Δεκαπέντε χρόνια έχουν περάσει από την ημέρα που ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας Γιώργος Παπανδρέου εμφανίστηκε στην τηλεόραση με φόντο το γαλάζιο του Αιγαίου και πίσω του το Καστελλόριζο.

Με μια ιστορική ομιλία ενεργοποίησε τον μηχανισμό στήριξης του ΔΝΤ, βάζοντας τη χώρα στην τροχιά των Μνημονίων.

Σήμερα ο ίδιος επιστρέφει στα γεγονότα εκείνης της εποχής με μια συνέντευξη στο «ΒΗΜΑ» λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «Αυτό που εξακολουθεί να λείπει από τον δημόσιο βίο είναι ακριβώς αυτό, οι μεγάλες, τολμηρές αποφάσεις».

«Συλλογική απόφαση η αποδοχή του πρώτου μνημονίου»

Ο πρώην πρωθυπουργός τονίζει πώς δεν θα άλλαζε τις στρατηγικές επιλογές αλλά αναγνωρίζει ότι υπήρξαν λάθη σε δύο κρίσιμα ζητήματα, επικοινωνίας και πολιτικής προετοιμασίας, μολονότι, όπως σημειώνει, «ήταν συλλογική απόφαση καθώς είχε προηγηθεί ενδελεχής συζήτηση και προετοιμασία, συνεδρίασε το ‘Ατυπο Υπουργικό Συμβούλιο, με τη συμμετοχή όλων των υπουργών ενώ υπήρξε συναίνεση στο ενδεχόμενο προσφυγής στον μηχανισμό.  

«Ως προς την επιλογή του Καστελόριζου, με προβληματίζει πάντα η κριτική που ακούω. Η απόφαση ήταν δική μου. Είχε και πρακτικό και συμβολικό βάρος. Πρακτικά, το μήνυμα ήταν “Το έργο μας συνεχίζεται”. Και μένουμε συνεπείς στην προγραμματισμένη συνέλευση με τους αναπτυξιακούς φορείς της Δωδεκανήσου.  Δεύτερον και πιο ουσιαστικό, το Καστελλόριζο ήταν πάντα για μένα σύμβολο του δημιουργικού Ελληνισμού. Δεν πτοείται και παρά τις δυσκολίες μετατρέπει κρίσεις σε ευκαιρίες. Και βεβαίως, σημείο-κλειδί για τη συζήτηση γύρω από την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ μας» ανέφερε ο πρώην πρωθυπουργός.

Σημείωσε επίσης πως πριν τις ανακοινώσεις, ενημερώθηκαν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί αναλυτικά. «Και την κα Μπακογιάννη, που στήριξε την εθνική προσπάθεια — σε αντίθεση με τον αδερφό της, που συμπορεύτηκε με τον κ. Σαμαρά, επενδύοντας στον λαϊκισμό. Παρίστανε τον μεταρρυθμιστή, ενώ υπονόμευε την πορεία της χώρας. Από τους αρχηγούς υπήρξε προβληματισμός, αλλά ούτε σοβαρή αντίδραση, ούτε άλλη πρόταση. Γιατί; Γιατί δεν υπήρχε εναλλακτική. Οι αγορές ήταν αδυσώπητες. Η Ελλάδα βίωνε την απόλυτη αβεβαιότητα – κάτι που μου θυμίζει το σημερινό κλίμα με τους δασμούς του Τραμπ.  Το δίλημμα ήταν ξεκάθαρο: Πρόγραμμα προσαρμογής ή άτακτη χρεοκοπία και χάος», αναφέρει συγκεκριμένα.

Ο πρώην Πρωθυπουργός απαντά στη κριτική που δέχθηκε η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ λέγοντας ότι «είναι ανεδαφικά, για να μην πω τραγελαφικά σενάρια, όπως το να δανειζόμασταν από τη Ρωσία, ότι οι ίδιοι τους οι ισχυρισμοί διαψεύδονται πλήρως από την πραγματικότητα. Είπαν “αργήσατε να πάρετε μέτρα”. Η αλήθεια; Μέτρα πήραμε άμεσα, από το 2009, μόλις διαπιστώσαμε ότι τα στοιχεία που είχε στείλει η ΝΔ στην Ε.Ε. ήταν πλασματικά. Προχωρήσαμε σε περικοπές 15,9 δισ. ευρώ ως τον Απρίλιο του 2010, το μεγαλύτερο πρόγραμμα που έχει εφαρμοστεί ποτέ σε χώρα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Μειώσαμε το έλλειμμα κατά περίπου 5% μέχρι το τέλος του 2010.  

Είπαν “έπρεπε να κάνετε εκλογές”. Μα εκλογές εν μέσω κρίσης, με τον κίνδυνο χρεοκοπίας ανοιχτό, θα ήταν εθνική καταστροφή. Μου ζητούσαν να βάλω το κόμμα και το προσωπικό μου συμφέρον πάνω από τη χώρα. Να αποποιηθώ των ευθυνών που μου ανέθεσε ο λαός τον Οκτώβριο του 2009. Όπως κάνουν όσοι μετρούν μόνο το πολιτικό τους κόστος. Αλλά δεν είμαστε όλοι ίδιοι.

Είπαν “έπρεπε να ζητήσεις αυξημένη πλειοψηφία για το μνημόνιο”. Είχα ήδη μιλήσει με τον κ. Σαμαρά, που με ενημέρωσε πως θα το καταψηφίσει, κάτι που επιβεβαίωσε αργότερα και στενός του συνεργάτης. Δεν είχα δικαίωμα να ρισκάρω το μέλλον της χώρας για πολιτικά παιχνίδια» πρόσθεσε.

Τι απάντησε για τις φράσεις «Λεφτά υπάρχουν» και «Μαζί τα φάγαμε»

Για τις φράσεις «Λεφτά υπάρχουν» και «Μαζί τα φάγαμε» απαντά τα εξή;ς: «Λεφτά υπάρχουν αν τα διεκδικήσεις. Αν τα προσελκύσεις με επενδύσεις. Αν νοικοκυρέψεις το κράτος. Αν αξιοποιήσεις τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας μας. Ώστε να αυγατίσουν και να διαμορφώσουν, να δημιουργήσουν έναν νέο πλούτο. Αλλά αυτά θέλουν σχέδιο. Θέλουν σχέδιο που να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και όχι το συμφέρον των κομματικών παραγόντων, των ημέτερων και των ισχυρών της χώρας μας»

Συμπληρώνει ότι το επαναλαμβάνει, «γιατί για παράδειγμα, στα Τέμπη δεν μπόρεσε η ΝΔ να εγκαταστήσει σύγχρονη ηλεκτρονική σήμανση. Ενώ τα χρήματα υπήρχαν. Μπόρεσε όμως να αναπτύξει ένα αποτελεσματικό, περίτεχνο παρακράτος παρακολούθησης πολιτικών προσώπων. Και μπόρεσε να βρει – και πολύ γρήγορα, χρήματα για να μπαζώσει το σημείο του εγκλήματος. Για να μη μιλήσω και για τον μηχανισμό, μέσω των κοινωνικών δικτύων, σπίλωσης πολιτικών αντιπάλων».

Και πρόσθεσε: «Η φράση “λεφτά υπάρχουν” δεν ήταν σύνθημα ευκολίας. Ήταν καταγγελία. Για ένα κράτος που αιμορραγούσε από τη διαφθορά, τις αδιαφανείς συναλλαγές, το ρουσφέτι και τη σπατάλη. Ήταν κάλεσμα για ανατροπή, για επαναθεμελίωση της χώρας πάνω σε αξίες, διαφάνεια, αξιοκρατία και δίκαιη ανάπτυξη».

Τέλος, επέκρινε έντονα τη ΝΔ και μετά τον ΣΥΡΙΖΑ πως «πούλησαν αυταπάτες και ψεύτικες ελπίδες στον λαό».