Στην αρχαία Ελλάδα όσοι παρακολουθούσαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες βίωναν μια μοναδική στιγμή στη ζωή τους, με τους αρχαίους να τονίζουν πως ήταν άτυχος όποιος πέθαινε χωρίς να πάει μια φορά στην αρχαία Ολυμπία για να δει τη διοργάνωση.
Ενδεικτικά, μύθος της εποχής ανέφερε πως ένας Αθηναίος αρτοποιός καυχιόταν στην ταφόπλακά του ότι είχε παρακολουθήσει τους Αγώνες 12 φορές. Εντούτοις, η δυσφορία ήταν τέτοια, που σχολιάζονταν έντονα από όλα τα μεγάλα πρόσωπα της αρχαιότητας.
Η ηλεκτρονική έκδοση του smithsonianmag.com έγραψε πως οι αρχαίοι ανέφεραν περιπαικτικά ότι «κατάφεραν να επιβιώσουν» αν έβλεπαν τους Αγώνες, λόγω της αφόρητης ζέστης και επειδή ήταν αναγκαστικά όρθιοι για ώρες, ώστε να παρακολουθήσουν τους αγώνες.
Παραδείγματος χάριν, σε ορισμένες περιπτώσεις κάποιος μπορεί να στεκόταν όρθιος έως και 16 ώρες για να παρακολουθήσει όλα τα δρώμενα.
Επίσης, ο χώρος έξω από το στάδιο καλύπτονταν από τους καπνούς των ψητών και από τις μύγες. Παράλληλα, υπήρχε λίγο νερό και ιδιαίτερα πόσιμο, με πωλητές να το προσφέρουν σε υψηλές τιμές.
Τα προβλήματα όμως δεν σταματούσαν εδώ, καθώς οι θεατές έπρεπε να μείνουν σε σκηνές ή στην ύπαιθρο, με τα διαθέσιμα πανδοχεία να προσφέρονται μόνο σε πρέσβεις και ιερείς. Μάλιστα, κάποτε ο Πλάτωνας κοιμήθηκε σε έναν αυτοσχέδιο στρατώνα, που έστησαν εκείνη τη στιγμή μεθυσμένοι βάρβαροι για να συνεχίσουν με ασφάλεια το γλέντι τους.
Παρά τα προβλήματα, οι Αγώνες ήταν εντυπωσιακά δημοφιλείς και διεξάγονταν ανελλιπώς κάθε τέσσερα χρόνια από το 776 π.Χ., έως και την κατάργησή τους το 393 μ.Χ.
Ο Αθηναίος φιλόσοφος Επίκτητος αναρωτήθηκε κάποτε «τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να επιστρέφουν ξανά και ξανά για να δουν τους Ολυμπιακούς, αφού κάθε μέρα είναι γεμάτη με αφόρητη ζέστη, βρωμιά, θόρυβο και ατελείωτες μικροενοχλήσεις». Τότε, κατέληξε στο συμπέρασμα πως «τα ανέχεσαι όλα αυτά, γιατί βιώνεις ένα αξέχαστο θέαμα».