Την μοίρα του Τομ Χανκς στον «Ναυαγό» λίγο έλειψε να έχουν δυο άνδρες από τα Νησιά του Σολομώντα που πέρασαν 29 μέρες περιπλανώμενοι και χαμένοι στον αφιλόξενο Ειρηνικό ωκεανό, μετά από μια (ατυχή, όπως αποδείχτηκε) βλάβη στο GPS τους.
Οι δυο φίλοι, λίγα 24ωρα προτού καταρρεύσουν οριστικά και η θάλασσα τους ξεβγάλει αποκαμωμένους ή νεκρούς σε ένα ξερονήσι, ήταν αρκετά τυχεροί και τελικά διασώθηκαν σώοι (αλλά όχι εντελώς αβλαβείς) ανοιχτά των ακτών της Παπούας Νέας Γουινέας, σχεδόν 400 χιλιόμετρα (250 ναυτικά μίλια) μακριά από το σημείο όπου ξεκίνησαν το ταξίδι τους, όπως αναφέρει το AFP.
Οι δυο φίλοι, ο Λιβάε Ναντζικάνα και ο Τζούνιορ Κόλονι αναχώρησαν από το νησί Μόνο, δυτικά των νησιών του Σολομώντα το πρωί της 3ης Σεπτεμβρίου, με ένα μικρό μηχανοκίνητο σκάφος, σχεδιάζοντας να ταξιδέψουν 200 χιλιόμετρα νοτίως για την πόλη Νόρο, πλέοντας κατά μήκους των ακτών του νησιού.
«Είχαμε κάνει και στο παρελθόν αυτό το ταξίδι και γνωρίζαμε πώς να πάμε. Όλα θα έπρεπε να πάνε καλά» ανέφερε ο Nαντζικάνα. Δυστυχώς για τους ίδιους όμως, δεν πήγαν.
Και αυτό γιατί η θάλασσα του Σολομώντα που χωρίζει τα ομώνυμα νησιά από την γειτονική Παπούα Νέα Γουινέα είναι εξαιρετικά απρόβλεπτη ακόμη και για τους πιο έμπειρους θαλασσοπόρους, γεμάτη δίνες και δυνατά ρεύματα.
Μόλις λίγες ώρες μετά την αναχώρησή τους, βρέθηκαν εν μέσω μιας καταρρακτώδους βροχής και θυελλωδών ανέμων, ενώ όταν έπεσε η ομίχλη, τότε ήταν που τα βρήκαν σκούρα, καθώς αυτή τους εμπόδιζε να βλέπουν την ακτή ως πυξίδα και οδηγό τους.
«Όταν ήρθε η κακοκαιρία, φοβηθήκαμε. Αλλά η κατάστασή μας έγινε πιο τρομακτική όταν σταμάτησε να λειτουργεί το GPS μας. Δεν μπορούσαμε να δούμε προς τα πού πηγαίναμε και έτσι αποφασίσαμε να σβήσουμε τη μηχανή και να περιμένουμε να περάσει η καταιγίδα για να γλιτώσουμε καύσιμα» λέει ο ίδιος.
Όμως τα πανίσχυρα ρεύματα τούς παρέσυραν προς τα ανοικτά, πολλά μίλια μακριά από τις ακτές. Και όταν η καταιγίδα πέρασε και η ατμόσφαιρα καθάρισε, τότε κατάλαβαν σε τι δεινή θέση βρίσκονταν: στην μέση του Ειρηνικού ωκεανού, χωρίς συσκευές εντοπισμού και με ελάχιστα τρόφιμα, ίσα ίσα για να περάσουν 2-3 ημέρες.
Και όμως τα κατάφεραν, παρόλο που τους πήρε όχι 2-3 ημέρες, αλλά σχεδόν ένα μήνα: κατάφεραν να επιζήσουν για 29 ολόκληρες ημέρες διανύοντας 400 χιλιόμετρα και τρώγοντας κάθε μέρα μερικές σκελίδες από τα λίγα πορτοκάλια που είχαν πάρει για το ταξίδι καθώς και καρύδες που έβρισκαν στη θάλασσα. Για νερό έπιναν ελάχιστες σταγόνες κάθε μέρα από ένα κομμάτι καραβόπανου που είχε μουλιάσει από το νερό της βροχής.
Έκαναν τις προσευχές και ήταν έτοιμοι να αποδεχτούν τον βέβαιο θάνατό τους, προτού τελικά τους εντοπίσει ένας ψαράς στα ανοιχτά των ακτών της Νέας Βρετανίας, στα χωρικά ύδατα της Παπούας Νέας Γουινέας. Οι δύο άνδρες ήταν τόσο εξαντλημένοι όταν έφτασαν στο Πόμιο στις 2 Οκτωβρίου, ώστε χρειάστηκε να μεταφερθούν στα χέρια από ανθρώπους σε κοντινό σπίτι και στη συνέχεια σε κέντρο υγείας.
«Δεν γνωρίζαμε πού βρισκόμασταν, αλλά δεν περιμέναμε να είμαστε και σε άλλη χώρα» παραδέχτηκε μερικές ημέρες μετά ο Nαντζικάνα, προσθέτοντας εμφατικά ότι από την τρομακτική αυτή εμπειρία κατάφερε να αποκομίσει κάποια θετικά.
«Δεν είχα ιδέα τι συνέβαινε ενόσω ήμασταν στη θάλασσα. Δεν άκουσα τίποτα για κορονοϊό ή κάτι άλλο. Ανυπομονούσα να γυρίσω σπίτι, όμως υποθέτω πως ήταν ένα ευχάριστο διάλειμμα από τα πάντα», ανέφερε με στωικότητα.
Ο διαβόητα αφιλόξενος Ειρηνικός ωκεανός
Οι δυο άνδρες δεν είναι οι μόνοι που πέρασαν μια τέτοια περιπέτεια στον αφιλόξενο Ειρηνικό φέτος. Τον περασμένο Φεβρουάριο ένας ναυτικός που έπεσε από ένα πλοίο ανεφοδιασμού στον ωκεανό κατάφερε να επιβιώσει για δεκατέσσερις ώρες καθώς κρατήθηκε από μία παλιά σημαδούρα που βρέθηκε κοντά του.
Ο Ρώσος Βιντάμ Περεβέρτιλοφ, Α’ μηχανικός του πλοίου Silver Supporter, έπεσε από τα κατάστρωμα του πλοίου του στις 16 Φεβρουαρίου. Το Silver Supporter μετέφερε εφόδια από το λιμάνι του Όκλαντ της Νέας Ζηλανδίας στο απομακρυσμένο νησί Πίτκαιρν που αποτελεί βρετανικό υπερπόντιο έδαφος.
Μετά τη διάσωσή του, είπε στον γιό του ότι ένιωσε ζαλάδα όταν τελείωσε η βραδινή του βάρδια στο μηχανοστάσιο, γύρω στις 4 το πρωί, και βγήκε στο κατάστρωμα για να νιώσει καλύτερα, πριν πέσει στη θάλασσα. «Δεν θυμάται να πέφτει. Ίσως λιποθύμησε», είπε ο γιος του προσθέτοντας ότι ο πατέρας του με την πτώση του στην κρύα θάλασσα, ξύπνησε απότομα και συνειδητοποίησε με τρόμο τι έχει συμβεί βλέποντας το πλοίο του να χάνεται στο σκοτάδι, περίπου 400 μίλια νότια από τα νησιά Αουστράλ, της γαλλικής Πολυνησίας.
Το πλήρωμα, για έξι ολόκληρες ώρες, δεν κατάλαβε πως ο μηχανικός έλειπε. Τελικά, γύρω στις 10 το πρωί, το Silver Supporter έστειλε σήμα κινδύνου για την διάσωση του μηχανικού του και ένα πλοίο του γαλλικού Πολεμικού Ναυτικού ξεκίνησε τις έρευνες.
Στη μέση του ωκεανού, με το πλοίο του να χάνεται από τον ορίζοντα, ο 52χρονος Ρώσος πήρε μία απόφαση που έσωσε τη ζωή του. Είδε ένα μαύρο σημάδι και χωρίς να γνωρίζει τι είναι κολύμπησε προς το μέρος του. Το σημάδι στον ορίζονται αποδείχθηκε ότι ήταν μία εγκαταλειμμένη σημαδούρα ψαρέματος.
Ο Περεβέρτιλοφ κρατήθηκε από αυτήν και δεν την άφησε έως τις 18:00 το απόγευμα όπου εντοπίστηκε ξανά από το πλοίο του. Ανασύρθηκε από το νερό εξαντλημένος αλλά ζωντανός.
«Η επιθυμία του για επιβίωση ήταν δυνατή, αλλά μου είπε πως δυσκολευόταν πολύ να κρατηθεί στην επιφάνεια», κατέληξε με νόημα ο γιος του.
Ο μηχανικός, όπως είπε κατόπιν, άφησε τη σημαδούρα στον ωκεανό και δεν την πήρε ώστε «να μπορέσει να σώζει τη ζωή και κάποιου άλλου ανθρώπου».