Το 2016 ήταν χρονιά ρεκόρ για την ιταλική ακτοφυλακή καθώς διέσωσε 180.000 πρόσφυγες, ενώ περισσότεροι από 4.800 πνίγηκαν ή εξαφανίστηκαν στη Μεσόγειο.
Μια σειρά κόκκινα τηλέφωνα, τοίχοι καλυμμένοι με ναυτικούς χάρτες: από αυτή τη μικρή αίθουσα ενός υπουργικού κτιρίου στη νότια Ρώμη η ακτοφυλακή συντονίζει όλες της τις ενέργειες διάσωσης στα ανοικτά της Λιβύης.
«Μόλις λαμβάνουμε μια κλήση για βοήθεια, γινόμαστε μαέστροι», συντονίζοντας σχεδόν όλα τα πλοία -της ακτοφυλακής, του Πολεμικού Ναυτικού, των ανθρωπιστικών οργανώσεων και τα εμπορικά- που βρίσκονται στην περιοχή, εξηγεί ο εκπρόσωπος της ιταλικής ακτοφυλακής Φίλιπο Μαρίνι.
Κατανεμημένοι κατά μήκος των 8.000 χιλιομέτρων των ιταλικών ακτών, τα 11.000 μέλη της ακτοφυλακής είναι υπεύθυνα καθημερινά για τη ναυτική ασφάλεια, την προστασία του οικοσυστήματος και τον έλεγχο της αλιείας.
Η ζώνη εποπτείας τους καλύπτει περίπου 500.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα γύρω από την ιταλική χερσόνησο και τα νησιά της, όμως η αδυναμία των συναδέλφων τους της Λιβύης καθιστά ντε φάκτο το Κέντρο Συντονισμού Επιχειρήσεων Διάσωσης της Ρώμης αρμόδιο για το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής μεταξύ της Λιβύης και της Ιταλίας.
Και πλέον πρόκειται για μια θαλάσσια περιοχή με μεγάλη κίνηση: το 2014 διασώθηκαν εκεί 170.000 άνθρωποι, 153.000 το 2015 και σχεδόν 180.000 φέτος, εκ των οποίων περισσότεροι από 4.000 την προηγούμενη εβδομάδα, την ώρα που τα περισσότερα σωστικά πλοία έχουν αναστείλει τις δραστηριότητές τους για τον χειμώνα.
Και αν τα ποσοστά μοιάζουν να μένουν περίπου ίδια, οι νέες τακτικές των διακινητών επέφεραν σημαντικές αλλαγές φέτος στην καθημερινότητα της ιταλικής ακτοφυλακής, με αύξηση κατά 40% του αριθμού των πλοιαρίων που έχουν διασωθεί, τα οποία πλέον είναι μικρά, και με μια αύξηση των ταυτόχρονων αναχωρήσεων.
«Τα τελευταία χρόνια οι διακινητές έστελναν μεγαλύτερα πλοία, τα οποία ήταν πάντα εξοπλισμένα με δορυφορικό τηλέφωνο», εξήγησε ο Σέρτζιο Λιάρντο επικεφαλής του επιχειρησιακού κέντρου. «Τώρα αναχωρούν τέσσερα μικρά πλοιάρια με μόνο ένα δορυφορικό τηλέφωνο».
Το πλοιάριο στο οποίο βρίσκεται το δορυφορικό τηλέφωνο είναι εύκολο να εντοπιστεί, όχι όμως τα άλλα τρία, την ώρα μάλιστα που ξεφουσκώνουν και παίρνουν γρήγορα νερό, ενώ η υποθερμία, ο υπερβολικός αριθμός επιβαινόντων και η εισπνοή καυσίμου μπορεί να αποβούν μοιραία μέσα σε λίγες ώρες για τους εξασθενημένους πρόσφυγες και μετανάστες.
Επιπλέον είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστεί ένα μικρό πλοιάριο σε μια τόσο μεγάλη έκταση, με τις μη κυβερνητικές οργανώσεις να εκφράζουν συχνά τον φόβο ότι πολλά από αυτά ενδέχεται να έχουν βουλιάξει χωρίς ίχνη. «Δεν αποκλείεται», δήλωσε ο Σέρτζιο Λιάρντο.
Η άλλη μεγάλη πρόκληση φέτος ήταν η μαζικές αναχωρήσεις. Περισσότεροι από 13.000 άνθρωποι διασώθηκαν στη διάρκεια μίας εβδομάδας στο τέλος Μαΐου, 14.000 μέσα σε πέντε ημέρες στα τέλη Αυγούστου και το απόλυτο ρεκόρ των 7.000 ανθρώπων (σε 53 πλοιάρια) στις 29 Αυγούστου και ακόμη 6.000 στις 3 Οκτωβρίου.
Στην Ιταλία, όπου τα κέντρα υποδοχής είναι υπερπλήρη, οι αριθμοί αυτοί προκαλούν ποικίλες αντιδράσεις και ρίχνουν νερό στον μύλο λαϊκιστικών κομμάτων, όπως το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και η Λέγκα του Βορρά, που καταγγέλλουν ότι η χώρα δεν έχει υποχρέωση να δέχεται ανθρώπους που διασώθηκαν 30 μίλια από τη Λιβύη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε η Ρώμη στις Βρυξέλλες, η διάσωση των προσφύγων στη θάλασσα κόστισε φέτος 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα 2,3 δισ. για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο.
«Έχουμε υποχρέωση να μην αφήσουμε αυτούς τους ανθρώπους να πεθάνουν. Αν το κάνουμε, θα πρέπει να λογοδοτήσουμε ενώπιον της δικαιοσύνης», υπογράμμισε ο Μαρίνι. «Και επιπλέον είναι θέμα ανθρωπιάς».