Ο Τεντ Καζίνσκι, καταδικασμένος για τους φόνους τριών ανθρώπων και τον τραυματισμό 20 κατά την δράση του ως «Unabomber», πέθανε σε ηλικία 81 ετών στην ομοσπονδιακή φυλακή της Βόρειας Καρολίνας, μετέδωσε το δίκτυο ABC News.
Ήταν μαθηματική ιδιοφυΐα αλλά εγκατέλειψε την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία το 1969 για να ακολουθήσει έναν πρωτόγονο τρόπο ζωής. Μεταξύ του 1978 και 1995, σκότωσε τρία άτομα και τραυμάτισε άλλους 23 σε μια προσπάθεια να ξεκινήσει επανάσταση με τη διεξαγωγή εθνικής βομβιστικής εκστρατείας με στόχο τους ανθρώπους που ασχολούνται με τη σύγχρονη τεχνολογία. Σε συνδυασμό με αυτή την προσπάθεια, εξέδωσε δοκίμιο κοινωνικής κριτικής εναντίον της Αριστεράς, αντιτιθέμενος στην εκβιομηχάνιση και υποστηρίζοντα μια μορφή αναρχοπρωτογονισμού.
Το 1971, ο Καζίνσκι μετακόμισε σε παράπηγμα χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα ή τρεχούμενο νερό, σε απομακρυσμένη τοποθεσία κοντά στην κοινότητα Λίνκολν της Μοντάνα, όπου έζησε ως ερημίτης, μαθαίνοντας δεξιότητες επιβίωσης σε μια προσπάθεια να γίνει αυτάρκης. Παρακολούθησε την καταστροφή της ερημιάς που περιέβαλε την κατοικία του και συμπέρανε ότι η ζωή στη φύση δεν ήταν δυνατή. Έτσι ξεκίνησε την βομβιστική εκστρατεία του το 1978. Το 1995, έστειλε μια επιστολή στους The New York Times και υποσχέθηκε να “σταματήσει την τρομοκρατία” εάν οι Times ή το The Washington Post δημοσίευσαν το δοκίμιο του Η Βιομηχανική Κοινωνία και το Μέλλον της (Industrial Society and The Future), στο οποίο υποστήριξε ότι οι βομβιστικές επιθέσεις του ήταν ακραίες, αλλά απαραίτητες για να τραβηξει την προσοχή στη διάβρωση της ανθρώπινης ελευθερίας και αξιοπρέπειας από τις σύγχρονες τεχνολογίες που απαιτούν μεγάλης κλίμακας οργάνωση.
Ο Καζίνσκι ήταν το αντικείμενο της μακρύτερης και δαπανηρότερης έρευνας στην ιστορία του Ομοσπονδιακού Γραφείου Ερευνών (FBI). Προτού γίνει γνωστή η ταυτότητά του, το FBI χρησιμοποίησε το αναγνωριστικό UNABOM (University and Airline Bomber) για να αναφέρεται στην υπόθεσή του, με αποτέλεσμα τα μέσα ενημέρωσης να τον ονομάσουν «Unabomber». Το FBI και η γενική εισαγγελέας Τζάνετ Ρενό πιέστηκαν για τη δημοσίευση του δοκιμίου του Η Βιομηχανική Κοινωνία και το Μέλλον της. Όταν ο αδελφός του Καζίνσκι, Ντέιβιντ, διάβασε το δοκίμιο, αναγνώρισε το στυλ γραφής και ανέφερε τις υποψίες του στο FBI.
Μετά τη σύλληψή του το 1996, ο Καζίνσκι προσπάθησε ανεπιτυχώς να απολύσει τους διορισμένους από το δικαστήριο δικηγόρους του επειδή ήθελαν να κανουν επίκληση στην παραφροσύνη του για να αποφύγει τη θανατική ποινή, ενώ ο ιδιος δεν πίστευε ότι ήταν τρελός. Το 1998, επιτεύχθηκε διαπραγμάτευση βάσει του οποίου ομολόγησε ένοχος για όλες τις κατηγορίες και καταδικάστηκε σε οκτώ φορές ισόβια κάθειρξη χωρίς δυνατότητα απαλλαγής.