Τη διαπραγματευτική θέση της ΕΕ σε ό,τι αφορά τις διαβουλεύσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο για τη λεγόμενη «μεταβατική περίοδο» μετά το Brexit, ενέκριναν σήμερα οι 27 υπουργοί Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Οι «27» έδωσαν και επισήμως «εντολή» στη διαπραγματευτική ομάδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις με τη βρετανική πλευρά στη βάση των θέσεων που υιοθετήθηκαν σήμερα.
Ειδικότερα, η μεταβατική περίοδος προτείνεται να καλύπτει το διάστημα μεταξύ της επομένης του Brexit (δηλαδή της 30ης Μαρτίου 2019) και της 31ης Δεκεμβρίου 2020. Ο στόχος αυτής της μεταβατικής περιόδου είναι να αποφευχθεί μια ξαφνική αλλαγή στους κανόνες για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις λίγο μετά τις 30 Μαρτίου 2019, την πρώτη ημέρα της Brexit. Θα συμβάλει επίσης στην προετοιμασία της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου που θα διέπει τις σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου στο μέλλον.
Σύμφωνα με τη θέση της ΕΕ, κατά τη μεταβατική περίοδο το ευρωπαϊκό κεκτημένο της ΕΕ θα εξακολουθήσει να εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο «σαν να ήταν κράτος-μέλος». Το Ηνωμένο Βασίλειο θα εξακολουθήσει επίσης να υπόκειται στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, «συμπεριλαμβανομένης της αρμοδιότητας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου της ΕΕ».
Στον αντίποδα, όμως, «το Ηνωμένο Βασίλειο, ως ήδη τρίτη χώρα, δεν θα συμμετέχει πλέον στα θεσμικά όργανα και στη λήψη αποφάσεων της ΕΕ».
Σε ό,τι αφορά την εμπορική πολιτική και τις διεθνείς συμφωνίες, το Ηνωμένο Βασίλειο θα παραμείνει δεσμευμένο από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συμφωνίες που έχει συνάψει η ΕΕ, ενώ δεν θα συμμετέχει πλέον σε οποιαδήποτε όργανα δημιουργηθούν από τις εν λόγω συμφωνίες. Όπως αναφέρει, δε, η διαπραγματευτική εντολή, «δεδομένου ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα εξακολουθήσει να συμμετέχει στην τελωνειακή ένωση και στην ενιαία αγορά (με τις τέσσερις ελευθερίες)», κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, θα πρέπει να συνεχίσει να συμμορφώνεται με την εμπορική και δασμολογική πολιτική της ΕΕ «και να διασφαλίζει ότι όλοι οι έλεγχοι της ΕΕ διεξάγονται κανονικά στα σύνορα».