Καθηγητής σε πανεπιστήμιο της Σεούλ εμφανίζεται σχεδόν βέβαιος πως πίσω από την επίθεση χάκερ στη Sony βρίσκεται η Βόρεια Κορέα, αλλά δηλώνει πως η Πιονγκγιάνγκ έχει δίκιο να είναι εξοργισμένη με την ταινία-παρωδία για τον Κιμ Γιονγκ Ουν.
«Είμαι κατά 90% σίγουρος ότι πίσω από την πειρατεία της Sony βρίσκεται η Βόρεια Κορέα. Οι Βορειοκορεάτες είναι ικανοί για κάτι τέτοιο, έχουν εκπαιδεύσει ειδικούς της πληροφορικής υψηλού επιπέδου. Το απέδειξαν πέρυσι, με τις επιθέσεις τους εναντίον των πληροφορικών συστημάτων πολλών νοτιοκορεατικών τραπεζών και μέσων ενημέρωσης. Το καθεστώς, άλλωστε, χαιρέτισε με επίσημες δηλώσεις την πειρατεία», δηλώνει σε συνέντευξή του στη Λιμπερασιόν ο Αντρέι Λανκόφ, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Κουκμίν, στη Σεούλ, και ειδικός για τη Βόρεια Κορέα.
Κατά την άποψή του, το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ έχει δίκιο να είναι εξοργισμένο. Η Sony δεν θα τολμούσε ποτέ να γυρίσει μια ταινία σαν το «Interview» για τον Πούτιν ή για τον Σι Τζινπίνγκ, αφού θα φοβόταν τις αγωγές των δικηγόρων και τα οικονομικά αντίποινα από ελκυστικές αγορές. Επέλεξε λοιπόν τη Βόρεια Κορέα επειδή έκρινε ότι ήταν ένας εύκολος στόχος που δεν μπορούσε να απαντήσει.
Η αρχική απόφαση της Sony να ματαιώσει την προβολή της ταινίας δημιούργησε ένα επικίνδυνο προηγούμενο, συνεχίζει ο καθηγητής. Η Πιονγκγιάνγκ γνωρίζει πλέον ότι οι απειλές της μπορεί να έχουν επιπτώσεις στις δυτικές χώρες. Ο κίνδυνος είναι οι εκβιασμοί και η αυτολογοκρισία να γενικευτούν. Θα πρέπει λοιπόν αυτός ο φαύλος κύκλος των αντιποίνων να σπάσει. Όσο λιγότερα κάνουν οι Αμερικανοί, τόσο το καλύτερο.
Τι γνωρίζουμε για το Διαδίκτυο στη Βόρεια Κορέα; «Το Διαδίκτυο είναι πολύ επικίνδυνο για το καθεστώς, και οι ηγέτες της Πιονγκγιάνγκ το ξέρουν καλά», τονίζει ο Αντρέι Λανκόφ, συγγραφέας του βιβλίου «Η πραγματική Βόρεια Κορέα, η ζωή και η πολιτική σε μια αποτυχημένη σταλινική ουτοπία» (εκδ. Oxford University Press).
«Οι τελευταίοι έχουν επίγνωση των πλεονεκτημάτων που προσφέρει ως μέσο επικοινωνίας και ενημέρωσης, αλλά δεν έχουν βρει τον τρόπο να γενικεύσουν τη χρήση του χωρίς να αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για την επιβίωσή τους. Αντίθετα από την κρατούσα άποψη, το καθεστώς δεν είναι παρανοϊκό: γνωρίζει πολύ καλά τους κινδύνους που διατρέχει. Το αποτέλεσμα είναι ότι τόσο οι ιδιώτες όσο και το μεγάλο μέρος των οργανισμών και των θεσμών δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο. Πρόσβαση έχουν μόνο οι ξένοι στις πρεσβείες, καθώς και Βορειοκορεάτες που εργάζονται σε επιλεγμένους οργανισμούς, όπως είναι το υπουργείο Εξωτερικών, οι μυστικές υπηρεσίες και μερικά επιστημονικά ιδρύματα, κυρίως στον πυρηνικό τομέα. Αλλά και εκεί η πρόσβαση είναι περιορισμένη και ελεγχόμενη. Απεριόριστη πρόσβαση έχουν μόνο 1.400 ως 1.500 χρήστες».
Αυτό σημαίνει ότι οι επιπτώσεις μιας βλάβης στο Διαδίκτυο είναι περιορισμένες. Οι Βορειοκορεάτες το γνωρίζουν: αντίθετα με άλλες χώρες, δεν είναι ευάλωτοι στις πειρατείες.
Ο νοτιοκορεάτης καθηγητής είναι κατά 80% σίγουρος ότι πίσω από την πρόσφατη «βλάβη» στο βορειοκορεατικό δίκτυο βρίσκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Αλλά δεν περιμένει απάντηση της Πιονγκγιάνγκ, πέρα από τις συνήθεις καταγγελίες και απειλές. Το καθεστώς θα καταγγείλει πιθανότατα τον Ομπάμα για κυβερνοτρομοκρατία. Δεν αποκλείεται βέβαια ο Κιμ Γιονγκ-ουν να θέσει στο στόχαστρο κάποια άλλη αμερικανική επιχείρηση, καθώς συχνά δρα παρορμητικά. Μια τρομοκρατική επίθεση, όμως, θα πρέπει να αποκλειστεί. Η τελευταία τέτοια πράξη ήταν το 1987, όταν δύο πράκτορες του Βορρά επιτέθηκαν σε αεροσκάφος της Korean Air. To 2012, o Boρράς απείλησε τον Νότο όταν νοτιοκορεατικές εφημερίδες δημοσίευσαν άρθρα που δεν ήταν της αρεσκείας του. Αλλά δεν πραγματοποίησε τις απειλές του. Οι Νοτιοκορεάτες είναι συνηθισμένοι σε τέτοιες απειλές και γνωρίζουν ότι αποτελούν μέρος της βορειοκορεατικής «διπλωματίας».
Και η Κίνα τι ρόλο παίζει; «Προς το παρόν, κανένα! Η κυβέρνηση Ομπάμα ζήτησε από το Πεκίνο να τη βοηθήσει να αντιμετωπίσει τον ηλεκτρονικό βανδαλισμό της Πιονγκγιάνγκ. Οι Κινέζοι δεν θα ήθελαν να εμπλακούν. Αν ληφθεί υπόψη όμως η πρόσφατη επιδείνωση των σχέσεων ανάμεσα στην Κίνα και τη Βόρεια Κορέα, δεν αποκλείεται οι Κινέζοι να δεχθούν τελικά να βοηθήσουν τους Αμερικανούς».