«Δε θα μιλήσουμε γι’ αυτό, ακόμα κι αν μάθω ότι είσαι ένας από τους γιους μου», είπε νέτα σκέτα ο Τζέρι Λιούις στον δημοσιογράφο του «Entertainment Weekly» που αποπειράθηκε το 2009 να μάθει τι κρύβεται πίσω από το φιλμ-σταθμό του θεότρελου κωμικού. Ο Chris Nashawaty επέμενε όμως, ρωτώντας τον επανειλημμένως αν θα δει ποτέ τη «Μέρα που έκλαψε ο κλόουν». Ο Τζέρι έγραψε σε ένα κομμάτι χαρτί με πράσινο μελάνι: «Όχι». Κατόπιν τον ρώτησε αν υπάρχουν περισσότερες από μία κόπιες της ταινίας. Ο Τζέρι ξανάγραψε «Όχι»! Ήταν σαφές πως ο κωμικός πονούσε να μιλά για το προσωπικό του όραμα που δεν παίχτηκε ποτέ στις σκοτεινές αίθουσες. Επέμενε όμως: «Υπάρχει το φιλμ φυλαγμένο κάπου;». «Ναι, ναι», αποκρίθηκε μονολεκτικά ο σύγχρονος γελωτοποιός και έκλεισε το θέμα πριν καν αρχίσει. Ο Τζέρι Λιούις έφυγε πρόσφατα από τη ζωή, στις 20 Αυγούστου, αφήνοντας την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στο Λας Βέγκας. Από φυσικά αίτια πέθανε στα 91 του, παίρνοντας μαζί του το μεγάλο μυστικό της καταραμένης ταινίας που μετατράπηκε σε ένα από τα θρυλικότερα μυστήρια του παγκόσμιου σινεμά. Η «Μέρα που έκλαψε ο κλόουν» ήταν το πιο φιλόδοξο και προσωπικό έργο του ξεκαρδιστικού κωμικού σίφουνα και αυτό που δεν θα ευτυχούσε ποτέ να δει εκεί ακριβώς που το προόριζε: στους σινεμάδες του κόσμου. Κι αυτό γιατί έτσι το θέλησε ο ίδιος. Λένε πως κάποια μυστήρια γίνονται καλύτερα με τον χρόνο, σαν το παλιό καλό κρασί δηλαδή, κι αυτό ακριβώς ένιωσε ο κόσμος όταν στις 10 Αυγούστου κυκλοφόρησε στο ίντερνετ ένα εφτάλεπτο απόσπασμα της ταινίας από έναν παλιό ολλανδικό τηλεοπτικό σταθμό, που είχε κάνει ένα αφιέρωμα στα γυρίσματα του «χαμένου» φιλμ του Τζέρι κατά το σωτήριον έτος 1972. Ως το άγιο δισκοπότηρο για κάθε σινεφίλ που σέβεται τον εαυτό του, το κινηματογραφικό στοίχημα του κωμικού να ενσαρκώσει έναν ρόλο τελείως διαφορετικό από όσα τον είχε συνηθίσει το κοινό του δεν θα ευδοκιμούσε τελικά. Γι’ αυτό και η πικρία του όλα αυτά τα χρόνια. Το έργο θα σηματοδοτούσε τη μεγάλη στροφή του σε ένα άλλο είδος κινηματογράφου, το δράμα, για τις ανάγκες του οποίου ταξίδεψε ο 46χρονος κωμικός το 1972 στη Σουηδία για να σκηνοθετήσει και να πρωταγωνιστήσει σε μια ταινία για το Ολοκαύτωμα. Και η στροφή ήταν 180 μοιρών, καθώς ο Τζέρι απομακρυνόταν από το χοντροκομμένο, σχεδόν σλάπστικ, χιούμορ του που τον είχε κάνει αστέρι, αλλά και από τις κωμωδίες που τον καθιέρωσαν ως έναν από τους καλύτερους κωμικούς της γενιάς του. Τα χρόνια του «Bellboy» (1960) και του «Nutty Professor» (1963) ήταν πια πίσω του, καθώς ήθελε να αλλάξει την εικόνα που τον είχε στείλει στα ουράνια. Αυτός ο θεότρελος τύπος που έβγαζε συνεχώς τη γλώσσα και έκανε εκείνες τις ξεκαρδιστικές γκριμάτσες ήταν πολλά περισσότερα από έναν γελωτοποιό και μια ταινία ερχόταν ολοταχώς να βάλει την καριέρα του σε νέα μονοπάτια. Μια για πάντα. Ο Τζέρι θα έπαιζε λοιπόν έναν κλόουν γερμανικού τσίρκου, ονόματι Χέλμουτ Ντορκ(!), που βρίσκεται σε ναζιστική φυλακή και στρατόπεδο συγκέντρωσης αργότερα, όταν και τον διατάζουν να εκτελεί τα κλοουνίστικα κόλπα του για τα εβραιόπουλα που οδηγούνται στους θαλάμους αερίων. Σήμερα, περισσότερα από 45 χρόνια μετά, η ιδέα του έχασε τον προκλητικό της χαρακτήρα, χάρη στο οσκαρικό ανάλογο του Ρομπέρτο Μπενίνι «Η ζωή είναι ωραία» (1997), στην εποχή της πάντως η ταινία του θα ήταν στην πρώτη γραμμή της σεναριακής πρωτοπορίας. Ο κωμικός ήταν εξάλλου απόγονος ρωσοεβραίων εμιγκρέδων στις ΗΠΑ και είχε γεννηθεί ως Τζόζεφ Λέβιτς. Με τον εβραϊσμό δεν είχε ασχοληθεί ποτέ του σοβαρά, κι αυτή θα ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να κλείσει μερικά στόματα ομοθρήσκων του για την αδιαφορία που έδειχνε για τα εβραϊκά θέματα. Η ταινία γυρίστηκε μεν, δεν την είδε ωστόσο κανείς. Ποτέ!
Ένα φιλμ με τίτλο «Η μέρα που έκλαψε ο κλόουν»
Τι πραγματικά συνέβη
Γιατί δεν βρήκε ποτέ στις αίθουσες, αυτό είναι το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου! Αναλόγως ποιον θα ρωτήσεις, θα σου πουν πως ήταν οι νομικές μάχες με τα σεναριακά δικαιώματα και τέτοιου τύπου εμπόδια που απαγόρευσαν την έξοδο του φιλμ στους κινηματογράφους. Ή και όχι. Ο κωμικός Χάρι Σίρερ (των «Simpsons»), τόσο καλός φίλος του Τζέρι που του έδειξε κάποια στιγμή την ταινία το 1979, εξομολογήθηκε το 1992 (στο «Spy Magazine») ότι αυτός πίστευε πως ο Τζέρι έκανε την ταινία γιατί ήθελε ένα Όσκαρ. Είπε ακόμα πως η ταινία δεν ήταν ούτε αστεία ούτε δραματική, φαινόταν δηλαδή πως «κάποιος προσπαθούσε πάρα πολύ και στη λάθος κατεύθυνση να μεταφέρει αυτό το παράξενο συναίσθημα». Εντυπωσιακά τραγική, τη χαρακτήρισε με δυο λόγια ο Σίρερ. Ο κριτικός κινηματογράφου της εφημερίδας «Le Monde» και συντάκτης του περιβόητου κινηματογραφικού περιοδικού «Cahiers du Cinema», Jean-Michel Frodon, που αποκάλυψε ότι παρακολούθησε το φιλμ στις αρχές του 2000 (άγνωστο πώς) είχε πάντως μερικά καλά λόγια να πει στο «Vanity Fair» για τη «Μέρα που έκλαψε ο κλόουν». Όλοι είπαν πως ήταν Γάλλος, γι’ αυτό… Μιλώντας ξανά στο «Spy Magazine», η συν-σεναριογράφος Ο’Μπράιεν αποκάλεσε την ταινία «καταστροφή». Είπε μάλιστα πως τόσο αυτή όσο και ο άνθρωπος που είχαν γράψει μαζί το αυθεντικό βιβλίο δεν θα άφηναν ποτέ το φιλμ να βγει στις αίθουσες, καθώς δεν ενέκριναν τις προσθήκες και τις αλλαγές που είχε κάνει ο Τζέρι στο κείμενο. Αυτή μας είπε πως η αρχική ιστορία ήταν η περιπέτεια ενός εγωιστή ανθρώπου που έψαχνε κάθαρση και λύτρωση και πως ο Τζέρι προσπαθούσε να κάνει ένα έργο σαν τον «Μεγάλο Δικτάτορα» του Τσάρλι Τσάπλιν. «Ήταν πάρα πολύ κακό», δήλωσε μη μασώντας τα λόγια της. Αν και κανείς δεν μπορεί να πάρει θέση στη λυσσαλέα κόντρα των δυο τους όλα αυτά τα χρόνια, η συγγραφέας ενδεχομένως να μη γνώριζε πως ο «Μεγάλος Δικτάτορας» του Τζέρι είχε έρθει δυο χρόνια πρωτύτερα, όταν βγήκε δηλαδή στις αίθουσες η αντιπολεμική κωμωδία του «Από πού πάνε για το μέτωπο;», την οποία αφιέρωσε εξάλλου στον Τσάπλιν. Γεγονός πάντως παραμένει πως καμία από τις αντιμαχόμενες πλευρές δεν θέλησε ποτέ να δει την ταινία στις αίθουσες. Όπως κι αν έχει, ο Λιούις ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει για άλλη μια φορά το αμείλικτο ερώτημα για τη «χαμένη» ταινία του όταν πάτησε το πόδι του στις γαλλικές Κάννες το 2013, στο περίφημο φεστιβάλ κινηματογράφου. «Ήταν όλο πάρα πολύ κακό και ήταν κακό γιατί είχα χάσει τη μαγεία», είπε στους δημοσιογράφους, συνεχίζοντας: «Δεν θα τη δείτε ποτέ, κανείς δεν θα τη δει ποτέ, γιατί νιώθω ντροπή για το φτωχό αποτέλεσμα». Ήταν η πρώτη φορά που έλεγε κάτι τέτοιο! Στα τέλη μάλιστα εκείνης της χρονιάς, ο Λιούις επιβεβαίωσε πως έχει πράγματι μια κόπια της ταινίας αμπαρωμένη κάπου, τη μοναδική κόπια της ταινίας που υπάρχει στον πλανήτη Γη. Την οποία θα μπορεί να δει κάποιος μόνο από το 2024 και μετά, κι αυτό μόνο αν πεταχτεί μέχρι τη Βιρτζίνια των ΗΠΑ! Και πάλι όμως μόνο σίγουρο δεν είναι πως θα τη δει. Ήταν το 2015 λοιπόν όταν οι «Los Angeles Times» μας είπαν ότι ο Τζέρι είχε δωρίσει τη μοναδική κόπια του φιλμ στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, με τον απαράβατο όρο να μη δει το φως της ημέρας για τα επόμενα -τουλάχιστον- 10 χρόνια. Αμέσως μετά, η «New York Post» αποκάλυψε πως η ταινία θα παιχτεί τελικά το 2024, μόνο όμως στο Κέντρο Οπτικο-Ηχητικής Αποκατάστασης της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου που εδρεύει στη Βιρτζίνια. Ο επιμελητής του κέντρου, Rob Stone, είπε μάλιστα στην εφημερίδα πως ακόμα και οι ερευνητές και οι συντηρητές δεν θα μπορούν να ρίξουν μια ματιά στην ταινία πριν από το 2024. Έδωσε πάντως όρκο ιερό να αποκαταστήσει και να διατηρήσει το φιλμ ως μια σημαντική στιγμή της κινηματογραφικής ιστορίας. Είπε ακόμα πως η Βιβλιοθήκη δεν μπορεί καν να δανείσει την κόπια σε μουσεία, ιδρύματα και κινηματογράφους χωρίς την έγγραφη άδεια του διαχειριστή της περιουσίας του Λιούις. Ο Τζέρι μπήκε σε μεγάλο κόπο για να διασφαλίσει πως η ταινία του δεν θα κυκλοφορήσει ποτέ σε DVD ή θα είναι διαθέσιμη online. Ακόμα και σήμερα δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο ποιος έχει τα δικαιώματα του φιλμ, ούτε και είναι σαφές αν θα επιλέξει η Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου να την προβάλει. Έχει άραγε το δικαίωμα να το κάνει; Η Τζόαν Ο’Μπράιεν, η συγγραφέας με την οποία μαχόταν τόσες δεκαετίες ο Τζέρι, πέθανε το 2014 και παραμένει μυστήριο αν είχε κι αυτή στην κατοχή της κάποια κόπια. «Για ποιον την κρατώ;», αναρωτήθηκε στη συνέντευξή του στο «Entertainment Weekly» o Τζέρι, «κανείς δεν πρόκειται να τη δει ποτέ … Έχω τον απόλυτο έλεγχο του υλικού τώρα. Κανείς δεν μπορεί να το αγγίξει. Όταν φύγω, ποιος ξέρει τι θα γίνει; Νομίζω πως έχω το νομικό δικαίωμα να την κρατήσω εκεί ακριβώς που είναι. Κι έτσι είμαι αρκετά σίγουρος πως δεν θα προβληθεί ποτέ». Ποιο είναι άραγε αυτό το «νομικό δικαίωμα» στο οποίο αναφέρεται; Πιθανότατα ξέρει ο δικηγόρος του και μένει να φανεί αν θα σεβαστεί τη 45χρονη επιθυμία του εκλιπόντος πια πελάτη του να παραμείνει η «Μέρα που έκλαψε ο κλόουν» αθέατη. Πολλά έχουν αλλάξει βέβαια από την εποχή που γυρίστηκε, όπως τα κινηματογραφικά μας ήθη, το γούστο μας και τι είναι αυτό που θεωρούμε τελικά προσβλητικό περιεχόμενο. Ο Τζέρι δεν ήθελε πάντως να δούμε την ταινία του και πέρασε ένα καλό μέρος της ζωής του προσπαθώντας να την κρύψει απ’ όλους. Κάποια αποσπάσματα κυκλοφόρησαν, όπως είπαμε, στο ίντερνετ, κι όλοι έσπευσαν να ρίξουν μια ματιά. Ποιος δεν θα πατήσει το play έπειτα από όλα αυτά;