Επί 8,5 χρόνια η Νατάσα Κάμπους βίωνε εγκλεισμό, βιασμούς και ανείπωτη ψυχολογική κακοποίηση από τον διαταραγμένο Βόλφγκανγκ Πρίκλοπιλ που την είχε αρπάξει τον Μάρτιο του 1998, ενώ πήγαινε στο σχολείο της.
Ο τόπος των βασανιστηρίων της Κάμπους, που άρχισαν μόλις από την τρυφερή ηλικία των 10 ετών, ήταν το σπίτι του Πρίκλοπιλ στο προάστιο Strasshof της Βιέννης. Εκεί ο άνδρας είχε φτιάξει ένα κρυμμένο μυστικό δωμάτιο για τη «σκλάβα» του.
Σε αυτό το ίδιο σπίτι, που αποτέλεσε για εκείνη «κλουβί φυλακής» για τόσα χρόνια, περνά σήμερα η 28χρονη πλέον Κάμπους τα Σαββατοκύριακά της, όπως γράφει η Daily Mail, καθώς βρίσκεται στην κατοχή της, όπως και το αυτοκίνητο του απαγωγέα της.
Ύστερα από χρόνια ξυλοδαρμών, πείνας και βιασμών, στις 23 Αυγούστου του 2006 βρήκε την ευκαιρία και τόλμησε να το σκάσει.
«Εκείνη την ημέρα έπρεπε να καθαρίσω το αυτοκίνητό του», είχε αφηγηθεί σε παλαιότερη συνέντευξή της στη γερμανική εφημερίδα Bild. «Ήθελε να το πουλήσει και μου είχε πει να το καθαρίσω πάρα πολύ καλά. Θυμάμαι πως ένιωθα πως μπορούσα να φάω ολόκληρο άλογο, του έφτιαχνα σάντουιτς για πρωινό αλλά εγώ δεν έτρωγα τίποτα». Στις 12:56 ο Πρικλοπιλ δέχθηκε ένα τηλεφώνημα στο κινητό του κι αυτό του απέσπασε για λίγο την προσοχή. «Με παρακολουθούσε όλη την ώρα. Αλλά επειδή εκείνη την ώρα είχα αναμμένη την ηλεκτρική σκούπα έπρεπε να κάνει μερικά βήματα πιο πέρα για να ακούει. Σύρθηκα στην πόρτα που συνήθως ήταν μπλοκαρισμένη με βαριά αντικείμενα, αλλά όχι εκείνη την ημέρα. Δεν μπορούσα ούτε να αναπνεύσω, ένιωθα να έχω διαλυθεί, σαν τα χέρια και τα πόδια μου να είχαν παραλύσει», είναι η ανατριχιαστική περιγραφή της.
Στις 12:58 άνοιξε την πόρτα κι έτρεξε προς την ελευθερία της βάζοντας τέλος στην ασύλληπτη κακοποίηση και τον βασανισμό της που είχε κρατήσει 8,5 χρόνια.
«Κοίταξα δεξιά κι αριστερά και δεν ήξερα πού να πάω», θυμάται, «μετά άρχισα να τρέχω». Προσπέρασε δύο σπίτια όπου θα μπορούσε να είχε ζητήσει βοήθεια γιατί φοβόταν μήπως ο απαγωγέας της την ακολουθούσε εκεί. Έτσι συνέχισε να απομακρύνεται. Συνάντησε δύο άνδρες που ταξίδευαν με ένα αγόρι και τους ζήτησε να κάνει ένα τηλεφώνημα από το κινητό τους αλλά εκείνοι την αγνόησαν. «Τότε είδα μια γυναίκα σε ένα σπιτάκι κήπου, της χτύπησα το παράθυρο και ψιθύρισα ‘σας παρακαλώ, βοηθήστε με’. Εκείνη κάλεσε την αστυνομία κι έτσι η περιπέτειά της, στο σκέλος της απαγωγής της, άρχισε να οδεύει προς το τέλος.
Τα σημάδια ωστόσο της απερίγραπτης δοκιμασίας που υπέστη, ακόμα και δέκα χρόνια μετά, δεν την αφήνουν να ξαναρχίσει τη ζωή της. Δίαυλο με το σκοτεινό παρελθόν της αποτελεί και το εν λόγω σπίτι, στο οποίο περνά τα Σαββατοκύριακά της.
Όπως σημειώνει η Daily Mail, παρότι έβγαλε πολλά λεφτά από συνεντεύξεις και τα βιβλία της, παραμένει το μικρό χαμένο κοριτσάκι που ήταν στην περίοδο της αιχμαλωσίας της. Δυσκολεύεται να βρίσκεται με άλλους ανθρώπους και όπως λέει η καλύτερη συνθήκη για να βγαίνει έξω είναι να βρέχει και οι άνθρωποι να κρύβονται πίσω από τις ομπρέλες τους…