Η Κίνα παρέπεμψε τις Ηνωμένες Πολιτείες στα δικά τους «παραπτώματα» όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, αντιδρώντας στο φόρο τιμής που απέτισε η Ουάσινγκτον στα θύματα της πλατείας Τιενανμέν, 32 χρόνια μετά την αιματηρή καταστολή του κινήματος υπέρ της δημοκρατίας στο Πεκίνο, αναφέρει το ΑΠΕ.
Απευθυνόμενος στους δημοσιογράφους, ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών Ουάνγκ Ουενμπίν επανέλαβε πως η χώρα του έχει «από καιρό εξαγάγει ένα σαφές συμπέρασμα» σχετικά με «τις ταραχές του τέλους των χρόνων του 1980».
Τη νύκτα της 3ης προς την 4η Ιουνίου 1989, ο κινεζικός στρατός είχε προχωρήσει στην αιματηρή καταστολή φοιτητών που διαδήλωναν επί επτά εβδομάδες στην τεράστια πλατεία Τιενανμέν στην καρδιά του Πεκίνου, με αποτέλεσμα εκατοντάδες, ακόμη και περισσότερους από χίλιους νεκρούς. Το θέμα αυτό είναι ταμπού στην Κίνα, όπου το κομμουνιστικό καθεστώς ουδέποτε εξέφρασε κάποια μετάνοια για τη σφαγή του 1989.
Οι ΗΠΑ αντίθετα τίμησαν χθες, Πέμπτη, τη μνήμη των θυμάτων δια του υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος ζήτησε από το Πεκίνο να ανακοινώσει έναν απολογισμό θυμάτων για τα γεγονότα αυτά.
Σε απάντηση, η κινεζική διπλωματία κάλεσε την Ουάσινγκτον «να κοιτάξει κατά πρόσωπο τις δικές της παραβιάσεις όσον αφορά τα δικαιώματα του Ανθρώπου». «Το Άγαλμα της Ελευθερίας υψώνεται εδώ και πάνω από 100 χρόνια. Όμως οι μειονότητες στις Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να μην έχουν αληθινή ελευθερία», κατήγγειλε ο Ουάνγκ.
«Ένας αιώνας πέρασε από τη σφαγή της Τάλσα, όμως ο Τζόρτζ Φλόιντ εξακολουθεί να μην μπορεί να αναπνεύσει», συνέχισε αναφερόμενος στο θάνατο ενός μαύρου που σκοτώθηκε τον Μάιο 2020 από την αστυνομία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στο Χονγκ Κονγκ, όπου γινόταν παραδοσιακά μια αγρυπνία προς τιμήν της «Άνοιξης του Πεκίνου», η τελετή απαγορεύθηκε για δεύτερη διαδοχική χρονιά.
Περίπου 7.000 αστυνομικοί κινητοποιήθηκαν για να αποθαρρύνουν τους κατοίκους να αψηφήσουν την απαγόρευση και μια από τις οργανώτριες της αγρυπνίας, η Τσόου Χανγκ-τουνγκ, συνελήφθη τα χαράματα.