Έναν χρόνο κλείνει ο Μάρκους Μπεργκ φέτος στην Ελλάδα, όπου αγωνίζεται με τη φανέλα του Παναθηναϊκού.
Ο Σουηδός φορ αναφέρθηκε στη ζωή του στην Αθήνα και εξήγησε τις διαφορές που υπάρχουν σε σχέση με εκείνη στην πατρίδα του.
Παράλληλα, μίλησε για την προσωπική και επαγγελματική του ζωή, φέρνονατς στην επιφάνεια άγνωστες στο ευρύ κοινό πληροφορίες.
Όταν ρωτήθηκε για το αν θα πήγαινε σε άλλη ελληνική ομάδα με μία πρόταση που αγγίζει τα 15 εκατ. ευρώ, εκείνος απάντησε: «Ξέρω ότι το έχουν κάνει άλλοι, αλλά… Για μένα υπάρχει μόνο ο Παναθηναϊκός»!
Αναλυτικά όσα δήλωσε ο διεθνής επιθετικός στο «Home» του «Έθνους»
Στο shooting ήρθες φορώντας πράσινο t-shitrt. Είναι υποχρεωτικό να φοράς πράσινα κι εκτός γηπέδου;
«Έχω και μερικά κόκκινα, αλλά από τότε που ήρθα στην Ελλάδα δεν έχω βάλει κανένα. Δεν μου φαίνεται πλέον και τόσο ωραίο χρώμα!».
Ποιο είναι το οικογενειακό background σου; Πως μεγάλωσες;
«Γεννήθηκα σε μία πόλη 5.000 κατοίκων και μέναμε σε ένα μικρό διαμέρισμα. Δεν θυμάμαι τα πρώτα χρόνια εκεί. Μετά μετακομίσαμε σε μία αγροικία. Είχαμε αγελάδες, κότες… Ξέρεις, σαν αγρότες. Το ένα σπίτι ήτα εδώ, το άλλο στα 200 μέτρα. Υπήρχαν δάση, λίμνες… Αυτό ήταν το χωριό μου! Είμαι χαρούμενος που μεγάλωσα εκεί. Είναι η καλύτερη ζωή που θα μπορούσε να έχει ένα παιδί: Με ασφάλεια, με την οικογένειά σου, σε έναν τόπο όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους».
Ο πατέρας σου;
«Έπαιζε ποδόσφαιρο όταν ήταν νεότερος, αλλά ποτέ επαγγελματικά. Μας έβαζε να ασχολούμαστε με όποιο άθλημα μπορείς να φανταστείς, σκι, σκοποβολή, χάντμπολ, χόκεϊ επί πάγου, τρέξιμο, άλματα, τα πάντα».
Είναι αλήθεια ότι ο αδερφός σου σε ώθησε στο ποδόσφαιρο;
«Πράγματι. Είναι ένα χρόνο μεγαλύτερος από εμένα και ήμασταν πάντα σαν δίδυμοι, κάναμε τα πάντα μαζί. Στα 16 του πήγε στο Γκέτεμποργκ, σε απόσταση 400 χλμ. Για τη Σουηδία τέσσερις ώρες με το αυτοκίνητο είναι σαν να πηγαίνεις στην επόμενη γωνία. Υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο και μία μέρα ρώτησε την ομάδα του αν μπορώ κι εγώ να προπονηθώ μαζί τους. Αυτό ήταν».
Στο Αμβούργο τι συνέβη; Τι είδους τραυματισμούς είχες κι έμεινες τόσο καιρό εκτός;
«Είχα μεγάλα προβλήματα στον γοφό. Ο γιατρός που με χειρούργησε είπε ότι όταν κάνεις από μικρός πολύ αθλητισμό χωρίς ξεκούραση, μπορεί να σου δημιουργήσει προβλήματα. Η πρώτη εγχείριση δεν ήταν επιτυχής, έπαιξα έναν χρόνο και χειρουργήθηκα ξανά στο ίδιο σημείο, έναν χρόνο πριν έρθω εδώ. Ήταν εκνευριστικό, Δεν είναι ότι τσακίζεις το πόδι και ξέρεις ότι σε έξι μήνες θα είσαι καλά. Ξυπνάς και δεν ξέρεις αν θα προπονηθείς. Το έλεγα και δεν με πίστευαν. Μου έλεγαν “σε βλέπουμε, μπορείς να τρέχεις”. Ταλαιπωρήθηκα, αλλά τουλάχιστον ο εφιάλτης τελείωσε. Το τελευταίο εξάμηνο δεν είχα καμία ενόχληση».
Στο χέρι έχεις ένα τατουάζ που γράφει «You bleed just to know you ‘re alive» (σ.σ.. Ματώνεις απλά για να αισθάνεσαι ζωντανός). Είναι το μότο της ζωής σου πλέον;
«Το χτύπησα το 2008. Σημαίνει ότι όταν περνάς δύσκολα, είναι γιατί είσαι ζωντανός. Οι νεκροί δεν υποφέρουν».
Έχει γραφτεί στη Σουηδία ότι η καριέρα σου επηρεάστηκε από τον χωρισμό σου με ένα μοντέλο…
«Καταρχάς αυτό δεν ισχύει. Έχουν συμβεί διάφορα στη ζωή μου, θετικά κι αρνητικά. Εξαρτάται και τι άνθρωπος είσαι, αν μπορείς να αφήσεις πίσω κάποια πράγματα ή τα σκέφτεσαι λίγο περισσότερο».
Τώρα πλέον όμως έχεις την οικογένειά σου…
«Ωριμάζεις ως άνθρωπος. Ίσως στην αρχή ήταν κάτι τελείως καινούργιο, δύσκολο, τώρα όμως είμαι πιο έμπειρος. Η κόρη μου, η Τζουλί, είναι τριών ετών. Τα πράγματα κατευθύνονται στον σωστό δρόμο, ελέγχω τη ζωή μου».
Όταν ήρθες, περίμενες ότι θα εισέπραττες τέτοια αγάπη;
«Πως να το περιμένω; Εξάλλου δεν μου είχε ξανασυμβεί. Δεν νομίζω ότι υπάρχει καν σύγκριση με άλλες χώρες».
Νιώθεις ότι ζεις το όνειρό σου εδώ;
«Ναι, δεν γίνεται να έχω κάτι πολύ καλύτερο από αυτό».
Και στο ποδόσφαιρο;
«Ναι, και στο ποδόσφαιρο. Όταν παίζεις και πετυχαίνεις πράγματα με την ομάδα, κερδίζεις τίτλους, αυτό είναι το καλύτερο συναίσθημα. Με το Αμβούργο δεν κέρδισα τίποτα. Με την Αϊντχόφεν; Τίποτα».
Δεν είχες πανηγυρίσει τίτλο με τη Γκέτεμποργκ;
«Κέρδισα το πρωτάθλημα με την Γκέτεμποργκ, αλλά αγωνίστηκα μισή σεζόν. Ούτε καν πανηγύρισα»!
Τι είναι αυτό που δεν σου αρέσει στην Ελλάδα;
«Ειλικρινά; Λίγα πράγματα. Δεν μου αρέσει η κίνηση, τα μηχανάκια. Επίσης ότι λέτε “αύριο θα σου στείλω mail” κι όταν δεν το στέλνετε λέτε ότι είχατε δουλειά. Τότε γιατί δεν λες από την αρχή ότι θα το στείλεις μία εβδομάδα μετά; (γέλια). Στη Σουηδία όταν θέλουμε να πάμε για καφέ, συνεννοούμαστε δέκα μέρες νωρίτερα. Εδώ παίρνω τηλέφωνο μία ώρα πριν και σου λέω πάμε να πιούμε καφέ -κάτι που σημαίνει ότι προσαρμόστηκα στις ελληνικές συνήθειες. Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη Βόρεια και στη Νότια Ευρώπη. Δεν είναι κάτι αρνητικό, αλλά αν δεν έχεις συνηθίσει, σου φαίνονται περίεργα κάποια πράγματα. Είστε πολύ του αύριο, αλλά εγώ ως ξένος οφείλω να προσαρμοστώ».
Στο ποδόσφαιρο;
«Δύσκολο να πεις… Νομίζω ότι η ατμόσφαιρα είναι εκπληκτική στα παιχνίδια, αλλά μερικές φορές φτάνει στο όριο της υπερβολής. Δεν ένιωσα ποτέ φόβο βέβαια. Είναι μέσα στο πρόγραμμα το να επιχειρήσουν να σε αποσυντονίσουν. Όχι όμως να πετούν αντικείμενα που μπορεί να σε τραυματίσουν. Ε, αυτό είναι too much».
Οι διαιτητές πως σου φαίνονται;
«Μπορεί να σε εκπλήξουν»!
Τι εικόνα είχες για την Ελλάδα πριν έρθεις;
«Δεν περίμενα έτσι τη φύση. Όταν πηγαίνουμε με το λεωφορείο στα κοντινά παιχνίδια, βλέπω ότι η φύση είναι φοβερή. Την περίμενα πιο επίπεδη, με ποιο πολλούς βράχους ίσως… Έχει μία φοβερή ποικιλομορφία και είναι καλύτερη απ’ ότι την περίμενα. Το ίδιο ισχύει και για την Αθήνα».
Πως θα περιέγραφες τους Σουηδούς;
«Είναι αξιόπιστοι, μπορείς να τους εμπιστευτείς, είναι εργατικοί. Στα νότια οι άνθρωποι είναι πιο ευθείς, μιλούν περισσότερο. Στα βόρεια είναι πιο ντροπαλοί».
Υπάρχει εγωπάθεια στη Σουηδία, όπως στην Ελλάδα;
«Εγωισμός υπάρχει. Αλλά ξέρεις, διαφορετικά μέρη, διαφορετικοί χαρακτήρες. Εκεί όπου μεγάλωσα, τουλάχιστον, δεν είναι εγωιστές, ο κόσμος είναι ήρεμος, εκτιμά. Αν πετυχαίνεις κάτι καλό, σημαίνει ότι πάλεψες κι άξιζες να πετύχεις, οι άνθρωποι είναι χαρούμενοι για τον άλλο».
Παρότι είσαι σέντερ φορ, όλοι σε εξυμνούν για την ομαδική στάση σου. Είναι θέμα σουηδικής νοοτροπίας;
«Όχι, δεν πιστεύω ότι είναι κάτι τελείως σουηδικό. Έτσι είμαι εγώ. Είναι η προσωπικότητά μου. Δεν βλέπω γιατί πρέπει να βρίσκομαι συνέχεια στο επίκεντρο. Στο τέλος αυτό που μένει είναι αν κέρδισες. Αλλά εντάξει, δεν θα πω ψέματα, όταν δεν σκοράρω, εκνευρίζομαι».
Έχεις κάποιον μέντορα στη ζωή σου;
«Τον αδερφό μου, τον Γιούναταν. Πάντα τον είχα πρότυπό μου».
Το βιοτικό επίπεδο στη Σουηδία είναι από τα υψηλότερα, όμως ταυτόχρονα η χώρα κατέχει μία θλιβερή πρωτιά σε αλκοολισμό κι αυτοκτονίες. Γιατί συμβαίνει αυτό;
«Καλή ερώτηση. Η μητέρα μου παρεμπιπτόντως εργάζεται ως θεραπεύτρια με ανθρώπους που αντιμετωπίζουν προβλήματα με αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Έχω φίλους και οικογένειες που έχουν παρόμοιο πρόβλημα. Δεν είναι εύκολο να πεις γιατί συμβαίνει. Δεν ξέρω. Ίσως ο καιρός. Η βιταμίνη που παίρνεις από τον ήλιο. Το να ξυπνάς κάθε μέρα και να έχει ήλιο και γαλάζιο ουρανό, όπως εδώ στην Ελλάδα, σου δίνει ενέργεια. Εκεί ο χειμώνας διαρκεί έξι μήνες».
Είναι βαρετά τελικά η ζωή όταν όλα τα βασικά προβλήματα είναι λυμένα;
«Δεν ξέρω αν είναι αυτό. Φαντάσου να δουλεύεις από τις 8 το πρωί ως τις 4 το μεσημέρι. Πηγαίνεις στη δουλειά, έχει σκοτάδι. Φεύγεις, πάλι σκοτάδι. Οι άνθρωποι εκεί κλείνουν ένα χρόνο πριν ταξίδι για μία εβδομάδα στην Κρήτη. Κι όλο τον χρόνο περιμένουν αυτή τη στιγμή».
Ποιο είναι το κορυφαίο επίπεδο στο οποίο πιστεύεις ότι μπορείς να αγωνιστείς;
«Προτιμώ να ζω το τώρα. Έπειτα από όσα συνέβησαν με τους τραυματισμούς που είχα, πηγαίνω βήμα βήμα».
Υποθετική ερώτηση: Αν πρόσφερε ο αιώνιος αντίπαλος 15 εκατομμύρια τι θα έκανες;
«Δεν νομίζω ότι θα πήγαινα. Τόσο μεγάλοι αντίπαλοι στην ίδια πόλη; Ξέρω ότι το έχουν κάνει άλλοι, αλλά… Για μένα υπάρχει μόνο ο Παναθηναϊκός τώρα. Μου αρέσει το κλαμπ, οι οπαδοί, όλα».
Έχω ακούσει για μία ενδιαφέρουσα ιστορία από την πρεμιέρα του περσινού πρωταθλήματος, με τον συμπαίκτη σου, τον Μαρινάκη…
«Α, ναι, φυσικά! Εκείνη τη μέρα λοιπόν, άκουγα στην εξέδρα συνέχεια συνθήματα για τον Μαρινάκη. Δεν καταλάβαινα ασφαλώς το περιεχόμενο και νόμιζα ότι τραγουδούσαν για τον συμπαίκτη μου. Πάω λοιπόν και του λέω: “Φοβερό, όλο το γήπεδο τραγουδάει για σένα. Μπράβο. Πρέπει να είσαι μεγάλος παίκτης”! Ξαφνικά βλέπω τους υπόλοιπους να σκάνε στα γέλια. Μετά μου εξήγησαν, αλλά ο Μαρινάκης ούτε ν’ ακούσει, επέμενε ότι ήταν γι’ αυτόν το σύνθημα (γέλια)».
Ποια ήταν η καλύτερη βραδιά της καριέρας σου;
«Ο τελικός του Κυπέλλου. Γι’ αυτά τα ματς παίζεις. Για να κερδίσεις ένα τρόπαιο μπροστά στους οπαδούς της ομάδας σου. Θα το κουβαλάω σε όλη μου τη ζωή και θα το δείχνω στα παιδιά μου».
Περίμενες το 0-3 στο Καραϊσκάκη;
«Δεν το περίμενα. Μας έδωσε αυτοπεποίθηση. Τόσο η νίκη, όσο κι ο τρόπος και το σκορ. Κι έπειτα που πήγαμε στο Κορωπί και συναντήσαμε τόσο κόσμο απογειωμένο… Ξέρεις, ακόμα βλέπω αυτές τις φωτογραφίες από εκείνο το βράδυ, την υποδοχή…».
Ποιο ήταν το πιο όμορφο από τα 23 γκολ που σκόραρες πέρυσι;
«Μάλλον το τελευταίο στο 4-1 επί του ΠΑΟΚ γιατί δεν ήταν τυπικό γκολ Μπεργκ. Συνήθως σκοράρω με μία ή δύο κινήσεις…».
Πότε συνειδητοποίησες ότι έκανες τη σωστή επιλογή υπογράφοντας στον Παναθηναϊκό;
«Από την αρχή. Σιγουρεύτηκα όμως όταν πήγα φέτος στη Σουηδία για τα Χριστούγεννα. Όταν έπαιζα στο Αμβούργο ή στην Ολλανδία, τέλειωναν οι μέρες κι εγώ ήθελα να μείνω εκεί. Φέτος, πήγα και δεν έβλεπα την ώρα να γυρίσω στην Ελλάδα».
Ποιον κανόνα ακολουθείς πιστά στη ζωή σου;
«Δεν είναι ακριβώς κανόνας. Οι γονείς μου πάντα έλεγαν “Να συμπεριφέρεσαι στους άλλους όπως θέλεις να σου συμπεριφέρονται κι εκείνοι”. Αν συμπεριφέρεσαι σαν καθίκι, θα είναι και οι άλλοι καθίκια με εσένα. Αν είσαι καλός, θα πάρεις κάτι πίσω κι αν ο άλλος είναι σκάρτος, δικό του το πρόβλημα. Προσπαθώ να το ακολουθήσω. Αν είσαι ανοιχτόμυαλος και προσπαθήσεις να καταλάβεις τους ανθρώπους, μπορείς να προχωρήσεις. Και πάνω από όλα, να μην τρελαίνεσαι».
Όσο για την παραμονή του στον Παναθηναϊκό…
«Εγώ θέλω να συνεχίσω στον Παναθηναϊκό. Είμαι ευτυχισμένος εδώ. Ξεκινήσαμε ένα ταξίδι με την ομάδα. Και θέλω να το συνεχίσουμε μαζί».
Πηγή: sport-fm.gr