Χειροπέδες σε ιδιοκτήτες γραφείου τελετών και δυο υπαλλήλους τους φόρεσαν οι Αρχές της Βαλένθια, στην ανατολική Ισπανία. Τα εν λόγω άτομα κατηγορούνται για εμπορία πτωμάτων, καθώς τα πούλαγαν έναντι 1.200 ευρώ σε πανεπιστημιακές σχολές ιατρικής, όπως ανακοίνωσε χθες Δευτέρα (29/1) η αστυνομία.
Οι τέσσερις «πλαστογράφησαν έγγραφα, για να πάρουν πτώματα από νοσοκομεία και οίκους ευγηρίας, προκειμένου κατόπιν να τα πουλήσουν σε πανεπιστήμια για ερευνητικούς σκοπούς, έναντι 1.200 ευρώ» το καθένα, εξηγεί το δελτίο Τύπου της ισπανικής αστυνομίας.
Τουλάχιστον έντεκα πτώματα πουλήθηκαν παράνομα στην ισπανική μητροπόλη.
Οι τέσσερις ύποπτοι εξασφάλιζαν, εξάλλου, πληρωμές από πανεπιστημιακές σχολές για να τις βοηθήσουν να απαλλαγούν από πτώματα που είχαν μελετηθεί, αποτεφρώνοντάς τα, ή τοποθετώντας τεμαχισμένα μέλη τους σε φέρετρα άλλων ανθρώπων, που θα αποτεφρώνονταν.
Χρέωσαν έτσι «5.040 ευρώ σε πανεπιστήμιο για 11 αποτεφρώσεις πτωμάτων που μελετήθηκαν, οι οποίες δεν εμφανίζονται σε κανένα τιμολόγιο των κρεματορίων της πόλης», διευκρινίζεται στο κείμενο.
Η έρευνα, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, επικαλούμενο το AFP, ξεκίνησε στις αρχές του 2023. Αστυνομικοί διαπίστωσαν τότε πως οι δυο υπάλληλοι του γραφείου τελετών είχαν πλαστογραφήσει έγγραφα, προκειμένου να πουλήσουν σε πανεπιστήμιο πτώμα ευρισκόμενο στο νεκροτομείο νοσοκομείου, αντί να το κηδέψουν.
Ο θανών θεωρητικά έπρεπε να είχε ενταφιαστεί στον τόπο κατοικίας του, με έξοδα του δήμου. Η πώληση του πτώματος σε πανεπιστήμιο για ερευνητικούς σκοπούς έγινε χωρίς να έχει συναινέσει ο εκλιπών ή οποιοσδήποτε άλλος.
Πάντα σύμφωνα με την ανακοίνωση της ισπανικής αστυνομίας, οι ύποπτοι αναζητούσαν «θανόντες χωρίς άλλα μέλη οικογένειας στη ζωή» και «κατά προτίμηση αλλοδαπούς».
Σε άλλη υπόθεση, εξασφάλισαν τη συναίνεση γηραιού άνδρα, που δεν είχε πλέον πλήρη συνείδηση, για να δωριστεί το πτώμα του στην επιστήμη μετά τον θάνατό του.
Το έγγραφο της δωρεάς που υπέγραψε προέβλεπε «ότι το πτώμα θα παραδιδόταν σε συγκεκριμένη σχολή ιατρικής, όμως τελικά εστάλη σε άλλη», επειδή απλούστατα «πλήρωνε περισσότερα», όπως τόνισε η ισπανική αστυνομία.