Η δίκη για το μέλλον του διαδικτύου ξεκίνησε. Η Google κάθεται στο εδώλιο κατηγορούμενη για αθέμιτες πρακτικές με στόχο την εδραίωσή της ως την κυρίαρχη μηχανή αναζήτησης, αποκλείοντας τους ανταγωνιστές της, «πνίγοντας» την καινοτομία και ελέγχοντας τις διαφημίσεις.
Αυτοί είναι οι βασικοί ισχυρισμοί που διατύπωσε το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ σε βάρος του κολοσσού της βιομηχανίας της τεχνολογίας κατά την έναρξη της μεγαλύτερης δίκης για υπόθεση μονοπωλίου εδώ και δεκαετίες.
«Αυτή η υπόθεση αφορά το μέλλον του Διαδικτύου και το εάν η Google θα αντιμετωπίσει ποτέ ουσιαστικό ανταγωνισμό», δήλωσε ο δικηγόρος του υπουργείου Δικαιοσύνης Kenneth Dinzer και πρόσθεσε: «Για να προστατεύσουμε αυτό το μέλλον, πρέπει να κοιτάξουμε στο παρελθόν».
Η απόφαση του δικαστή Amit Mehta θα μπορούσε να αλλάξει μια για πάντα τα δεδομένα στο κυβερνοχώρο. Το δικαστήριο θα μπορούσε να διατάξει ακόμη και τη διάλυση της Google ή ριζικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της. Σε κάθε περίπτωση η καταδίκη της εταιρείας θα άνοιγε τον «ασκό του αιόλου» στο χώρο των Big Tech.
Στην αίθουσα του δικαστηρίου θα καταθέσουν στελέχη από τις μεγαλύτερες εταιρείες της βιομηχανίας της τεχνολογίας για να καταγγείλουν ή να υπερασπιστούν τις μεθόδους της Google που τη μετέτρεψαν σε συνώνυμο της αναζήτησης στο διαδίκτυο. Η δίκη πραγματοποιείται με φόντο τις κοσμογονικές εξελίξεις στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης και την εμφάνιση του ChatGPT, που αποτελεί την πιο σοβαρή απειλή στη «βασιλεία» της Google.
Από την πλευρά της η Google απορρίπτει όλες τις κατηγορίες, υποστηρίζοντας πως κάθε χρήστης έχει τη δυνατότητα, χωρίς αποκλεισμούς και περιορισμούς, να χρησιμοποιήσει κάποιον άλλο web browser. Απλώς οι καταναλωτές προτιμούν ευρέως τη δική της μηχανή αναζήτησης γιατί ως υπηρεσία είναι καλύτερη και συνεχώς βελτιώνεται. Μάλιστα, ο επικεφαλής δικηγόρος της εταιρείας, John Schmidtlein, έφερε ως παράδειγμα την αποτυχία, όπως είπε, της Microsoft, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των χρηστών λογισμικού της, προτίμησαν την Google, παρότι η εταιρεία είχε ως προεπιλογή το Bing και το Edge.
Συμβόλαια δισεκατομμύριων για την «προεπιλογή»
Η προσφυγή της κυβέρνησης κατά της Google επικεντρώνεται σε δισεκατομμύρια πληρωμές που έχει πραγματοποιήσει ο τεχνολογικός κολοσσός σε εταιρείες όπως η Apple, η Samsung κ.α. για να έχουν στις συσκευές τους ως προεπιλογή τη δική της μηχανή αναζήτησης στο διαδίκτυο. Σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ η Google πληρώνει – συνήθως – πάνω από 10 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για να απολαμβάνει αυτό το προνόμιο, που της διασφαλίζει μια σταθερή ροή δεδομένων από τους χρήστες και τη διατηρεί σε θέση κυριαρχίας στην αγορά.
«Υπάρχουν άλλες μηχανές αναζήτησης; Άλλοι τρόποι; Ναι… Είναι ισχυρές ως προεπιλογές; Όχι», τόνισε ο δικηγόρος του υπουργείου Δικαιοσύνης απευθυνόμενος στο δικαστήριο. «Η καλύτερη μαρτυρία για αυτό, και για τη σημασία αυτής της προεπιλογής, είναι το βιβλιάριο επιταγών της Google», πρόσθεσε με νόημα. Τα συμβόλαια αυτά, υπογράμμισε, παρείχαν στην Google τεράστιο όφελος από πρόσθετα διαφημιστικά έσοδα και δεδομένα αναζήτησης, δημιουργώντας έναν σύστημα ανατροφοδότησης που εδραίωσε την κυριαρχία της και της επέτρεψε να συνεχίσει να πληρώνει μεγάλα ποσά για να διασφαλίζει ότι η μηχανή αναζήτησής της θα τύχει ευνοϊκότερης μεταχείρισης.
«Όσες περισσότερες αναζητήσεις επεξεργάζεται η Google τόσο περισσότερα δεδομένα συλλέγει. Δεδομένα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε για τη βελτίωση της μηχανής αναζήτησης, είτε για να εξασφαλίσει ακόμη μεγαλύτερο πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων της. Τα δεδομένα των χρηστών είναι το οξυγόνο της μηχανής αναζήτησης. Λόγω της κυριαρχίας της στην αγορά, τα προϊόντα αναζήτησης και διαφημίσεων Google είναι καλύτερα από ό,τι μπορούν να ελπίζουν οι ανταγωνιστές της», επισήμανε ο δικηγόρος του υπουργείου Δικαιοσύνης. Γι’ αυτό, είπε, η Google πληρώνει τόσα πολλά ώστε η μηχανή αναζήτησής της να είναι η προεπιλεγμένη επιλογή σε προϊόντα από την Apple και άλλες εταιρείες.
Από την πλευρά του ο δικηγόρος της εταιρείας ισχυρίστηκε πως οποιαδήποτε απόφαση που θα απαγορεύσει στη Google να ανταγωνίζεται για συμβόλαια με την Apple και άλλες εταιρείες παραγωγής συσκευών τεχνολογίας θα ήταν ένα «ανάθεμα» για την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία των ΗΠΑ. Κατά τη Google πρόκειται για έναν δίκαιο ανταγωνισμό, τον οποίο κερδίζει και οι χρήστες μπορούν με απλές κινήσεις να αλλάξουν αν επιθυμούν τις προεπιλογές.
Η δίκη παρακολουθείται στενά από μέλη του Κογκρέσου και ειδικούς που έχουν πιέσει για αυστηρότερο έλεγχο των αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης δεν έχει προσφύγει σε δίκη για υπόθεση μονοπωλίου από τότε που μήνυσε επιτυχώς τη Microsoft το 1998 επειδή χρησιμοποίησε την κυριαρχία της στο λογισμικό προσωπικών υπολογιστών για να ελέγξει την αγορά και να εμποδίσει τα νέα τότε προγράμματα περιήγησης ιστού.
Ο κίνδυνος για την κυριαρχία της Google και το παράδειγμα της Microsoft
Η Google συγκεντρώνει σήμερα σχεδόν το 90% των ερωτημάτων αναζήτησης παγκοσμίως. Αυτό συνεπάγεται διαφημιστικά κέρδη άνω των 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, που αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος των ετήσιων εσόδων της Alphabet, της μητρικής εταιρείας της Google, η αξία της οποίας έχει εκτοξευτεί στα 1,7 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Οποιαδήποτε απόφαση κατά της εταιρείας θα πυροδοτούσε και μια νέα δίκη για να αποφασιστεί πως θα διορθωθούν οι αθέμιτες πρακτικές της. Αναλυτές εκτιμούν πως είναι πιθανότερο ο δικαστής να απαιτούσε κάποιες αλλαγές στις συμφωνίες διανομής της Google. Θα μπορούσε για παράδειγμα να αναγκαστεί η εταιρεία να σταματήσει τις πληρωμές στην Apple και τις άλλες εταιρείες για να εξασφαλίσει την προεπιλογή της μηχανής αναζήτησής της.
Κανείς ωστόσο δεν μπορεί να αποκλείσει και ένα συντριπτικό πλήγμα στη Google, ενδεχομένως και με πώληση βασικών τμημάτων της εταιρείας. Ιδιαίτερα εάν η απόφαση απαιτεί αλλαγές που υπονομεύουν την ισχύ της, όπως συνέβη με τη Microsoft μετά την αναμέτρησή της με το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Τότε, ο γίγαντας των λογισμικών μέχρι να προσαρμοστεί στην απόφαση του δικαστηρίου έχασε το «τρένο» της αναζήτησης στο διαδίκτυο και των smartphones. Η Google το εκμεταλλεύτηκε και αναδείχθηκε στη σημερινή πανίσχυρη εταιρεία στο χώρο της τεχνολογίας.