Η τηλεφωνική συνομιλία που είχε ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ στις 2 Δεκεμβρίου με την πρόεδρο της Ταϊβάν Τσάι Ινγκ-γουέν ήταν η πρώτη επικοινωνία Αμερικανού προέδρου ή εκλεγμένου Αμερικανού προέδρου με ηγέτη της Ταϊβάν, από την εποχή που ο πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ άλλαξε το καθεστώς διπλωματικής αναγνώρισης το 1979. Μετά το χειρισμό του προέδρου Κάρτερ, η αμερικανική εξωτερική πολιτική θεωρεί την Ταϊβάν ως τμήμα της «μιας Κίνας».
«Καταλαβαίνω πλήρως την πολιτική για τη “μία Κίνα”, αλλά δε βλέπω το λόγο για τον οποίο θα πρέπει να μας δεσμεύει, εκτός κι αν καταλήξουμε σε συμφωνία για άλλα θέματα, μεταξύ αυτών και το εμπόριο», δήλωσε χθες χαρακτηριστικά ο Τραμπ στην εκπομπή “Fox News Sunday” του τηλεοπτικού δικτύου Fox. Ωστόσο, οι Κινέζοι αξιωματούχοι δεν απάντησαν άμεσα στη δήλωση αυτή.
Μετά την τηλεφωνική συνομιλία που είχε ο Τραμπ με την πρόεδρο της Ταϊβάν, αξιωματούχοι της κυβέρνησης του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα είχαν συνομιλίες με Κινέζους αξιωματούχους προκειμένου να διαβεβαιώσουν για τη συνέχιση της εφαρμογής της πολιτικής για τη “μία Κίνα”, που έχει υιοθετήσει τις τελευταίες δεκαετίες, η Ουάσιγκτον. Παράλληλα, η αποχωρούσα αμερικανική διακυβέρνηση, προειδοποίησε ότι η ανάδειξη του ζητήματος της Ταϊβάν, θα μπορούσε να υποβαθμίσει την πρόεδρο που έχει σημειωθεί στις διμερείς σχέσεις των ΗΠΑ με την Κίνα.
Μετά τις χθεσινές δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ, αξιωματούχος του Λευκού Οίκου τόνισε ότι η διακυβέρνηση Ομπάμα εμμένει στις θέσεις που έχει εκφράσει για το ζήτημα αυτό.
Κατά τη χθεσινή του συνέντευξη στο Fox, ο Ντόναλντ Τραμπ άσκησε κριτική στη συναλλαγματική πολιτική που ακολουθεί η Κίνα, στις δραστηριότητες που έχει στη Νότια Σινική Θάλασσα, αλλά και στη στάση (ανοχής) που τηρεί έναντι της Βόρειας Κορέας. Παράλληλα, εξήγησε ότι δεν είναι δουλειά του Πεκίνου ν’ αποφασίζει πότε ο ίδιος θα δεχτεί ένα τηλεφώνημα από την ηγέτη της Ταϊβάν.
«Δεν επιθυμώ η Κίνα να μου υπαγορεύει τι θα κάνω κι αυτό ήταν ένα τηλεφώνημα για μένα. Ήταν μια ευγενική τηλεφωνική συνομιλία. Σύντομο. Και γιατί κάποια άλλη χώρα να έχει λόγο στα ποια τηλεφωνήματα θα δέχομαι;» αναρωτήθηκε ο Τραμπ. «Η άρνησή μου να μιλήσω στο τηλέφωνο, νομίζω ότι θα ήταν αγένεια», εξήγησε ο ίδιος.
Ο Τραμπ σχεδιάζει να τοποθετήσει ως πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Κίνα, έναν παραδοσιακό φίλο του Πεκίνου. Είναι ο Τέρι Μπράνσταντ, κυβερνήτης της Αϊόβα.
Για την δεύτερη θέση στην ιεραρχία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ η ομάδα του Τραμπ εξετάζει την υποψηφιότητα του Τζον Μπόλτον, πρώην αξιωματούχου της κυβέρνησης Μπους. Ο Μπόλτον τάσσεται υπέρ της υιοθέτησης μιας πιο σκληρής γραμμής από τις ΗΠΑ έναντι της Κίνας, σύμφωνα με πηγή που έχει γνώση του ζητήματος. Σε άρθρο του, που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «The Wall Street Journal»τον περασμένο Ιανουάριο, ο Μπόλτον είχε υποστηρίξει ότι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ θα πρέπει να κάνει πιο γενναία βήματα προκειμένου ν’ αντιμετωπίσει την επιθετικότητα της Κίνας στη Νότια Σινική Θάλασσα.
Σύμφωνα με την άποψη του Μπόλτον, η Ουάσιγκτον θα πρέπει να εφαρμόσει μια τακτική «διπλωματικής κλιμάκωσης» της έντασης στις σχέσεις της με το Πεκίνο. Η τακτική αυτή θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί με την υποδοχή διπλωματών από την Ταϊβάν στο αμερικανικό ΥΠΕΞ και να οδηγήσει στην αποκατάσταση της πλήρους διπλωματικής αναγνώρισης από τις ΗΠΑ.
Στο σημείο αυτό, ο Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να εφαρμόζει πρακτικά τις απόψεις του Τζον Μπόλτον αξιοποιώντας μία τακτική διπλωματικής κλιμάκωσης των διμερών σχέσεων και προσβλέποντας στη διεξαγωγή διμερών διαπραγματεύσεων με την Κίνα προκειμένου να επαναπροσδιοριστεί το μελλοντικό πλαίσιο σχέσεων ΗΠΑ-Κίνας