Παρά τους πανηγυρισμούς έξω από τον καθεδρικό ναό του Μπουένος Άιρες χθες, ημέρα της εκλογής του νέου πάπα Φραγκίσκου του α’, η χαρμόσυνη είδηση επισκιάστηκε από τα ερωτηματικά σχετικά με το ρόλο της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας και του νέου επικεφαλής της την περίοδο της βάναυσης δικτατορίας στην Αργεντινή, αναφέρει η Guardian.
Η ρωμαιοκαθολική εκκλησία και ο πάπας Φραγκίσκος ο α’ έχουν κατηγορηθεί για ένοχη σιωπή κατά τη διάρκεια του «βρόμικου πολέμου» των δολοφονιών και των απαγωγών που πραγματοποίησε η χούντα της Αργεντινής από το 1976 έως το 1983.
Ωστόσο τα στοιχεία είναι ατελή και αμφιλεγόμενα. Τα ντοκουμέντα έχουν καταστραφεί και πολλοί από αυτούς που ήταν θύματα ή θύτες πέθαναν στα χρόνια που ακολούθησαν. Επίσης, η πραγματικότητα εκείνης της εποχής έθεσε πολλούς ανθρώπους σε «γκρίζα» περιοχή. Ήταν επικίνδυνο να μιλήσεις ανοικτά και επίσης κίνδυνος να χαρακτηριστείς αντιφρονούντας. Ωστόσο, υπήρξαν πολλοί, μεταξύ των οποίων ιερείς και επίσκοποι, που το έκαναν και στη συνέχεια εξαφανίστηκαν. Εκείνοι που έμειναν στη σιωπή θα έπρεπε να ζήσουν με τη συνείδησή τους.
Η συμπεριφορά της κατά τη διάρκεια αυτής της σκοτεινής περιόδου στην Αργεντινή ήταν τέτοια, που το 2000 η καθολική εκκλησία της χώρας προέβη σε δημόσια απολογία για την αποτυχία της να αντισταθεί στους στρατηγούς. «Θέλουμε να ομολογήσουμε ενώπιον του Θεού όλα τα σφάλματά μας», είπαν.
Το Φεβρουάριο, δικαστήριο αποφάσισε την καταδίκη τριών πρώην στρατιωτικών σε ισόβια για το θάνατο δύο ιερέων, για τους οποίους η ιεραρχία είχε κλείσει τα μάτια της.
Ως επικεφαλής των Ιησουιτών από το 1973 έως το 1979, ο Jorge Bergoglio, σημερινός πάπας, ήταν μέλος της ιεραρχίας κατά τη διάρκεια της περιόδου στην οποία η ευρύτερη καθολική εκκλησία υποστήριζε τη χούντα και καλούσε το ποίμνιο να φερθεί πατριωτικά.
Ο Bergoglio αρνήθηκε δύο φορές να καταθέσει στο δικαστήριο σχετικά με το ρόλο του ως επικεφαλής των Ιησουιτών. Όταν τελικά εμφανίστηκε ενώπιον του δικαστηρίου το 2010, δικηγόροι τον κατηγόρησαν για προφάσεις.
Η βασική κατηγορία εναντίον του Bergoglio ήταν η εμπλοκή του στην υπόθεση της απαγωγής δύο ιησουιτών ιερέων. Ο Orlandio Yorio και ο Francisco Jalics είχαν απαχθεί από αξιωματικού του ναυτικού το 1976 και είχαν κρατηθεί υπό απάνθρωπες συνθήκες για το ιεραποστολικό τους έργο σε φτωχογειτονιές της χώρας, μία πολιτικά επικίνδυνη δραστηριότητα εκείνη την εποχή.
Ο δριμύτερος επικριτής του σημερινού πάπα είναι ο δημοσιογράφος Horacio Verbitsky, ο οποίος έγραψε το βιβλίο με τον τίτλο “El Silencio” (η σιωπή), όπου ισχυρίζεται ότι ο Bergoglio απέσυρε την προστασία από τους δύο ιερείς, δίνοντας στο στρατιωτικό καθεστώς το πράσινο φως για την απαγωγή τους.
Οι ισχυρισμοί προέρχονται από τον Francisco Jalics, ο οποίος απελευθερώθηκε μετά το βασανισμό του και πήγε σε μοναστήρι στη Γερμανία.
Ο Bergolio αποκάλεσε τις κατηγορίες συκοφαντία και ισχυρίστηκε ότι, αντιθέτως, παρασκηνιακά επιχείρησε να σώσει τις ζωές των δύο ιερέων και άλλων που έκρυβε από τα τάγματα θανάτου. Σε μία περίπτωση ισχυρίζεται ότι έδωσε την ίδια του την ταυτότητα σε έναν αντιφρονούντα που του έμοιαζε, έτσι ώστε να φύγει από τη χώρα.
Για ορισμένους, αυτή η πράξη των καθιστά ήρωα. Άλλοι αμφιβάλλουν. Ο Eduardo de la Serna, συντονιστής ομάδας ιερέων της αριστερής πτέρυγας, που επικεντρώνονται σε θέματα φτωχών, είπε στο Radio de Plate ότι «ο Bergoglio είναι ένας άνθρωπος της εξουσίας και ξέρει πώς να τοποθετεί εαυτόν μεταξύ των ισχυρών. Έχω ακόμα πολλές αμφιβολίες για το ρόλο του όσον αφορά τους Ιησουίτες που εξαφανίστηκαν στη δικτατορία».
Πολλοί στην εκκλησία θέλουν να προχωρήσουν πέρα από αυτή τη σκοτεινή περίοδο της ιστορίας της Αργεντινής. Λένε ότι ο νέος πάπας βοήθησε στο να γιατρευτούν οι πληγές του βρόμικού πολέμου και στην αποκατάσταστη της αξιοπιστίας της καθολικής ιεραρχίας.
Τα όσα συνέβησαν στη χούντα δεν θα μείνουν όμως στο παρελθόν, καθώς οι χουντικοί ακόμα δικάζονται. Αυτή την εβδομάδα δικαστήριο του Μπουένος Άιρες καταδίκασε τον τελευταίο δικτάτορα Reynaldo Bignone σε ισόβια κάθειρξη για εγκλήματα που σχετίζονται με την εξαφάνιση 23 ανθρώπων, συμπεριλαμβανόμενων και δύο εγκύων γυναικών, όταν ήταν στην εξουσία στη δεκαετία του ’80.