Κάποτε η Γη είναι πιθανό να είχε όχι ένα, αλλά δύο φεγγάρια που στόλιζαν τον νυχτερινό ουρανό της.

Μια σύγκρουση σε αργούς ρυθμούς μεταξύ των δύο, πιστεύεται ότι δημιούργησε τα διάφορα υψίπεδα στην σκοτεινή πλευρά του σωζόμενου φεγγαριού μας, από τα διάφορα συντρίμμια από το δεύτερο μικρότερο φεγγάρι.

Η μεριά του φεγγαριού που είναι στραμμένη προς τη Γη και αυτή της αθέατης πλευράς έχουν ιδιαίτερα διαφορετικές μορφολογίες εδάφους.

Οι επιστήμονες έχουν προτείνει διάφορες θεωρίες για αυτήν την έλλειψη συμμετρίας. Η κυρίαρχη προστάζει πως οι παλιρροϊκές δυνάμεις της βαρύτητας αναδιαμόρφωσαν την κρούστα του φεγγαριού και του προσέδωσαν το συγκεκριμένο σχήμα.

Η νέα, όμως, θεωρία βασίζεται στο μοντέλο μιας τεράστιας πρόσκρουσης που εξηγεί την σημερινή εικόνα του φεγγαριού.
 
Πολλοί ειδικοί θεωρούν πως ένα αντικείμενο στο μέγεθος του πλανήτη Άρη, προσέκρουσε στη Γη, πολύ νωρίς στην ιστορία του ηλιακού μας συστήματος, εκτινάσσοντας συντρίμμια στο διάστημα, τα οποία αργότερα ελκυόμενα από την βαρύτητα σχημάτισαν το φεγγάρι μας.

Με τον ίδιο τρόπο θεωρείται ότι σχηματίστηκε και το δεύτερο φεγγάρι το οποίο παρέμεινε σε τροχιά για δεκάδες εκατομμύρια χρόνια.

Τα δύο φεγγάρια συγκρούστηκαν με σχετικά αργό ρυθμό, κάτι που δεν επέτρεψε την παραγωγή κρατήρων ή την πρόκληση τήξεως.

Αντιθέτως, τα περισσότερα από τα συντρίμμια στοιβάχτηκαν στο ημισφαίριο που πραγματοποιήθηκε η σύγκρουση, δημιουργώντας ένα παχύ νέο στρώμα στερεού φλοιού.

Επί του παρόντος , ωστόσο, δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία για να αποφανθούν οι επιστήμονες με σιγουριά για την πραγματική ιστορία του φεγγαριού.