχος, το 10άρι – ο, τιδήποτε άλλο λογίζεται ως αποτυχία. Το είδα και στις κόρες μου, οι οποίες ασχολήθηκαν για κάποια χρόνια σε επίπεδο γειτονιάς με τη συγχρονισμένη κολύμβηση. Είδα όλη την παραπάνω πίεση που περιγράφω να ξεδιπλώνεται ακόμα και σε αυτό το «χαμηλό» επίπεδο.
Το επίπεδο στο οποίο βρίσκεται η Σιμόν Μπάιλς, είναι ένας δρόμος πολύ μοναχικός, έξω από τον έλεγχο του αθλητή. Ο αθλητής ζει σε αυτή τη φάση σε πλήρη απομόνωση. Πρόκειται για μια πυραμίδα εσόδων όπου στο κέντρο της βρίσκεται ο αθλητής αλλά τίποτα δε σχετίζεται στην ουσία με τη δική του κατάσταση και τις επιθυμίες του.
Εικάζω λοιπόν ότι αυτό που συνέβη με την Σιμόν Μπάιλς είναι ότι η αθλήτρια λύγισε υπό το βάρος της απίστευτης πίεσης για να συνεχίσει να φέρνει και άλλα μετάλλια. Αυτοί που εξυπηρετούνται είναι οι χορηγοί και οι ομοσπονδίες αλλά και τα τηλεοπτικά δίκτυα κι ειδικά αν μιλάμε για μια χώρα σαν την Αμερική όπου αυτά τα αθλήματα «ξεπουλούν» στον τηλεοπτικό χρόνο και προσελκύουν εκατομμύρια αθλητές.
Στην αρχή, οι δηλώσεις της Σιμόν Μπάιλς προκάλεσαν ένα μούδιασμα στο κοινό. Μετά δίχασαν. Κάποιοι είπαν: «φοράς το εθνόσημο της Αμερικής και το πουλάς» . Τα ίδια άλλωστε κάναμε και εμείς με την Άννα Κορακάκη, μια απίστευτη αθλήτρια, για την οποία άλλοι πιο σιωπηλά, άλλοι πιο ηχηρά, έδειξαν τη δυσαρέσκεια τους που δεν πήρε χρυσό μετάλλιο, σαν να είναι λίγη η 6η θέση.
Ίσως, για την Μπάιλς η αφορμή για τη μη συμμετοχή της σε κάποια αγωνίσματα στους Ολυμπιακούς Άγώνες να ήταν ένας «σπινθήρας» έξω από τον αθλητισμό. Ίσως να ένιωσε την ματαιότητα όλης αυτής της κατάστασης. Ίσως το ψυχολογικό κρασάρισμα να ήταν δυσβάσταχτο.
Η Σιμόν Μπάιλς αρνήθηκε τη συμμετοχή της εν μέσω Ολυμπιακών Αγώνων, έχοντας κατακτήσει τα πάντα στην καριέρα της. Πολύ πιθανό να αισθάνθηκε ότι πια την ξεζουμίζουν. Και πια, αυτό το κρασάρισμα πήρε όνομα και μορφή.
Εικάζω, ως αθλήτρια που έχω νιώσει τα μεγάλα ύψη στα οποία σε στέλνουν ο πρωταθλητισμός και τα μετάλλια, πως τώρα η Μπάιλς αισθάνεται ελεύθερη, αισθάνεται ότι έσπασε τα δεσμά. Την ίδια στιγμή μπορεί να ζει μια κρίση ταυτότητας- σαν αυτό το τρομερό που έγραψε στο twitter της: «η καταιγιστική αγάπη και στήριξη που εισέπραξα με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι είμαι κάτι περισσότερο από τις κατακτήσεις μου στην γυμναστική, κάτι οποίο δεν πίστευα μέχρι σήμερα».
Η κίνηση της Σιμόν Μπάιλς είναι κάτι παραπάνω από γενναία, γι’ αυτό και θα μείνει στην ιστορία. Δεν ξέρω πως θα το διαχειριστούν μιντιακά οι Αμερικάνοι αλλά το σίγουρο είναι ότι θα δώσει ώθηση σε πάρα πολλούς αθλητές να αναθεωρήσουν και να προβάλλουν αντίσταση το να χάνουν τον εαυτό τους για χάριν των μεταλλίων.
Αυτό που κάνει η Σιμόν Μπάιλς είναι το επόμενο βήμα του #metoo. Η τεράστια αυτή αθλήτρια βάζει τη ψυχική υγεία στο κάδρο του αβυσσαλέου πρωταθλητισμού. Βάζει στο κάδρο την αποδοχή, την αξία της προσωπικής ζωής ακόμα και αν είσαι ολυμπιονίκης. Η Σιμόν Μπάιλς λέει: «είμαστε φτιαγμένοι από τα ίδια υλικά που είναι φτιαγμένοι και όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι». Λέει πως πρέπει να σεβόμαστε τη ψυχική υγεία.
Το μεγάλο κύμα συμπαράστασης που εισπράττει μερικές ημέρες μετά το «άνοιγμα» της δείχνουν πως μεγάλο μέρος της κοινωνίας αρχίζει και το καταλαβαίνει αυτό. Όμως, τίποτα από όλα αυτά δεν θα συνέβαινε αν δεν τα έκανε μια αθλήτρια του μεγέθους της Μπάιλς. Μπόρεσε να το κάνει γιατί είναι ήδη μεγάλο σύμβολο του αθλητισμού. Μια θέση χαμηλότερα να βρισκόταν….θα την έτρωγε το μαύρο σκοτάδι με αυτή τη ριζοσπαστική κίνηση . Θα την εγκατέλειπαν οι χορηγοί, θα έκρυβαν το θέμα της κάτω από το χαλί, θα την έστελναν στα μετόπισθεν.
Όσο για τους δικούς μας πρωταθλητές και όλα αυτά που οι ίδιοι λένε από τους Ολυμπιακούς του Τόκυο στους οποίους συμμετέχουν, το ότι δηλαδή έπρεπε να παρακαλούν για χορηγούς, να αδυνατούν να πληρώσουν το φυσικοθεραπευτή τους, όλες αυτές οι συγκλονιστικές παραδοχές, τα δάκρυα τους, το μόνο που έχω να πω είναι ότι πρέπει να τους λέμε διαρκώς «συγγνώμη».
Να τους λέμε συγγνώμη που όσο προπονούνται και παλεύουν, η Πολιτεία τους αφήνει αβοήθητους και όταν φέρνουν τα μετάλλια, η Πολιτεία προσπαθεί να καπηλευτεί τις σπουδαίες τους κατακτήσεις.
Ο αθλητισμός και ο πρωταθλητισμός στην Ελλάδα έχουν να κάνουν αποκλειστικά με την τιτάνια θέληση αυτών των ανθρώπων, των προπονητών, των φίλων και των γονιών τους.
*Η Μάνια Μπικώφ είναι πρώην διεθνής πολίστρια και πρωταθλήτρια του τριάλθου, Διεθνής Εκπαιδεύτρια Ναυαγοσωστικής – Καθηγήτρια Φυσικής Αγωγής