Για πάνω από έναν αιώνα, πολλοί γιατροί υποστηρίζουν την άποψη ότι οι γυναίκες είναι ικανές να πετύχουν δύο διαφορετικά είδη οργασμού: τον κλειτοριδικό και τον κολπικό.
Ειδικότερα, τους ειδικούς έχουν απασχολήσει ιδιαίτερα οι διαφορές ανάμεσα στα δύο είδη οργασμού, καθώς και οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνουν αυτοί.
Σε μια προσπάθεια να δώσουν μια οριστική απάντηση, γάλλοι γυναικολόγοι χρησιμοποίησαν μηχανήματα υπερηχογραφημάτων για να μετρήσουν τις μικρές αλλαγές στη ροή του αίματος που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της εξωτερικής και της εσωτερικής διέγερσης μιας γυναίκας.
Οι ερευνητές αποκάλυψαν ότι ο ερεθισμός της εξωτερικής κλειτορίδας, δεν επηρεάζει την εσωτερική ρίζα αυτής, αλλά ο κολπικός ερεθισμός περιλαμβάνει τόσο την εσωτερική, όσο και την εξωτερική κλειτορίδα, κάτι που υποδηλώνει ότι η θεωρία των δύο τύπων οργασμού ίσως να είναι αληθής.
Κατά τη διάρκεια των πειραμάτων τους, οι ερευνητές Odile Buisson και Emmanuele A Jannini συνέδεσαν τρεις γυναίκες με τα μηχανήματα υπερηχογραφημάτων, προκειμένου να απεικονίσουν τις σύνθετες κινήσεις των νευρών της κλειτορίδας, τόσο κατά τη διάρκεια εξωτερικού ερεθισμού αυτής, όσο και κατά τη διάρκεια κολπικού ερεθισμού.
Καθώς οι γυναίκες διέγειραν μόνες τους τον εαυτό τους, οι ερευνητές μπόρεσαν να μετρήσουν τις αλλαγές στη ροή του αίματος στην περιοχή αυτή.
Οι μετρήσεις αυτές «αποκάλυψαν», ότι η «ρίζα» της κλειτορίδας διεγειρόταν μόνο με τον κολπικό ερεθισμό, με αποτέλεσμα να δημιουργείται διαφορετική ροή αίματος σε σχέση με τον κλειτοριδικό οργασμό, κάτι που συνδέεται με διαφορά στην αίσθηση που βιώνει μια γυναίκα.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα, ότι βάσει των ευρημάτων τους, οι διαφορές στην αίσθηση του οργασμού που προκαλούν αυτοί οι δύο τύποι ερεθισμού, εξηγούνται από τη διαφορετική λειτουργία των τμημάτων (εξωτερικό και εσωτερικό) της κλειτορίδας.