Τη δεκαετία του ’80 και του ’90, όλα τα αστέρια του παγκοσμίου ποδοσφαίρου ήθελαν να παίξουν στην Ιταλία. Και τελικά, έπαιζαν. Η Serie A ήταν με διαφορά το καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου. Δόξα, επιτυχίες, αίγλη, χρήματα. Το Καμπιονάτο έμοιαζε με έναν τόπο ιερό για τους ποδοσφαιριστές, τους μάνατζερ αλλά και τους φιλάθλους. Πώς κατάφεραν να χάσουν οι Ιταλοί τα πρωτεία ενώ μια ολόκληρη βιομηχανία κινούνταν γύρω από τα 90λεπτα του calcio; Γιατί υποβαθμίστηκε έτσι το προϊόν τους;
«Οι Ιταλοί πίστεψαν πως δε θα άλλαζε τίποτα. Ποτέ. Πίστευαν πως θα ήταν αιωνίως έτσι», λέει ο Παναγιώτης Παλλαντζάς, ένας από τους πιο έμπειρους δημοσιογράφους για το ιταλικό ποδόσφαιρο, στο podcast του Newsbeast. Οι Ιταλοί κλώτσησαν την ευκαιρία της διοργάνωσης του Μουντιάλ του 1990, όχι επειδή δεν κατέκτησαν το τρόπαιο αλλά γιατί δεν έφτιαξαν τα γήπεδα και τις υποδομές που θα διατηρούσαν την ποιότητα της Serie A στον αφρό, ανεβάζοντάς την ακόμη περισσότερο σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Αυτό το λάθος θα το έβρισκαν αργότερα μπροστά τους.
Στα χρόνια της παντοκρατορίας τους, από το 1989 έως και το 1999, οι Ιταλοί συμμετείχαν πάντα με μία ομάδα στους τελικούς των ευρωπαϊκών κυπέλλων. Αποκορύφωμα το 1990, όπου ιταλική ομάδα πήρε το πρωταθλητριών (Μίλαν), ιταλική ομάδα πήρε το κυπελλούχων (Σαμπντόρια) και έπαιξαν δύο ιταλικές ομάδες στο κύπελλο UEFA (Γιουβέντους και Φιορεντίνα, το κατέκτησαν οι Τορινέζοι). Τι ακολούθησε; Η πτώση άρχισε να έρχεται σταδιακά. Ήταν τα πρώτα δείγματα, το καμπανάκι, της στασιμότητας. Της ανανέωσης που δεν έγινε όσο και όπως θα έπρεπε. Παρόλα αυτά, η Ιταλία κρατούσε χαρακτήρα. Μέχρι το μεγάλο κρότο που ακούστηκε το καλοκαίρι του 2006.
Το σκάνδαλο Calciopoli έφερε μεγάλες ανακατατάξεις σε ομάδες και οδυνηρές συνέπειες στην ιταλική λίγκα. Κάποιες από αυτές εντελώς αντίθετες από αυτές που προσδοκούσαν οι διοργανωτές. «Οι χορηγοί δεν το είδαν ως κάθαρση. Καθαρίζεις το πρωτάθλημα, οπότε θα ποντάρω κι άλλα. Πήγαν κάπου αλλού», εξηγεί ο Παναγιώτης Παλλαντζάς. «Τα στοιχεία είναι ξεκάθαρα. Με το καλημέρα έφυγαν 30 παίκτες. Πέντε χρόνια μετά το 2006, το συνολικό χρέος της Serie A ήταν 2,6 δισ. ευρώ. Πριν το Calciopoli ήταν λιγότερο από τα μισά. Επίσης, από το 2006 μέχρι το 2011, το ιταλικό πρωτάθλημα έχανε κάθε χρόνο το 5% σε ό,τι αφορά την παρουσία του κόσμου στα γήπεδα. Ο κόσμος άρχισε να απομακρύνεται», προσθέτει.
Τα πάνω-κάτω ήρθαν και στα οικονομικά των ομάδων. «Πριν το σκάνδαλο, η Γιουβέντους είχε την πιο ακριβοπληρωμένη φανέλα στην Ευρώπη. Έπαιρνε από την Tamoil του Καντάφι 24 εκατ. ευρώ. Ακολουθούσε η Μίλαν που έπαιρνε 18 εκατ. από την Opel. Αν πάμε στο σήμερα, η Γιουβέντους παίρνει 50 εκατ. ευρώ για τη φανέλα της, αλλά η Ρεάλ παίρνει 70, που τότε έπαιρνε 14 εκατομμύρια. Η Ιταλία ήταν η πιο πλούσια λίγκα αλλά αργά και σταθερά άρχιζε να χάνει σε όλα τα επίπεδα. Και να ανοίγει, εις βάρος των Ιταλών, η ψαλίδα», εξηγεί ο έμπειρος αθλητικογράφος.
Το Σεπτέμβριο του 2011, συνέβη κάτι… πρωτόγνωρο στην Ιταλία. Και αυτή τη φορά, αν και ήταν θετικό, ανέδειξε ένα ακόμη μεγάλο πρόβλημα. Η Γιουβέντους εγκαινίασε το Juventus Stadium, το ιδιόκτητο γήπεδό της. Το πρώτο ιδιόκτητο γήπεδο της χώρας. «Είναι φοβερό αν σκεφτούμε πως αυτό έγινε το 2011. Από τότε μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει άλλο ιδιόκτητο γήπεδο στην Ιταλία. Η Σασουόλο έχει κάνει μια συμφωνία με το δήμο για να χρησιμοποιεί το γήπεδο αλλά δεν το κατασκεύασε. Της Ουντινέζε που έγινε ανακαίνιση, συνεχίζει να ανήκει στο δήμο. Ανακατασκευή έχει γίνει και στο μισό γήπεδο της Αταλάντα, η οποία έχει κάνει και αυτή συμφωνία με το δήμο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Μίλαν και η Ίντερ, οι οποίες το παλεύουν από το 2016 και δεν έχουν καταλήξει ακόμη στα σχέδια».
Ακούστε την ποδοσφαιρική συζήτηση με τον Παναγιώτη Παλλαντζά στο podcast του Newsbeast