Δύο εβδομάδες μετά τις αμερικανικές εκλογές και η ένταση χτυπά «κόκκινο», με τη Ρωσία να δηλώνει ότι η χρήση αμερικανικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς από την Ουκρανία θα οδηγήσει σε «κατάλληλη και απτή» απάντηση.
Μια τέτοια επίθεση εντός του ρωσικού εδάφους «θα αντιπροσώπευε την άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ και των δορυφόρων τους σε εχθροπραξίες εναντίον της Ρωσίας», αναφέρει ανακοίνωση του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών.
Ο αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, ενέκρινε τη χρήση των πυραύλων σε στόχους στη Ρωσία σε μια σημαντική αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής – δύο μήνες πριν από την αποχώρησή του από τον Λευκό Οίκο.
Δεν είναι σαφές αν ο διάδοχός του, ο εκλεγμένος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ενημερώθηκε ή αν θα επιμείνει στην απόφαση, έχοντας υποσχεθεί να τερματίσει τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας, όπως σημειώνει το βρετανικό BBC.
Η Ουκρανία διέθετε αμερικανικούς πυραύλους ATACMS (Army Tactical Missile System) με βεληνεκές 300 χιλιομέτρων -καθώς και γαλλικούς και βρετανικούς πυραύλους Storm Shadow παρόμοιας εμβέλειας-, αλλά οι δυτικοί σύμμαχοι είχαν απαγορεύσει στο Κίεβο να πλήξει τη Ρωσία με αυτούς.
Η απόφαση του Μπάιντεν να άρει αυτόν τον περιορισμό αποτελεί μια σημαντική στιγμή στον πόλεμο, ο οποίος συμπληρώνει την Τρίτη την 1.000ή ημέρα του. Η Ρωσία εξαπέλυσε μια πλήρους κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022.
Η Μόσχα έχει τώρα εντείνει τις επιθέσεις στις ουκρανικές υποδομές, καθώς οι πλευρές φαίνεται να έχουν φτάσει σε αδιέξοδο στο πεδίο της μάχης.
Η απόφαση των ΗΠΑ ακολουθεί επίσης την άφιξη στη δυτική περιοχή Κουρσκ της Ρωσίας -όπου οι ουκρανικές δυνάμεις κατέλαβαν και κρατούν ένα μικρό κομμάτι εδάφους- περισσότερων από 10.000 στρατιωτών από τη Βόρεια Κορέα, για να βοηθήσουν τις δυνάμεις του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν. Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αναφέρουν ότι η Βόρεια Κορέα μπορεί να στείλει έως και 100.000 στρατιώτες, εκτός από πυροβολικό και άλλα όπλα στον σύμμαχό της.
Η Ουκρανία μπορεί να χρησιμοποιήσει πρώτα τους ATACMS στο Κουρσκ – μάλιστα ορισμένες αναφορές λένε ότι οι ΗΠΑ μπορεί να έχουν περιορίσει τη χρήση τους εκεί ως μήνυμα στη Βόρεια Κορέα να σταματήσει να στέλνει βοήθεια στη Ρωσία και στην ίδια τη Μόσχα.
Η έγκριση του Μπάιντεν για τους πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς -την οποία ενδέχεται να ακολουθήσουν παρόμοιες εγκρίσεις από το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία- θεωρείται στη Δύση ως ένα μήνυμα στον ρώσο ηγέτη ότι δεν μπορεί να κερδίσει στρατιωτικά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο Πούτιν δεν έχει σχολιάσει την τελευταία κίνηση.
Τον Σεπτέμβριο, ο ρώσος ηγέτης δήλωσε ότι η χρήση τέτοιων πυραύλων από την Ουκρανία θα αντιπροσώπευε την «άμεση συμμετοχή» των χωρών του ΝΑΤΟ στον πόλεμο. Τη Δευτέρα, ο εκπρόσωπος του Πούτιν δήλωσε ότι οι ΗΠΑ «ρίχνουν λάδι στη φωτιά».
Ο Τζον Φάινερ, αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, δήλωσε ότι η Ουάσινγκτον είχε καταστήσει «σαφές στους Ρώσους ότι θα απαντήσουμε» – τόσο στην παρουσία των βορειοκορεατικών δυνάμεων όσο και στη «σημαντική κλιμάκωση» των ρωσικών αεροπορικών επιθέσεων σε υποδομές σε ολόκληρη την Ουκρανία.
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει αντιδράσει μέχρι στιγμής στην απόφαση του Μπάιντεν. Κατέκτησε τη νίκη στις 5 Νοεμβρίου και θα επιστρέψει στον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου. Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί να τερματίσει την εμπλοκή των ΗΠΑ σε ξένους πολέμους και να χρησιμοποιήσει τα χρήματα των φορολογουμένων για τη βελτίωση της ζωής των Αμερικανών. Έχει επίσης πει ότι θα τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία εντός 24 ωρών, αλλά δεν έχει δώσει λεπτομέρειες για το πώς θα γίνει αυτό.
Εντωμεταξύ, ο Σι Τζινπίνγκ της Κίνας κάλεσε τους παγκόσμιους ηγέτες να ρίξουν τους τόνους στην κρίση στην Ουκρανία και να αναζητήσουν μια πολιτική λύση, σύμφωνα με τα κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης.
Η Κίνα έχει καταστεί ζωτικός εταίρος για τη Ρωσία, καθώς επιδιώκει να αμβλύνει τις επιπτώσεις των αμερικανικών και ευρωπαϊκών κυρώσεων που επιβλήθηκαν λόγω της πλήρους εισβολής της στην Ουκρανία. Το Πεκίνο έχει επανειλημμένα αρνηθεί τους ισχυρισμούς ότι προμηθεύει τη Μόσχα με όπλα.