Σαράντα πέντε επιβαίνοντες σε μία βάρκα με 150 επίδοξους μετανάστες, η οποία βυθίστηκε στο στενό της Σούντα, στην Ινδονησία, περισυνελέγησαν ζωντανοί, τονίζεται σήμερα στον πρόχειρο απολογισμό της Αυστραλιανής Αρχής Ασφάλειας Ναυσιπλοΐας (AMSA).
«Τα εμπλεκόμενα στην επιχείρηση έρευνας και διάσωσης πλοία στην Ινδονησία περισυνέλεξαν 45 επιζώντες», τονίζει η Αρχή. Τρεις εξ αυτών είναι σοβαρά τραυματίες, αλλά η κατάστασή τους κρίνεται σταθερή και δεν εμπνέει ανησυχία.
Αρχικά είχε ανακοινωθεί πως οι διασωθέντες είναι 22, όμως ένα από τα σκάφη του αυστραλιανού πολεμικού ναυτικού , το HMAS Μέιτλαντ, ανέφερε πως διέσωσε άλλους 23. Στις επιχειρήσεις συμμετέχουν τρία πλοία του εμπορικού ναυτικού, και οι έξι πρώτοι επιζώντες διασώθηκαν από ένα εξ αυτών, το «Μπαχρέιν».
Ο κυβερνήτης του πλοίου αυτού Μανουέλ Νιστορέσκου, δήλωσε στην Σάντεϊ Μόρνινγκ Χέραλντ πως οι άνδρες του άκουσαν τις κραυγές αγωνίες των ναυαγών και αποφάσισε να κατεβάσει μία σωτήρια λέμβο παρά το πυκνό σκοτάδι, που εμπόδιζε κάθε ορατότητα.
Οι διασωθέντες, σε καλή κατάσταση σχεδόν όλοι τους, αφηγήθηκαν πως το πλοιάριό τους, στο οποίο επέβαιναν 150 άνθρωποι–μεταξύ τους γυναίκες και παιδιά–υπέστη μηχανική βλάβη κι άρχισαν να μπαίνουν νερά, με αποτέλεσμα να βυθιστεί, διότι οι αντλίες του ήσαν ελαττωματικές.
«Οι επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης θα συνεχιστούν έως αύριο, με προτεραιότητα τη περισυλλογή επιζώντων», τονίζει η AMSA. Οι διασωθέντες διακομίζονται στο νοσοκομείο του Μεράκ, στην Ινδονησία για εξετάσεις, ενώ ένα σκάφος του ινδονησιακού ναυτικού που μεταφέρει γιατρούς βρίσκεται εν πλω προς τη περιοχή όπου έγινε το ναυάγιο.
Η Ινδονησία είχε ανακοινώσει τον τερματισμό των επιχειρήσεων διάσωσης το βράδυ της Τετάρτης, καθώς δεν έγινε κατορθωτό να εντοπισθεί το ναυαγισμένο πλοιάριο πριν από την διάσωση των πρώτων έξι ναυαγών.