«Ηθική αδυναμία» χαρακτήρισε ο πρώην ισχυρός άνδρας του ΔΝΤ ό,τι συνέβη με την περίφημη καμαριέρα στη σουίτα του ξενοδοχείου Sofitel στη Νέα Υόρκη.
Σε συνέντευξή του στο γαλλικό τηλεοπτικό δίκτυο TF1 ο Ντομινίκ Στρος-Καν αποκάλυψε πως ήρθε σε ερωτική επαφή με την καμαριέρα ξεκαθαρίζοντας, ωστόσο, πως δεν υπήρξε βία, εξαναγκασμός ή επίθεση, χαρακτηρίζοντας το περιστατικό «ένα λάθος».
«Ήταν λάθος για τη γυναίκα μου, τα παιδιά μου, τους φίλους μου και για τους Γάλλους πολίτες που είχαν εναποθέσει τις ελπίδες του για αλλαγή σε εμένα», είπε ο Στρος- Καν υποστηρίζοντας ότι η καμαριέρα είπε ψέματα.
Στη πρώτη του τηλεοπτική συνέντευξη από τις 14 Μαΐου, όταν και συνελήφθη κατηγορούμενος για τον βιασμό της καμαριέρας, ο Στρος-Καν είπε ότι θα μετανιώνει για πάντα για την πράξη του.
Ο Στρος-Καν, που εμφανίστηκε στην εκπομπή φορώντας ένα μαύρο κοστούμι και γραβάτα, διαβεβαίωσε ότι δεν σκοπεύει να διαπραγματευτεί στην αγωγή που έχει καταθέσει εναντίον του η Ντιαλό ζητώντας αποζημίωση για ηθική βλάβη.
Ο πρώην ισχυρός άνδρας του ΔΝΤ εκμυστηρεύθηκε άλλωστε ότι φοβήθηκε πολύ και ότι αισθάνθηκε ταπεινωμένος όταν συνελήφθη στη Νέα Υόρκη στα μέσα Μαΐου.
«Φοβήθηκα, φοβήθηκα πολύ και ένιωσα ταπεινωμένος», δήλωσε προτού αναφερθεί στη σύζυγό του Αν Σινκλέρ για την οποία είπε: «είναι μία εκπληκτική γυναίκα χωρίς την οποία δεν θα τα είχα καταφέρει».
Όσον αφορά τις προεδρικές εκλογές του 2012 ο Στρος-Καν δήλωσε ότι στο παρελθόν ήθελε να είναι υποψήφιος, όμως πλέον προφανώς δεν θα είναι.
«Ναι, ήθελα να είμαι υποψήφιος», είπε επισημαίνοντας ότι «προφανώς δεν θα είμαι, καθώς έχασα το ραντεβού μου με τους Γάλλους».
Ανακοίνωσε άλλωστε ότι θα χρειαστεί χρόνο για να σκεφτεί το πολιτικό του μέλλον. «Αρχικά θα ξεκουραστώ, θα ξαναβρώ τις δυνάμεις μου, θα πάρω χρόνο για να σκεφτώ. Ομως όλη μου η ζωή είναι αφιερωμένη στο να προσπαθώ να είμαι χρήσιμος για το κοινό καλό και θα δούμε», υποσχέθηκε ο Στρος-Καν.
Τέλος, σχετικά με την υπόθεση της Τριστάν Μπανόν, της γαλλίδας δημοσιογράφου και συγγραφέα που τον κατηγορεί για απόπειρα βιασμού, ο Στρος-Καν δήλωσε ότι παρουσίασε μία «φανταστική εκδοχή» των γεγονότων.