«Τρελός αγρότης σκοτώνει γυναίκα και 6 παιδιά», ανακοινώνουν με τη γνωστή αυθεντία τους οι «New York Times» μία μέρα μετά το οικογενειακό μακελειό. Η Νότια Καρολίνα συγκλονίζεται από το στυγερό έγκλημα και όταν κοπάσει το αρχικό σοκ, μια ερώτηση αναδύεται στα στόματα όλων: γιατί; Φανερό εξάλλου κίνητρο δεν υπήρχε. Οι Λόσονς δεν ήταν πλούσιοι ούτε είχαν όμως οικονομικά προβλήματα. Όσο για τον πατέρα-δράστη, ο Τσάρλι ούτε ακραίες απόψεις διέθετε ούτε τρελός ήταν. Στην πραγματικότητα, ήταν ένα μέλος της κοινότητας που όλοι εκτιμούσαν. Ανήμερα Χριστουγέννων του 1929, ο Τσάρλι Λόσον δολοφονεί τη σύζυγο και τα έξι από τα εφτά παιδιά του, πριν πάρει και τη δική του τη ζωή λίγες ώρες αργότερα. Τα κίνητρα παραμένουν ανεξιχνίαστα μέχρι και σήμερα. Κάπου 80 χρόνια αργότερα, παραμονή Χριστουγέννων του 2008, ένας άντρας φορά τη στολή του Άγιου Βασίλη και κάνει μια επίσκεψη σε κατοικία της Καλιφόρνια. Όταν βγει από το σπίτι των πεθερικών του, εννιά άτομα θα έχουν χάσει τη ζωή τους και το οίκημα θα φλέγεται από άκρη σε άκρη. Αντί για το χριστουγεννιάτικο πάρτι που ετοιμαζόταν η φαμίλια, θα συναντούσε τελικά τη σφαγή και τον όλεθρο. Όσο για τον πατέρα-δράστη, τον 45χρονο Πάρντο, αυτοκτόνησε στο σπίτι του αδελφού του λίγες ώρες αργότερα. Οι Αρχές μίλησαν αδιάφορα για οικογενειακά προβλήματα, κακό διαζύγιο και οικονομική δυσπραγία, αν και το ασφυκτικό αυτό πλαίσιο εγγραφής δεν αποκαλύπτει την πλήρη έκταση του δράματος. Ή της θηριωδίας, διαλέγετε και παίρνετε… Η Αστυνομία κάνει αρχικά λόγο για τρία θύματα, την πρώην σύζυγο του δράστη και τους γονείς της, μέσα από τις στάχτες όμως αρχίζουν να ξεπηδούν κι άλλα πτώματα, τόσο βαρύτατα καμένα που δεν μπορεί να καθοριστεί ούτε η αιτία του θανάτου τους. Γιατί βύθισαν όμως δυο καθημερινοί άνθρωποι τα Χριστούγεννα στο πένθος; Γιατί αποφάσισαν εκείνη ακριβώς τη μέρα να σκοτώσουν ό,τι αγαπούσαν;
Οι φόνοι του Τσάρλι Λόσον
Λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 1929, ο Τσάρλι πήγε την πολυπληθή του οικογένεια σε ένα ασυνήθιστα ακριβό για το εισόδημά του εμπορικό κέντρο για να τους αγοράσει ολοκαίνουρια ρούχα, αλλά και να βγάλουν μια οικογενειακή φωτογραφία. Όπως θα αποδεικνυόταν, αυτά τα ρούχα έμελλε να μετατραπούν στα ενδύματα της κηδείας και η φωτογραφία στο πορτρέτο πάνω στον οικογενειακό τάφο. Ήταν ανήμερα της γιορτής που ο Τσάρλι Λόσον άρχισε να ξεκάνει με την καραμπίνα του τη σύζυγό του Φάνι και τα παιδιά τους, τη 17χρονη Μαρί, τον 16χρονο Άρθουρ, τη 12χρονη Κάρι, την εφτάχρονη Μέιμπελ, τον τετράχρονο Τζέιμς, τον δίχρονο Ρέιμοντ και τη μόλις τεσσάρων μηνών Μέρι Λου. Πρώτες στη δολοφονική λίστα ήταν η Κάρι και η Μέιμπελ και σειρά είχε μετά η σύζυγος, την οποία έπρεπε μάλιστα να κυνηγήσει μέσα στο σπίτι. Ακούγοντας τους πυροβολισμούς, τα αγόρια προσπάθησαν να κρυφτούν, μια κραυγή όμως της Μέρι αποκάλυψε την κρυψώνα τους. Ο πατέρας τα σκότωσε όλα, ακόμα και το μωρό. Ο μόνος που γλίτωσε ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Άρθουρ, ο οποίος επέστρεψε στο αγρόκτημα με έναν αστυνομικό, μόνο και μόνο για να βρει και τον πατέρα του νεκρό. Η αυτοκτονία θα έριχνε τους τίτλους τέλους στο στυγερό μακελειό, αν και παρέμενε μια μικρή μεν, καθοριστική δε, λεπτομέρεια: το κίνητρο της πράξης. Από τις καταθέσεις των γειτόνων και των στενών συγγενών άρχισε να αναδύεται μια οσμή αιμομιξίας μέσα στη φαμίλια. Κάποιοι υπαινίσσονταν ότι ο Τσάρλι και η μεγαλύτερη κόρη του Μαρί διατηρούσαν αιμομικτική σχέση, την ίδια ώρα που η κολλητή της Μαρί είπε στις Αρχές πως η κοπέλα ήταν έγκυος στο παιδί του Τσάρλι, κάτι που ήξεραν άλλωστε τόσο ο πατέρας όσο και η μητέρα. Κατέκλυσαν τον Τσάρλι οι τύψεις και είπε να ξεπλύνει την ντροπή βγάζοντάς τους όλους από τη μέση; Ή μήπως δεν ήθελε να γίνει πατέρας του παιδιού της κόρης του, γι’ αυτό και έσφαξε όλη τη φαμίλια; Όπως κι αν έχει, ήταν το στυγερότερο χριστουγεννιάτικο μακελειό που γνώριζε η οικουμένη. Ο Τσάρλι είχε παντρευτεί τη Φάνι εδώ και 18 χρόνια, αποκτώντας τελικά οχτώ παιδιά, τέσσερα αγόρια και τέσσερα κορίτσια. Το τρίτο τους παιδί είχε πεθάνει το 1920, τους απέμεναν όμως εφτά ακόμα να βοηθούν στις βαριές χειρωνακτικές δουλειές του κτήματος. Οι Λόσονς ήταν επίμορτοι καλλιεργητές, νοίκιαζαν το κτήμα δηλαδή από τον ιδιοκτήτη και τον πλήρωναν με μερίδιο από την παραγωγή. Είχαν μάλιστα καταφέρει δυο χρόνια πριν από το μακελειό να αγοράσουν ένα δικό τους κομμάτι γης και εκείνα τα Χριστούγεννα μάλιστα ο πατέρας άρχισε τις τρέλες. Ήθελε να αγοράσει σε όλους καινούρια ρούχα και να βγουν και μια οικογενειακή φωτογραφία, ασυνήθιστες πολυτέλειες δηλαδή για το νοικοκυριό της εργατικής τάξης. Ο Τσάρλι είχε όμως το σχέδιό του, κάτι που κανείς δεν μπορούσε να γνωρίζει. Εκείνο το αιματοβαμμένο απογευματάκι των Χριστουγέννων, η Κάρι και η Μέιμπελ ήταν να φύγουν από το σπίτι για να επισκεφτούν τον θείο και τη θεία τους. Ο πατέρας τούς έστησε φονικό καρτέρι πίσω από τον αχυρώνα και τις σκότωσε σχεδόν εξ επαφής με την καραμπίνα του. Πολτοποίησε κατόπιν τα κεφάλια των δυο κοριτσιών, πιθανότατα για να σιγουρευτεί για τον θάνατό τους, και τα έκρυψε στον αχυρώνα. Επέστρεψε τάχιστα στην οικία, όπου εξόντωσε τη σύζυγό του που καθόταν στη βεράντα, και σειρά είχαν μετά τα άλλα τέσσερα παιδιά του, τα οποία ξέκανε ένα-ένα με την καραμπίνα. Το εντυπωσιακό εδώ είναι πως ο Τσάρλι είχε στείλει επίτηδες τον μεγαλύτερο γιο του σε μια εξωτερική δουλειά, σώζοντάς του έτσι τη ζωή. Και πάλι τα κίνητρα για την αβρότητα αυτή παραμένουν εξίσου μυστηριώδη με τα κίνητρα για τον φόνο όλων των υπολοίπων. Όταν ολοκλήρωσε το θανάσιμο έργο του, τοποθέτησε προσεκτικά τα πτώματα της γυναίκας και των παιδιών του σε στάση ταφής, βάζοντας πέτρες κάτω από τα κεφάλια τους για μαξιλάρι. Κατόπιν εξαφανίστηκε στα γύρω δάση, όπου και έδωσε τέλος στη ζωή του λίγες ώρες αργότερα. Μέχρι να αυτοπυροβοληθεί στο κεφάλι μάλιστα, το φονικό είχε γίνει γνωστό και πολλοί άκουσαν τον πυροβολισμό που έδωσε τέλος στη ζωή του. Οι οχτώ Λόσονς που πέθαναν ανήμερα των Χριστουγέννων ενταφιάστηκαν στον οικογενειακό τάφο και μέσα σε αυτούς ήταν και ο συζυγοκτόνος και παιδοκτόνος Τσάρλι. «Κάποτε μπορεί να καταλάβουμε», όπως θέλει η επιγραφή που χαράχτηκε στο μνήμα τους…
Το οικογενειακό μακελειό της Καλιφόρνια
Παραμονή Χριστουγέννων του 2008, ο Μπρους Τζέφρι Πάρντο φόρεσε τη στολή του Άι-Βασίλη και κατευθύνθηκε τάχιστα στην οικία των πεθερικών του για το χριστουγεννιάτικο πάρτι. Το μόνο ασυνήθιστο ήταν ίσως τα δώρα που κουβαλούσε στον σάκο του: ένα αυτοσχέδιο φλογοβόλο και τέσσερα ημιαυτόματα περίστροφα! Όταν άνοιξε μάλιστα η πόρτα και ένα οχτάχρονο κορίτσι έτρεξε όλο χαρά πάνω του για να τον προϋπαντήσει, έμελλε να είναι το πρώτο θύμα του: ο 45χρονος Πάρντο έβγαλε το πιστόλι και την πυροβόλησε από κοντινή απόσταση στο πρόσωπο (έζησε ευτυχώς το παιδάκι). Αφού πυροβόλησε πολλά ακόμα μέλη της οικογένειας της πρώην συζύγου του, χρησιμοποίησε το φλογοβόλο που είχε φτιάξει για να λαμπαδιάσει όλο το σπίτι. Ο θλιβερός απολογισμός έκανε λόγο για εννιά θύματα (μεταξύ αυτών η πρώην σύζυγος και τα πεθερικά του), τα οποία πέθαναν είτε από τις σφαίρες του Πάρντο είτε από τους καπνούς και τις φωτιές. Οι Αρχές μίλησαν από την πρώτη στιγμή για την οργή του άντρα αναφορικά με το πρόσφατο διαζύγιο και τη διατροφή που έπρεπε τώρα να πληρώνει στην πρώην του. Ακόμα χειρότερα, ο Πάρντο είχε ήδη οργανώσει το σχέδιο διαφυγής του με πτήση για Καναδά αλλά και 17.000 δολάρια σε μετρητό. Κάηκε όμως πολύ και ο ίδιος στην πυρκαγιά που προκάλεσε και αυτοκτόνησε τελικά υποφέροντας ανείπωτους πόνους. Η σφαγή της παραμονής των Χριστουγέννων σε προάστιο του Λος Άντζελες ήταν τόσο ανατριχιαστική που έμοιαζε αδιανόητη ακόμα και στους βετεράνους ντετέκτιβ της τοπικής αστυνομίας. Ο 45άρης πληροφορικός είχε παντρευτεί την εκλεκτή της καρδιάς του εδώ και έναν χρόνο, αν και την είδε να του ζητά διαζύγιο λίγο αργότερα, με τη διατροφή να επιδικάζεται μόλις μία βδομάδα πριν από τα Χριστούγεννα. Κι έτσι είχε προφανώς στο στόχαστρό του την ευρύτερη φαμίλια της συζύγου του, γι’ αυτό και άνοιξε πυρ αδιακρίτως κατά των 25 προσκεκλημένων του χριστουγεννιάτικου ρεβεγιόν. Όσοι γλίτωσαν τη σφαγή πηδώντας από παράθυρα και βγαίνοντας από πόρτες, κατέληξαν σε γειτονικά σπίτια καλώντας την αστυνομία. Το μεσοαστικό προάστιο βυθίστηκε στο πένθος, καθώς απανθρακωμένα πτώματα ανασύρονταν ακόμα και δυο μέρες μετά. Όσο για τον δράστη, είχε λευκό ποινικό μητρώο και δεν είχε απασχολήσει ποτέ τις Αρχές. Όπως αποκαλύφθηκε μάλιστα αργότερα, εκείνη την αποφράδα βδομάδα που τον οδήγησε στο μακελειό είχε χάσει και τη δουλειά του. Το δικαστήριο τον καλούσε να πληρώσει διατροφή 10.000 δολαρίων μέχρι τις 19 Δεκεμβρίου και ήταν ήδη εκπρόθεσμος. Πάνω του βρήκαν εισιτήριο για Καναδά και 17.000 δολάρια στην τσέπη. Σκόπευε να το σκάσει, αν και τον πρόλαβαν οι εξελίξεις: η Πυροσβεστική τον βρήκε με τα δυο του χέρια βαρύτατα καμένα, όταν η φλογοβόλα συσκευή εξερράγη μέσα στην οικία. Από το πρωτόγνωρο χριστουγεννιάτικο μακελειό ένα πράγμα έμεινε τελικά, μια μικρή υποσημείωση στην όλη διαστροφή. Τα πεθερικά της συζύγου του Πάρντο συνήθιζαν να δέχονται τις αιφνιδιαστικές επισκέψεις των γειτόνων τους κατά το χριστουγεννιάτικο ρεβεγιόν, που έρχονταν πάντα ντυμένοι σαν Άι-Βασίληδες. Κι έτσι δεν ένιωσαν καμία έκπληξη ή απορία όταν το πνεύμα των Χριστουγέννων εμφανίστηκε μαγικά στο κατώφλι τους, όχι όμως για να φέρει δώρα, αλλά για να πάρει ζωές… Δείτε όλα τα θέματα του Weekend