Το λαθρεμπόριο ναρκωτικών ήταν αυτό που παρείχε τα χρήματα για τους «Τσαπίτος», όπως αυτοαποκαλούνται οι γιοι του διαβόητοι μεξικανού αρχηγού του καρτέλ Χοακίν «Ελ Τσάπο» Γκουσμάν. Όμως ήταν οι δολοφονίες, το χάος και τα βασανιστήρια που τους κράτησαν στην εξουσία. Όσοι τολμούσαν να αντισταθούν κατέληγαν «νεκροί ή ζωντανοί» ως τροφή σε τίγρεις, σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης της χώρας.
Τα στοιχεία προκύπτουν από το κατηγορητήριο που ήρθε πρόσφατα στη δημοσιότητα για 28 απλά και ηγετικά μέλη του καρτέλ Σιναλόα. Μεταξύ αυτών είναι και οι τέσσερις γιοι του «Ελ Τσάπο», ο Ιβάν και Αλφρέντο Γκαζμάν Σαλαζάρ και ο Χοακίν και Οβιδιό Γκαζμάν Λόπεζ. Όλοι τους κατηγορούνται για τη διεύθυνση «της μεγαλύτερης επιχείρησης διακίνησης φαιντανύλης στον κόσμο».
Από το κατηγορητήριο αποκαλύπτεται επίσης ο άνευ ορίων σαδισμός των γιων του «Ελ Τσάπο», κάτι που ήταν γνωστό στους μυημένους και τους ειδικούς των καρτέλ. «Ήταν τα αφεντικά και η βία τους είναι τρομακτική», ανέφερε μια πηγή στη New York Post, προσθέτοντας πως «φαίνεται πως δεν υπάρχει κάτι που μπορεί να τους σταματήσει».
Ως τόπος μαρτυρίου για τους μη συνεργάσιμους και τα άπιστα μέλη του καρτέλ παρουσιάζεται το ράντσο Ναβολάτο, στη Σιναλόα, το οποίο ανήκει στον 39χρονο Ιβάν Γκαζμάν Σαλαζάρ. Τα όσα εκτυλίσσονταν πίσω από τους τοίχους παραπέμπουν σε ταινίες τρόμου.
Οι αντίπαλοι που τολμούσαν να αντισταθούν στους «Λος Τσαπίτο», τα παιδιά του βασιλιά του καρτέλ – γίνονταν τροφή για τις τίγρεις του ράντσου, «νεκροί ή ζωντανοί». Τα βασανιστήρια περιλάμβαναν ακόμα εικονικό πνιγμό και ηλεκτροσόκ και εκτελούνταν από τους «νίνις» του καρτέλ, μια «ιδιαίτερα βίαιη ομάδα sicarios (δολοφόνων)», εκπαιδευμένοι σε «πόλεμο αστικών περιοχών» και με ικανότητες «ελεύθερων σκοπευτών».
Οι «τυχεροί» εκτελέστηκαν και σκοτώθηκαν γρήγορα. Οι «άτυχοι», σύμφωνα με το κατηγορητήριο, πετιούνταν στις τίγρεις, τις οποίες ο Ιβάν και ο Αλφρέντο είχαν ως κατοικίδια.
Οι περιγραφές των βασανιστηρίων είναι εφιαλτικές. Ένας από τους «νίνι», όπως αναφέρεται στο κατηγορητήριο, χρησιμοποίησε τιρμπουσόν για να κόψει τον μυ ενός μεξικανού ομοσπονδιακού αξιωματικού της αστυνομίας και στη συνέχεια του «έχυσε ζεστό τσίλι στις ανοιχτές πληγές και τη μύτη». Στη συνέχεια ο Ιβάν τον πυροβόλησε και τον σκότωσε.
Οι φρικτές πρακτικές των Chapitos ήταν ευρέως γνωστές και αποτελούσαν ένα μήνυμα προς όλους. «Αν κάποιος περπατήσει έξω από το ραντσο στο Σιναλόα θα βρει μαύρες σακούλες με πτώματα», ανέφερε η ίδια πηγή στη New York Post και συμπλήρωσε: «Πηγαίνετε το παιδί σας στο σχολείο το πρωί και βλέπετε δύο τσάντες. Ξέρετε πως μέσα έχουν πτώματα, όμως κανείς δεν μιλάει. Όλοι ξέρουν και κανείς δεν μιλάει. Το μήνυμα που στέλνουν αυτές οι τσάντες είναι σαφές: “Μη μας δημιουργείτε προβλήματα αλλιώς θα σας συμβεί αυτό”».
Αντίπαλοι έμποροι ναρκωτικών, αστυνομικοί, πολιτικοί, αλλά και απλοί πολίτες «απήχθησαν, βασανίζονταν και εκτελέστηκαν». Πρόκειται για επιχειρήσεις «εκκαθάρισης», όπως αναφέρεται στο κατηγορητήριο, τις οποίες πραγματοποιούσαν οι «νίνις» του καρτέλ. Στόχος ήταν ο απόλυτος έλεγχος του εμπορίου ναρκωτικών.
Ο Ντον Γουίνσλοου, συγγραφέας που έχει πραγματοποιήσει διεξοδική έρευνα σχετικά με τα καρτέλ για τα μυθιστορήματά του, είπε στην New York Post ότι οι «Σιναλόας» προσέγγιζαν τα πρόσωπα – στόχους, προσφέροντας αυτό που αποκαλείται «ασήμι ή μόλυβδος». Όπως εξηγεί ο Γουίνσλου, όταν το καρτέλ χρειάζεται τη συνεργασία των ντόπιων, συχνά για τη μεταφορά των ναρκωτικών, έκαναν μια «προσφορά» χωρίς να δίνουν πολύ χρόνο για να το σκεφτούν.
«Λες “ναι” και παίρνεις τα χρήματα για τη δουλειά. Λες “όχι” και θα σε σκοτώσουν και μπορεί να σκοτώσουν και την οικογένειά σου», είπε ο συγγραφέας του «City of Dreams» και συνεχίζει: «Σκοτώνουν το παιδί σου ακριβώς μπροστά σου. Αν δεν πεις “ναι” μετά από αυτό τότε σε σκοτώνουν. Έπειτα πηγαίνουν στον επόμενο και ρωτούν: “Έχετε δει τον Philippe και τον γιο του;”. Το άτομο που πλησιάζουν δεν θέλει να είναι το επόμενο θύμα τους, έτσι συνήθως ακολουθεί και κάνει ό,τι του ζητηθεί».
Αίσθηση προκαλεί το γεγονός πως οι «Τσαπίτος», άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, επιδεικνύουν την εγκληματική δράση τους και στα social media, όπως υπογραμμίζει ο μεξικανός δημοσιογράφος Χοσέ Ρεβέλες. «Είναι κακομαθημένα πλουσιόπαιδα που δεν χρειάστηκε να ανέβουν τη “σκάλα”. Είναι το όνομά τους που τους δίνει τη δύναμη και την επιρροή», είπε ο Μάλκομ Μπέιθ, συγγραφέας του «The Last Narco», στη New York Post.
Η δύναμη που έχει ο στρατός των «Τσαπίτος» έγινε αντιληπτή όταν ο Οβιδιό, ο οποίος αυτή τη στιγμή βρίσκεται φυλακισμένος στο Μεξικό, συνελήφθη τον Ιανουάριο. Ως αντίποινα σκοτώθηκαν 29 άνθρωποι, ενώ μέλη του καρτέλ απέκλεισαν δρόμους, πυρπόλησαν οχήματα και άνοιξαν πυρ ακόμη και στο τοπικό αεροδρόμιο. «Οι έμποροι ναρκωτικών βγήκαν στους δρόμους και πολιορκούσαν το Κουλιακάν (σ.σ. την πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της πολιτείας Σιναλόα)», είπε ο Μπέιθ. «Αυτή είναι η δύναμη των Τσαπίτος».