Νομοθετική ρύθμιση για τον έλεγχο της αγοράς των σκληρών ναρκωτικών όπως η κοκαΐνη και το MDMA (ecstasy) είναι για τη δήμαρχο του Άμστερνταμ ο μόνος τρόπος για να καταπολεμηθεί η διακίνηση ναρκωτικών και των «καταστροφικών» συνεπειών της στην οικονομία και την ασφάλεια της ολλανδικής πρωτεύουσας.
«Θα μπορούσαμε να φανταστούμε ότι η κοκαΐνη θα μπορούσε να χορηγείται από φαρμακοποιούς ή μέσω ενός ιατρικού μοντέλου» δηλώνει η Φέμκε Χάλσεμα σε συνέντευξή της στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Από το 2018, η 57χρονη οικολόγος έχει τα ηνία της πόλης που είναι γνωστή παγκοσμίως για τα coffeeshops της και την έντονη εμπορική και τουριστική ζωή της.
Η άλλη εικόνα της πόλης, λέει η δήμαρχος, είναι ο εγκληματικός υπόκοσμος με τζίρο δισεκατομμυρίων ευρώ κάθε χρόνο, που διαταράσσει την οικονομία και απειλεί το μέλλον της ευάλωτης νεολαίας της πρωτεύουσας.
«Θεωρώ επίσης ότι ορισμένα ναρκωτικά είναι επικίνδυνα και ότι είναι φρόνιμο να μειωθεί η χρήση τους. Αλλά ο τρόπος με τον οποίο προχωράμε δεν βοηθά. Θα πρέπει να σκεφτούμε καλύτερους τρόπους για τη ρύθμιση των ναρκωτικών» σύμφωνα με τη δήμαρχο που πιστεύει ότι θα πρέπει ακόμη και να εξεταστεί η διάθεση του MDMA στην αγορά.
Στο Άμστερνταμ, τον οικονομικό κόμβο των ναρκωτικών, το 80% της αστυνομικής δραστηριότητας αφιερώνεται στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας που σχετίζεται με τα ναρκωτικά, επισημαίνει.
Η δήμαρχος αποκαλεί «καταστροφικές» τις συνέπειες της διακίνησης των ναρκωτικών στην πόλη της, όπου η κατανάλωση σκληρών ναρκωτικών γίνεται συν τοις άλλοις, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όλο και πιο συνήθης. «Οι τιμές της κοκαΐνης στον δρόμο έχουν μείνει ακριβώς ίδιες, επομένως δεν έχουμε κανένα αποτέλεσμα» επισημαίνει.
«Δεν είναι λοιπόν γελοίο να αφήνουμε τη διακίνηση ναρκωτικών στους εγκληματίες και να μην προσπαθούμε να βρούμε ένα πολιτισμένο μοντέλο αγοράς;» διερωτήθηκε.
«Σπάνια γίνεται οικονομική ή πραγματιστική συζήτηση για τα ναρκωτικά»
Η θέση αυτή επικρίνεται ιδιαίτερα από τον δήμαρχο της Αμβέρσας Μπαρτ ντε Βέβερ, «μεγάλο υπέρμαχο του πολέμου κατά των ναρκωτικών», αναφέρει η Χάλσεμα.
Το βελγικό λιμάνι έχει γίνει τα τελευταία χρόνια η κύρια πύλη εισόδου κοκαΐνης στην Ευρώπη.
Οι αρχές ενός άλλου σημαντικού περάσματος, του Ρότερνταμ, στοχεύουν έναν άλλο κρίκο στην αλυσίδα και πέρυσι ξεκίνησαν εκστρατεία με στόχο τους χρήστες, επιμένοντας ότι κάθε «γραμμή» ή «χάπι» υποστηρίζει τα εγκληματικά δίκτυα.
«Οι καταναλωτές-χρήστες είναι εγκληματίες; Δεν νομίζω», και η ποινικοποίησή τους δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου οι φυλακές είναι υπερπλήρεις και οι επιπτώσεις στην υγεία εξακολουθούν να είναι καταστροφικές, δηλώνει η Χάλσεμα.
Στην Ολλανδία, όπως και σε πολλές χώρες, η συζήτηση είναι «συναισθηματική και ηθική». «Τα ναρκωτικά καταστρέφουν την υγεία, τα ναρκωτικά είναι κακά», συνοψίζει. «Και σπάνια γίνεται μια οικονομική συζήτηση ή πιο πραγματιστική ή χρηματοοικονομική για το θέμα αυτό».
Ενώ η «συντηρητική» εθνική κυβέρνηση «δεν θέλει να μιλά γι’ αυτό», η Χάλσεμα έχει ανοίξει διεθνή συζήτηση. Κάλεσε αξιωματούχους από όλο τον κόσμο στα τέλη Ιανουαρίου για να συζητήσουν «πώς, και όχι εάν» οι πόλεις πρέπει να ρυθμίσουν τα ναρκωτικά.
Η ιδέα κερδίζει έδαφος, σύμφωνα με το μανιφέστο που δημοσιεύτηκε στο τέλος του συνεδρίου, το οποίο υπογράφεται κυρίως από τον δήμαρχο της Βέρνης στην Ελβετία και την πρώην δήμαρχο της Μπογκοτά, της πρωτεύουσας της Κολομβίας.
Παντού στον κόσμο, «όποιος αναλογιστεί λίγο περισσότερο πώς μπορούμε πραγματικά να μειώσουμε την κυριαρχία της διακίνησης ναρκωτικών καταλήγει σε αυτό το συμπέρασμα», συνοψίζει αυτή η πρώην ερευνήτρια της εγκληματολογίας.
«Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμιά εναλλακτική λύση» προσθέτει η πολιτικός, η οποία ελπίζει να φθάσει στις πολυμερείς αρχές όπως ο ΟΗΕ ή η ΕΕ για να επηρεάσουν τις εθνικές αρχές.
«Ναρκοκράτος»
Η επίτευξη μιας «ρυθμιζόμενης, υγιούς και ελεγχόμενης» αγοράς θέλει δεκαετίες για να γίνει, παραδέχεται. Θα πρέπει συν τοις άλλοις να σκεφτείτε «όλη την αλυσίδα, από την παραγωγή (…) αν οργανώνετε μόνο ένα μέρος της, αυτό προσελκύει τους εγκληματίες».
Ωστόσο, η δήμαρχος διαψεύδει την ιδέα που συχνά μεταφέρεται ότι η επιεικής πολιτική της Ολλανδίας ως προς τα μαλακά ναρκωτικά – σύμφωνα με την οποία η πώληση κάνναβης από τα διάσημα coffeeshops είναι ανεκτή αλλά όχι η παραγωγή και η προμήθεια – ευθύνεται για την έκρηξη της διακίνησης κοκαΐνης στη χώρα.
«Δεν έχει να κάνει με το αν είμαστε μαλακοί ή κατασταλτικοί. Αυτό οφείλεται απλώς στη γεωγραφική μας θέση και στις εμπορικές μας παραδόσεις».
Το διακύβευμα είναι μεγάλο, τονίζει, υπενθυμίζοντας τρεις δολοφονίες που συνδέονται με τη δίκη του βαρόνου των ναρκωτικών Ριντουάν Τάγκι στην πρωτεύουσα τα τελευταία χρόνια, συμπεριλαμβανομένης αυτής του δημοσιογράφου Πέτερ Ρ. Ντε Βρις.
«Το δικαστικό σύστημα βρίσκεται υπό πίεση και αυτό κοστίζει απίστευτα ποσά», υπογραμμίζει.
«Και υπό αυτή την έννοια, εξελισσόμαστε αργά αλλά σταθερά προς ένα ναρκοκράτος στο οποίο, ναι, η καταπολέμηση των ναρκωτικών γίνεται ένα από τα πιο σημαντικά μας θέματα».