Οι φωνές πολλαπλασιάζονται στο Συμβούλιο της Ευρώπης για την αποπομπή της Ρωσίας από αυτόν τον πανευρωπαϊκό οργανισμό, ο οποίος έχει ήδη αναστείλει τη συμμετοχή της, ανέφερε στο Γαλλικό Πρακτορείο η γενική γραμματέας του Συμβουλίου, η Μαρία Πεϊτσίνοβιτς Μπούριτς, προτρέποντας για τελευταία φορά τη Μόσχα να σταματήσει τις μάχες και να επανέλθει στη διπλωματική οδό.
«Σήμερα, όλο και περισσότερες φωνές ζητούν το επόμενο βήμα να είναι ο αποκλεισμός της Ρωσικής Ομοσπονδίας», δήλωσε η πρώην υπουργός Εξωτερικών της Κροατίας σε συνέντευξή της στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Αντιμέτωπο με τον πόλεμο στην Ουκρανία, «κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» όπως δηλώνει η Πεϊτσίνοβιτς Μπούριτς, το Συμβούλιο της Ευρώπης είχε αποφασίσει μια εβδομάδα νωρίτερα να «αναστείλει» τη συμμετοχή των Ρώσων αντιπροσώπων στα κύρια όργανα του, εκτός από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), το δικαστικό του όργανο.
«Καλώ, ξανά και ξανά, τις ρωσικές αρχές να σταματήσουν αμέσως και άνευ όρων τις εχθροπραξίες και να επιστρέψουν στη διπλωματία και τον διάλογο», είπε η γενική γραμματέας.
Ωστόσο «αν δεν συμβεί αυτό, η Επιτροπή Υπουργών (η “εκτελεστική εξουσία” του Συμβουλίου) και η Κοινοβουλευτική Συνέλευση θα προχωρήσουν προς την κατεύθυνση ενός αποκλεισμού», προειδοποίησε.
Παρατηρητήριο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη, το Συμβούλιο της Ευρώπης, που ιδρύθηκε το 1949, απαρτίζεται από σχεδόν όλα τα κράτη της ηπείρου, 47 συνολικά, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, από το 1996 και της Ουκρανίας, από το 1995.
Μια αποπομπή της Ρωσίας, μια πρωτοφανής απόφαση, θα εμπόδιζε ωστόσο τους σχεδόν 145 εκατομμύρια πολίτες αυτής της χώρας να μηνύσουν τη Μόσχα ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όταν θεωρούν ότι είναι θύματα της αυθαιρεσίας της ρωσικής δικαιοσύνης, το τελευταίο καταφύγιό τους.
Προετοιμασία για το χειρότερο
«Όλα ενθαρρύνουν να πάρουμε μια απόφαση αρκετά γρήγορα» σε σχέση με τον αποκλεισμό, που ωστόσο είναι «μια πολύ δύσκολη και πολύ σημαντική απόφαση», υπογράμμισε η γενική γραμματέας. Μόλις κοινοποιηθεί στη Μόσχα, θα τεθεί αμέσως σε ισχύ.
Επί του παρόντος, καμία χώρα δεν έχει αποκλειστεί ποτέ από τον οργανισμό. Το 1969 η Ελλάδα, τότε υπό το καθεστώς των συνταγματαρχών, από μόνη της είχε εγκαταλείψει τον οργανισμό λίγο πριν αποκλειστεί από αυτόν.
Θα μπορούσε η Ρωσία να κάνει το ίδιο; «Δεν είπαν πράγματι ότι πρόκειται να φύγουν», είπε η Πεϊτσίνοβιτς Μπούριτς, σημειώνοντας τις «θλιβερές» δηλώσεις του πρώην προέδρου της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ (2008-2012), ο οποίος επικαλέστηκε το ενδεχόμενο επαναφοράς της θανατικής ποινής, μια «κόκκινη γραμμή» για το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Όπως και να έχει, ο οργανισμός που λειτουργεί ως διπλωματικό φόρουμ της Μεγάλης Ευρώπης, σε αντίθεση με τη Μικρή Ευρώπη που εκπροσωπείται από την ΕΕ, «θα συνεχίσει» να «εργάζεται για μια πλατφόρμα ειρηνικού διαλόγου» διαβεβαιώνει η γενική γραμματέας του.
Μια αποχώρηση της Ρωσίας θα στερούσε από το Συμβούλιο σχεδόν το 7% του ετήσιου προϋπολογισμού του, σχεδόν 500 εκατομμύρια ευρώ. Αλλά η Μαρία Πεϊτσίνοβιτς Μπούριτς δηλώνει ότι έχει λάβει «παρήγορες» ενδείξεις από αρκετά κράτη μέλη, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, έτοιμα να διασφαλίσουν την οικονομική βιωσιμότητα του οργανισμού.
«Ελπίζουμε πάντα ότι η διπλωματία θα έχει αποτέλεσμα, αλλά στο μεταξύ, πρέπει να προετοιμαστούμε για το χειρότερο, και το χειρότερο για τον οργανισμό θα ήταν η αποπομπή», δήλωσε με λύπη η Μαρία Πεϊτσίνοβιτς Μπούριτς προσθέτοντας: «Οι Ρώσοι, επί του παρόντος δεν μας αφήνουν καμία άλλη δυνατότητα».
Έκτακτη σύνοδος ολομέλειας της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (PACE), της οποίας πρέπει να ζητηθεί η γνώμη πριν από οποιαδήποτε τελική απόφαση, έχει προγραμματιστεί στο Στρασβούργο, στην ανατολική Γαλλία, στις 14 και 15 Μαρτίου.
Ήδη το 2014, οι Ρώσοι βουλευτές που συμμετείχαν στην PACE είχαν στερηθεί τα δικαιώματα ψήφου τους μετά την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία, η οποία απάντησε μποϊκοτάροντας αυτή τη συνέλευση και αναστέλλοντας τη συνεισφορά της στο Συμβούλιο της Ευρώπης.
Έπειτα από πέντε χρόνια εντάσεων, η διαφορά είχε διευθετηθεί και η ρωσική αντιπροσωπεία είχε επανέλθει στην PACE, προς μεγάλη δυσαρέσκεια των Ουκρανών βουλευτών.