Η Amelia Elizabeth Dyer καταλαμβάνει μία από τις πρώτες θέσεις στη μακάβρια λίστα των στυγερών δολοφόνων έχοντας στο ενεργητικό της 400 δολοφονίες βρεφών. Ήταν μια στυγνή μανιακή δολοφόνος. Η δράση της και τα τερατώδη εγκλήματά της τάραξαν τη κοινή γνώμη της Βρετανίας, το 19ο αιώνα. Η Amelya Dyer «αλίευε» ανύπαντρες μητέρες που ήταν ανήμπορες να μεγαλώσουν μόνες τα μωρά τους και με την υπόσχεση μιας καλύτερης ζωής κι ενός ευτυχισμένου οικογενειακού περιβάλλοντος, έπαιρνε τα παιδιά τα οποία όμως στη συνέχεια στραγγάλιζε και πέταγε τα πτώματά τους στον Τάμεση. Η Amelia Elizabeth Dyer (1837-1896) γεννήθηκε σε μια πολυμελή και ευκατάστατη οικογένεια στο Μπρίστολ της Αγγλίας. Η μητέρα της χτυπήθηκε από τύφο και εκείνη ανέλαβε εξ ολοκλήρου την φροντίδα της. Το γεγονός αυτό επηρέασε αρνητικά τον ψυχισμό της. Μετά τον γάμο της εκπαιδεύτηκε ως τροφός και άρχισε να ασχολείται με την υιοθεσία των βρεφών ανύπαντρων γυναικών. Η Amelia είδε τις υιοθεσίες ως μία κερδοφόρα επιχείρηση μέσα από τη οποία θα έβγαζε πολλά χρήματα. Έτσι ίδρυσε μία υπηρεσία υιοθεσίας παιδιών, μέσω της οποίας αποκτούσε νόμιμα τα «ανεπιθύμητα» μωρά και τα ξεφορτωνόταν με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Διαφήμιζε σε εφημερίδες πως αναλάμβανε την φροντίδα των βρεφών με αντάλλαγμα μία εφάπαξ αμοιβή και ρούχα για το παιδί. Μάλιστα στις συναντήσεις που είχε με τους… πελάτες τόνιζε ότι ήταν μία αξιοσέβαστη παντρεμένη γυναίκα και ότι το παιδί θα μεγάλωνε σε ένα πολύ ευχάριστο και ζεστό οικογενειακό περιβάλλον. Στη συνέχεια απαλλασσόταν μια για πάντα από τη φροντίδα τους αφού τα σκότωνε τα παιδιά έχοντας από πριν καρπωθεί εξολοκλήρου την αμοιβή.
Η πρώτη καταγγελία
Το 1879, κάποιος γιατρός την υποπτεύθηκε για τον μεγάλο αριθμό πιστοποιητικών θανάτου βρεφών που είχε και την κατήγγειλε. Η Amelia συνελήφθη αλλά αντί να καταδικαστεί για τις δολοφονίες, η ποινή της ήταν μόνο έξι μήνες φυλάκιση για παραμέληση παιδιών. Η περιπέτειά της με το νόμο επιδείνωσε την ψυχική της υγεία. Επέστρεψε στην «εργασία» της πιο συνειδητοποιημένη από ποτέ. Επειδή αντιλήφθηκε ότι τα πιστοποιητικά των γιατρών έβαζαν σε υποψίες την αστυνομία, αποφάσισε να εξαφανίζει εφεξής τις σορούς των βρεφών. Άρχισε λοιπόν να μετακινείται σε διάφορες πόλεις και να χρησιμοποιεί πολλά ψευδώνυμα ώστε η αστυνομία να χάνει τα ίχνη της. Το 1896, μια γυναίκα έψαχνε μία θετή οικογένεια για να αναλάβει την ανατροφή της κόρης της την οποία είχε αποκτήσει εκτός γάμου. Έβαλε αγγελία αναζητώντας μια κυρία να υιοθετήσει την μικρή της για κάποιο διάστημα μέχρι η ίδια να είναι σε θέση να αναλάβει την φροντίδα της και να την πάρει πίσω. Το μάτι της Amelia, έπεσε, δυστυχώς, πάνω στην αγγελία κι έτσι είχε βρει και πάλι το επόμενο της θύμα. Η Amelia έπεισε την μητέρα για τις καλές της προθέσεις. Η κοπέλα αρχικά πρότεινε να της δίνει ένα εβδομαδιαίο ποσό για την φροντίδα του βρέφους, αλλά η Amelia της εξήγησε ότι πληρωνόταν εφάπαξ για τις υπηρεσίες της. Η μητέρα συμφώνησε και της εμπιστεύτηκε το μωρό της. Η Amelia στραγγάλισε το άτυχο βρέφος με μία άσπρη κορδέλα στο λαιμό, μέθοδο που εφάρμοζε σε όλες τις δολοφονίες. Σειρά είχε στη συνέχεια ένα αγοράκι 13 μηνών. Το στραγγάλισε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και στη συνέχεια τοποθέτησε το άψυχο σώμα του μαζί με αυτό του κοριτσιού σε μία σακούλα για χαλιά μαζί με τούβλα για να έχουν βάρος και τα πέταξε στον Τάμεση.
Το μοιραίο λάθος
Η Amelya Dyer πιάστηκε, έπειτα από την ανακάλυψη του πτώματος ενός από τα μωρά που είχε αναλάβει, στις όχθες του Τάμεση. Οι Αρχές οδηγήθηκαν στο σπίτι της, στο οποίο βρέθηκαν αντιμέτωπες με ένα τρομακτικό θέαμα. Εκατοντάδες πτώματα μωρών σε πλήρη αποσύνθεση ανακαλύφθηκαν στην κουζίνα της και σε ένα μπαούλο κάτω από το κρεβάτι της. Στο σπίτι της βρέθηκαν ακόμα δεκάδες χαρτιά εμβολιασμού, πολλά μικροσκοπικά ρούχα, και αγγελίες σε εφημερίδες για υιοθεσία παιδιών. Έτσι ανακαλύφθηκε ότι η Dyer χρησιμοποιούσε διάφορα ψευδώνυμα όπως Harding και Smith. Η αστυνομία ανακάλυψε συνολικά 50 νεκρά μωρά στον πάτο του ποταμού, με την Dyer να ομολογεί κυνικά: «Θα σιγουρευτείτε ότι είναι όλα δικά μου από την ταινία γύρω από τον λαιμό τους».
Η σύλληψη, η κυνική ομολογία και η εκτέλεση
Η Amelia ετοιμαζόταν και πάλι να μετακομίσει, αλλά αυτή τη φορά δεν πρόλαβε. Συνελήφθη για ανθρωποκτονία. Οι έρευνες στον Τάμεση έφεραν στην επιφάνεια άλλα έξι πτώματα. Όλα τα βρέφη βρέθηκαν στραγγαλισμένα με τις άσπρες κορδέλες στο λαιμό. Η Amelia καταδικάστηκε σε θάνατο δια απαγχονισμού στις 10 Ιουνίου 1896. Κρεμάστηκε σε κοινή θέα στο Λονδίνο. Ήταν 58 ετών. Έκτοτε οι νόμοι υιοθεσίας έγιναν πιο αυστηροί και δόθηκε άδεια στην αστυνομία να εισβάλει και να διενεργεί έρευνες απροειδοποίητα σε θετούς γονείς. Στις ανακρίσεις είχε ομολογήσει ότι την ευχαριστούσε το θέαμα να βλέπει τα μωρά να σπαρταρούν και τη στενοχωρούσε που κρατούσε τόσο λίγο. Τα τελευταία λόγια που είπε τη στιγμή που οι δεσμοφύλακες την οδηγούσαν στην κρεμάλα, αποδεικνύουν ότι δεν έδειξε κανένα ίχνος μεταμέλειας για τα εγκλήματα που διέπραξε: «Δεν έχω απολύτως τίποτα να πω». Δείτε όλα τα θέματα του Weekend