Αν δεν ήταν πραγματικότητα, θα ήταν σίγουρα σενάριο αστυνομικού δράματος. Μια από αυτές τις υποθέσεις που λογίζονται ως το τέλειο έγκλημα, παρά το γεγονός ότι απέχουν παρασάγκας από την τελειότητα. Αλλά και στην επικράτεια του Χόλιγουντ, ακόμα και τα πιο δαιμόνια εγκλήματα εκτροχιάζονται συνήθως από απρόβλεπτους παράγοντες.
Κι εδώ είναι που κερδίζει η πραγματική ζωή, αυτό που έγινε στη Γερμανία το 2009 είναι πραγματικά απίθανο: το έγκλημα και απέδωσε, αλλά και δεν πιάστηκαν ποτέ οι δράστες.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή…
Η ληστεία στο KaDeWe
Τον Ιανουάριο του 2009, κοσμήματα αξίας 6,8 εκατ. δολαρίων έκαναν φτερά από τις προθήκες του Kaufhaus des Westens, του γνωστού σε όλο το Βερολίνο ως KaDeWe, ένα εφταώροφο και πανάκριβο εμπορικό κέντρο που περιλαμβάνεται μάλιστα στα αξιοθέατα της πόλης.
Το KaDeWe είναι ένα πραγματικά πελώριο mall. Άνοιξε τις πύλες του το 1907 και έγινε γρήγορα σύμβολο της πολυτελούς ζωής στο Βερολίνο. Η άρχουσα τάξη το τιμούσε από τότε.
Στο KaDeWe θα βρεις τα πάντα, από ρούχα και ηλεκτρονικά μέχρι έπιπλα, κοσμήματα και φαγητό. Και το τιμούν κάπου 50.000 άνθρωποι τη μέρα.
Με την πόλη να κοιμάται, το κλειστό κύκλωμα του πολυκαταστήματος έπιασε τρεις μασκοφόρους ληστές να γλιστρούν με ανεμόσκαλα από την οροφή, νικώντας κατά κράτος το σοφιστικέ σύστημα ασφαλείας του KaDeWe.
Κατευθύνθηκαν αμέσως στο τμήμα με τα κοσμηματοπωλεία, όπου η μέθοδός τους έγινε πια αρκετά παραδοσιακή: σπάσιμο των βιτρινών και αρπαγή των τιμαλφών. Έφυγαν με κοσμήματα και ρολόγια συνολικής αξίας 6,8 εκατ. δολαρίων.
Η διάρρηξη στο KaDeWe, ένα από τα σύμβολα του Βερολίνου, έγινε παγκόσμια είδηση. Αλλά και εθνική ντροπή, ήταν σαν να χτύπησε την αξιοπρέπεια της πόλης.
Οι New York Times έγραψαν χαρακτηριστικά: «Η ληστεία ήταν πρωτόγνωρη σε κλίμακα και τόλμη, σύμφωνα με την εκπρόσωπο του εμπορικού κέντρου. ‘‘Δεν υπάρχει συγκρίσιμο έγκλημα στην ιστορία του καταστήματος’’, δήλωσε η Petra Fladenhofer».
Η αστυνομία ήταν κάτω από τεράστια πίεση να διαλευκάνει το έγκλημα…
Τι ακολούθησε
Εκείνη την κυριακάτικη νύχτα της 25ης Ιανουαρίου, οι τρεις μασκοφόροι άντρες κατάφεραν να ξεφύγουν. Δεν είχαν κάνει όμως το τέλειο έγκλημα, άφησαν πίσω τους ίχνη. DNA συγκεκριμένα, μια σταγόνα ιδρώτα μέσα σε ένα γάντι, το οποίο βρέθηκε δίπλα στην ανεμόσκαλα που χρησιμοποιήθηκε για να φτάσουν στο ισόγειο.
Η αστυνομία έλεγξε το γενετικό υλικό στις εγκληματικές βάσεις δεδομένων της Γερμανίας και έβγαλε λαβράκι. Δύο λαβράκια, συγκεκριμένα!
Ο υπολογιστής αναγνώρισε πως το DNA ανήκε σε δύο μονοζυγωτικούς διδύμους, τους 27χρονους Hassan και Abbas O. (ο γερμανικός νόμος απαγορεύει τη δημοσίευση των ονομάτων τους).
Οι δύο άνεργοι νεαροί, με καταγωγή από τον Λίβανο, ζούσαν στη Σαξονία από μωρά, δεν είχαν πάρει ωστόσο ποτέ τη γερμανική υπηκοότητα. Και αμφότεροι είχαν πλούσιο ποινικό μητρώο, με κλοπές και απάτες.
Η αστυνομία τους συνέλαβε φυσικότατα στις 11 Φεβρουαρίου σε μια χαρτοπαικτική λέσχη και τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες για τη ληστεία. Αντιμετώπιζαν ποινή φυλάκισης 10 ετών.
Η… αναποδιά
Λίγο πριν την εκδίκαση της υπόθεσης όμως, στις 18 Μαρτίου συγκεκριμένα, τα δυο αδέλφια αφέθηκαν αναπάντεχα ελεύθερα. Οι δύο δίδυμοι, που δεν είχαν κάνει κανένα σχόλιο για την υπόθεσή τους, «γελούν με το επίπεδο του νόμου σε αυτή τη χώρα», όπως έγραψε βιτριολικά η γερμανική Bild.
Το τραγικά αστείο της υπόθεσης είναι το γεγονός ότι οι διωκτικές αρχές δεν είχαν περιθώριο επιλογής, καθώς ο νόμος είναι σαφής. Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος Τύπου της αστυνομίας: «Από τα στοιχεία που έχουμε, μπορούμε να συνάγουμε ότι τουλάχιστον ένα από τα αδέλφια πήρε μέρος στο έγκλημα, αλλά δεν ήταν δυνατό να καθοριστεί ποιο».
Οι μονοζυγωτικοί (πανομοιότυποι) δίδυμοι μοιράζονται το 99,99% του γενετικού τους κώδικα. Οι απειροελάχιστες διαφορές είναι αδύνατον να απομονωθούν, εξαιτίας της ίδιας της φύσης του DNA. Οι μικροδιαφορές ενυπάρχουν σε μεταλλάξεις σε κάποια όργανα ή ιστούς του σώματός τους.
«Για να αναγνωριστούν αυτές οι διαφορές, θα χρειαζόταν να διαμελίσουμε τους υπόπτους», είχε δηλώσει ο Peter M. Schneider, καθηγητής εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας.
«Τα χέρια μας είναι δεμένα σε μια υπόθεση σαν αυτή», σχολίασε τότε και ο καθηγητής ποινικού δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, Hans-Ullrich Paeffgen, «ο νόμος δεν μας επιτρέπει να κρατούμε κάποιον επ’ αόριστον επειδή κατηγορείται για ένα έγκλημα».
Πώς τη γλίτωσαν
Ο μόνος σίγουρος τρόπος να ξεχωρίσεις τους μονοζυγωτικούς διδύμους είναι από τα δαχτυλικά τους αποτυπώματα, τα οποία δεν είναι ίδια. Μόνο που οι ληστές του KaDeWe φρόντισαν να μην αφήσουν τέτοια πράγματα ξωπίσω τους.
Τις έρευνες δεν βοήθησε επίσης καθόλου το γεγονός ότι αμφότεροι οι αδελφοί είχαν ποινικό μητρώο. Αλλά και το ότι φορούσαν μάσκες, κι έτσι δεν μπορούσαν να αναγνωριστούν από τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους.
Οι δυο τους δήλωναν αθώοι, άσχετοι με την υπόθεση. Το μόνο που ήξερε η αστυνομία του Βερολίνου ήταν ότι ένας τους είχε εμπλακεί στη ληστεία. Ποιος όμως;
Ο δικηγόρος του Hassan O., Axel Weimann, είπε χαρακτηριστικά: «Αυτοί που παραμένουν σιωπηλοί, δεν σημαίνει πως συγκαλύπτουν την ενοχή τους, αλλά πως εξασκούν απλώς τα συνταγματικά τους δικαιώματα».
Όσο για το γάντι με το DNA, για τον Weimann ήταν απλώς απόδειξη ότι το είχε φορέσει ένας από τους δύο. Όχι απαραίτητα τη μέρα της ληστείας. Θα μπορούσε δηλαδή να το είχε αφήσει κάποιος άλλος εκεί ώστε να τους ενοχοποιήσει εσκεμμένα.
Η αλήθεια είναι πως υπήρχε από τότε τρόπος να διαφοροποιηθεί το DNA των μονοζυγωτικών διδύμων, όπως αποκάλυψε αργότερα το Der Spiegel, η μέθοδος είναι όμως πολύ ακριβή και χρονοβόρα. Αλλά «ο γερμανικός νόμος περιορίζει τον αριθμό των γενετικών αναλύσεων που μπορούν να κάνουν οι ερευνητές», έγραψε το περιοδικό.
Και για «την προβληματική υπόθεση από το Βερολίνο», όπως έμεινε γνωστή στα ποινικά χρονικά της Γερμανίας, «δεν είναι καν αρκετή, όπως λένε οι ειδικοί».
Οι εισαγγελικές αρχές ήταν μπροστά σε ένα δίλημμα. Αν κατηγορούσαν και τα δύο αδέρφια, ο ένας από τους δύο ίσως ήταν αθώος. Αν κατηγορούσαν μόνο τον έναν, πώς θα επέλεγαν ποιον; «Ο γερμανικός νόμος ορίζει ότι κάθε εγκληματίας πρέπει να αποδειχτεί μεμονωμένα ένοχος», εξηγούσε το Der Spiegel.
Εισαγγελέας και ανακριτής δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να τους αφήσουν ελεύθερους. Ο τρίτος ληστής δεν εμφανίστηκε ποτέ. Όπως άφαντα παρέμειναν και τα κλοπιμαία.
Χωρίς περισσότερα στοιχεία, είναι σαν αυτή η ληστεία να μην έγινε ποτέ. Και πλέον που έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα των 10 ετών, το έγκλημα πράγματι δεν έγινε ποτέ.
«Ο μύλος της δικαιοσύνης γυρνά αργά και κάποιες φορές όχι πολύ αποδοτικά», παρατηρούσε σχετικά ο ακαδημαϊκός Paeffgen. Και οι δίδυμοι σίγουρα θα συμφωνούν.
«Είμαστε περήφανοι για το δικαστικό σύστημα της Γερμανίας και ευγνώμονες», δήλωσαν μέσω εκπροσώπου στην εφημερίδα Der Tagesspiegel όταν ο κίνδυνος είχε παρέλθει…