Ήταν Φεβρουάριος του 2001 όταν ξαφνικά στο ιατρείο των φυλακών Κορυδαλλού θα προσέλθει ένας κρατούμενος, που παραπονιέται για επιληπτικές κρίσεις. Ο γιατρός της φυλακής διαπιστώνει ότι όντως πάσχει από κρίσεις επιληψίας και υπογράφει το παραπεμπτικό προκειμένου να υποβληθεί στις απαραίτητες εξετάσεις στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας.
Πρόκειται για τον Κώστα Πάσσαρη, τον άνθρωπο που θα εξελιχθεί σε εφιάλτης της αστυνομίας, τον άνθρωπο που από πολλούς εκτιμάται ότι ήταν ο πιο σκληρός κακοποιός που πέρασε ποτέ από την Ελλάδα.
Στις 7 Φεβρουαρίου του 2001 το δικαστικό συμβούλιο εγκρίνει την μεταγωγή του στο νοσοκομείο και στις 16 του ίδιου μήνα αποφασίζεται η μεταφορά του στο νοσοκομείο.
Το πρωί της 16ης Φεβρουαρίου ο αρχιφύλακας Διονύσης Αλεβιζόπουλος θα ειδοποιηθεί να πάει στο Τμήμα Μεταγωγών. Η αλλαγή στις υπηρεσίες έγινε την τελευταία στιγμή και η εντολή που δόθηκε στον Αλεβιζόπουλο ήταν για «μεταγωγή κρατουμένου στο νοσοκομείο για εξέταση».
Στην εντολή μεταγωγής η διατύπωση ήταν σαφής: «ΠΡΟΣΟΧΗ! Άκρως επικίνδυνος απόδρασης, οι συνοδοί θα παρίστανται κατά την εξέταση μέσα στο ιατρείο».
Φυσικά κανείς όπως αποδείχθηκε δεν είχε υποψιαστεί αυτό που θα ακολουθούσε… Μετά τις αποδράσεις, τις ληστείες και τους φόνους ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία πριν λίγες μέρες η συγγνώμη και η μετάνοια. Ο Πάσσαρης λέει ότι ήρθε κοντά στο Θεό, ότι μετάνιωσε και ότι είναι ένας άλλος άνθρωπος.
Η απόδραση και η δολοφονία των δύο αρχιφυλάκων
Στις 8:10 της 16ης Φεβρουαρίου, ο Κώστας Πάσσαρης θα επιβιβαστεί στο ειδικό όχημα της αστυνομίας μαζί με άλλους κρατούμενους προκειμένου να μεταβεί στο νοσοκομείο. Στο Εφετείο Αθηνών θα γίνει αλλαγή οχημάτων και ο Πάσσαρης θα επιβιβαστεί σε μια μικρή αστυνομική κλούβα. Μαζί του βρίσκονται οι αρχιφύλακες Aθανάσιος Δρακόπουλος (47 ετών) και Διονύσιος Aλεβιζόπουλος (49 ετών) καθώς και ο σωφρονιστικός υπάλληλος του Υπουργείου Δικαιοσύνης Ανδρέας Φυσέκης (33 ετών).
Την ώρα που πλησίαζαν στα εξωτερικά ιατρεία ο 26χρονος τότε Κώστας Πάσσαρης, θα βγάλει το όπλο που μυστηριωδώς είχε κρυμμένο πάνω του και θα πυροβολήσει εξ’ επαφής επτά φορές τους Αλεβιζόπουλου, Δρακόπουλου και Φυσέκη.
Ο διαβόητος πια κακοποιός καταφέρνει να αποδράσει, ενώ οι δύο αρχιφύλακες θα αφήσουν την τελευταία τους πνοή την επόμενη μέρα. Στη Διεύθυνση Μεταγωγών Δικαστηρίων Αττικής που υπηρετούσε ο Αλεβιζόπουλος ήταν ένας από τους πιο παλιούς στην υπηρεσία και μάλιστα συχνά ανέφερε ότι σε λίγο θα έβγαινε στη σύνταξη.
Η παραβατικότητα από μικρή ηλικία
Ο Κώστας Πάσσαρης γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου του 1975. Ο πατέρας του ήταν μόλις 17 ετών ενώ η μητέρα του, η οποία καταγόταν από την Ρουμανία, πέθανε όταν εκείνος ήταν μόλις έξι χρονών. Ήταν ένα ατίθασο παιδί το οποίο δημιουργούσε συχνά προβλήματα, ενώ στην ηλικία των 15 ετών άρχισε να κατηγορείται για κλοπές. Τα εφηβικά του χρόνια θα τα περάσει στα αναμορφωτήρια, στα οποία θα μπαινοβγαίνει κατά περιόδους.
Τα προβλήματα θα συνεχισθούν και κατά την διάρκεια της θητείας του στο στρατό. Θα κατηγορηθεί για σωρεία κλοπών ενώ το 1995 θα συλληφθεί από την στρατονομία και θα βρεθεί έγκλειστος στις στρατιωτικές φυλακές στην Αυλώνα. Τότε θα πραγματοποιήσει και την πρώτη του απόδραση. Έτσι κηρύχθηκε λιποτάκτης και καταζητούνταν.
Η πρώτη του ληστεία και η γνωριμία με τον ρουμάνο συνεργό του
Το 1996 θα πραγματοποιήσει την πρώτη του ληστεία. Με την απειλή όπλου θα ληστέψει μια γυναίκα που πωλούσε φρούτα στον ηλεκτρικό σταθμό στην Καλλιθέα. Θα γίνει αντιληπτός από αστυνομικούς, οι οποίοι θα τον καταδιώξουν, ενώ εκείνος δεν θα διστάσει να πυροβολήσει εναντίον τους. Τελικά θα συλληφθεί και θα οδηγηθεί στις φυλακές Kασσάνδρας, στη Xαλκιδική.
Εκεί θα γνωριστεί με τον Pουμάνο Nικολάε Γκόρεα, με τον οποίο και θα συνεχίσει την εγκληματική του δράση λίγο αργότερα. Στις 4 Δεκεμβρίου του 1999 θα αποφυλακισθεί και με συνεργούς τον Γκόρεα και έναν ακόμη ομοεθνή του, τον Iον Bασίλι, θα πραγματοποιήσουν μια σειρά από ληστείες σε ξενοδοχεία και ταξιδιωτικά γραφεία.
Το μπλόκο από αστυνομικούς στην πλατεία Βάθη και ο θάνατος του συνεργού του
Τα ξημερώματα του Σαββάτου του 2000 η συμμορία του Κώστα Πάσσαρη θα πέσει σε μπλόκο αστυνομικών στην πλατεία Βάθη. Στην αρχή δέχονται πρόθυμα τον έλεγχο των αστυνομικών, στη συνέχεια όμως θα μετατρέψουν την περιοχή σε πεδίο μάχης καθώς αρχίζουν να γαζώνουν το περιπολικό με αυτόματα Uzi. Οι σφαίρες πέφτουν βροχή με αποτέλεσμα να τραυματιστούν δύο αστυνομικοί, ενώ από τα πυρά που ανταπέδωσαν οι αστυνομικοί πέφτει νεκρός ο συνεργός του Ίον Βασίλι.
Ο Πάσσαρης με τον Γκορέα θα καταφέρουν να διαφύγουν, διαμηνύοντας ότι θα πάρουν εκδίκηση για τον θάνατο του συνεργού τους σκοτώνοντας αστυνομικούς. Η αστυνομία θα τον επικηρύξει ως τον νούμερο ένα καταζητούμενο κακοποιό στη χώρα.
Η σύλληψη του και ο θάνατος του δεύτερου συνεργού του
Στις 22 Φεβρουαρίου ο Πάσσαρης θα έρθει ξανά αντιμέτωπος με αστυνομικούς σε ένα μπαρ στην πλατεία Αμερικής όπου βρισκόταν με μια γυναίκα. Αν και οπλισμένος, δεν θα προλάβει να χρησιμοποιήσει το όπλο και έτσι οι αστυνομικοί θα καταφέρουν να τον συλλάβουν.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρα ο συνεργός του αποφασίζει να ληστέψει μια τράπεζα. Ο Γκορέα θα βγει από το κατάστημα της τράπεζας με έναν σάκο με τα χρήματα που κατάφερε να κλέψει. Οι αστυνομικοί τον εντοπίζουν και μετά τους απανωτούς πυροβολισμούς ο ρουμάνος κακοποιός πέφτει νεκρός στην άσφαλτο από μια σφαίρα που τον βρήκε στο κεφάλι.
Ο Πάσσαρης ενημερώνεται για τον θάνατο του συνεργού του, ενώ οδηγείται για μια ακόμη φορά στις φυλακές Κορυδαλλού.
Η απόδραση
Ο Κώστας Πάσσαρης περνάει τον χρόνο του στις φυλακές κάνοντας γυμναστική αλλά και διαβάζοντας. Μέχρι την στιγμή που έρχεται η μεγάλη ημέρα για εκείνον μιας και είχε σχεδιάσει την απόδραση του.
Όπως ήδη αναφέρθηκε ήταν η 16η Φεβρουαρίου, η ημέρα που μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο για τις απαραίτητες εξετάσεις για τις κρίσεις επιληψίας που παραπονιόταν ότι έπασχε.
Πριν αναχωρήσει για τις εξετάσεις θα κάνει ανάληψη από τον λογαριασμό του 100.000 δραχμών στο λογιστήριο της φυλακής, κάτι που δεν παραξένεψε κανέναν. Μετά την απόδραση του από το νοσοκομείο και τον θάνατο των δύο αρχιφυλάκων ο Πάσσαρης θα γίνει πιο βίαιος από ποτέ.
Η εγκληματική του δραστηριότητα
Τρεις ημέρες μετά την απόδραση του ο Πάσσαρης θα εισβάλει σε πρακτορείο της ΔΕΗ στο Περιστέρι. Με την απειλή όπλου αναγκάζει τους υπαλλήλους να του δώσουν τα χρήματα. Ο φύλακας αρχικώς θα προσποιηθεί τον πελάτη ενώ στην συνέχεια θα τον καταδιώξει μαζί με έναν υπάλληλο. Ο Πάσσαρης πυροβολεί εναντίον τους και μια από τις σφαίρες βρίσκει τον υπάλληλο στο στήθος, με αποτέλεσμα να χάσει την ζωή του.
Η εγκληματική του δράση θα συνεχισθεί και στις 24 Απριλίου θα εισβάλει σε ένα ταξιδιωτικό γραφείο στον Πειραιά, όπου βάζοντας το όπλο στον κρόταφο της υπαλλήλου θα την κλειδώσει στην τουαλέτα και θα αρπάξει 200.000 δραχμές.
Λίγο αργότερα θα πραγματοποιήσει μια από τις πιο στυγερές δολοφονίες. Στις 10 Μαΐου θα εμφανιστεί σε ξενοδοχείο στην περιοχή του Μοσχάτου με μια 22χρονη κοπέλα. Η νεαρή κοπέλα η οποία προφανώς τον αναγνώρισε από τις φωτογραφίες στην τηλεόραση το πλήρωσε με την ίδια της την ζωή. Ο Πάσσαρης δεν δίστασε να την πυροβολήσει στο κεφάλι και να την σκοτώσει. Λίγες ώρες μετά την δολοφονία θα ληστέψει ένα ταξιδιωτικό γραφείο στην Ποσειδώνος καθώς και ένα κατάστημα χρωμάτων στον Πειραιά, κλειδώνοντας, την μητέρα και την κόρη που ήταν οι ιδιοκτήτριες του καταστήματος στο υπόγειο.
Το φιάσκο της αστυνομίας στο Νέο Κόσμο
Η σύλληψη του Πάσσαρη έχει γίνει η νούμερο ένα προτεραιότητα για την ελληνική αστυνομία. Αξιοποιώντας πληροφορίες που έχουν συλλέξει πραγματοποιούν έφοδο σε διαμέρισμα στο Νέο Κόσμο, όπου εντοπίζουν καλάσνικοφ και χειροβομβίδες ενώ συλλαμβάνουν και ένα άτομο.
Ο Πάσσαρης παραμένει άφαντος και οι αστυνομικοί αποφασίζουν να του στήσουν ενέδρα στο διαμέρισμα της οδού Ιππάρχου στο Νέο Κόσμο.
Ο Πάσσαρης θα εμφανιστεί, ενώ μόλις αντιλαμβάνεται τους αστυνομικούς ανοίγει πυρ εναντίον τους. Εκείνοι ανταποδίδουν με τον διαβόητο κακοποιό να κατευθύνεται στην ταράτσα της πολυκατοικίας και τελικά να καταφέρνει να φύγει μέσα από τα χέρια τους.
Στις 28 Αυγούστου ο Κώστας Πάσσαρης θα μπει σε φαρμακείο στην οδό Πιπίνου στη Κυψέλη. Η φαρμακοποιός και η γιατρός αδελφή της θα τον ρωτούσαν τι θέλει. Εκείνος όμως δεν απαντά και φεύγει. Λίγη ώρα αργότερα επιστρέφει, χωρίς να απαντήσει, για μια ακόμη φορά στις ερωτήσεις των δύο γυναικών. Τότε σηκώνει το όπλο και τις πυροβολεί με αποτέλεσμα η γιατρός να χάσει την ζωή της. Εκείνος το βάζει στα πόδια και εξαφανίζεται.
Η σύλληψη του στη Ρουμανία
Η ΕΛ.ΑΣ εξαπολύει ένα ανελέητο κυνηγητό προκειμένου να τον εντοπίσει. Εκείνος όμως καταφέρνει να διαφύγει στη Ρουμανία. Τον Νοέμβριο του 2001 θα εισβάλλει σε ανταλλακτήριο συναλλάγματος με δύο συνεργούς του. Καταφέρνει να αρπάξει το ποσό των 2.500 δολαρίων, αφήνοντας πίσω του όμως δύο νεκρούς.
Στάθηκε όμως άτυχος καθώς κατά την διάρκεια της ληστείας του έπεσε το κινητό και έτσι η αστυνομία κατάφερε να τον εντοπίσει. Η ρουμανική αστυνομία φθάνει στο διαμέρισμα όπου κρύβεται και τον συλλαμβάνει. Έτσι παίρνει τον δρόμο για τις φυλακές στην πόλη Κραϊόβα, στις οποίες παραμένει φυλακισμένος μέχρι και σήμερα.
Η δήλωση μετάνοιας του διαβόητου κακοποιού
Πριν λίγες ημέρες σε συνέντευξη του στην εκπομπή του ΣΚΑΪ «Δικογραφίες», εμφανίστηκε μετανιωμένος δηλώνοντας ότι πλέον βρίσκεται κοντά στο θεό.
«Έχουν αλλάξει πλέον τα πράγματα. Άλλες οι αρχές μου τώρα. Πλησίασα τον Θεό και αυτό με άλλαξε. Είναι υποχρέωση μου να βρίσκομαι εδώ που είμαι και δεν κατηγορώ κανέναν», δήλωσε ο Κώστας Πάσσαρης.
Και στη συνέχεια πρόσθεσε: «Όταν ξαναγυρίσω στην Ελλάδα θέλω να αναλάβω τις ευθύνες μου. Να ζητήσω συγγνώμη από τους συγγενείς των θυμάτων. Δικαίωμα του κάθε κατηγορούμενου είναι να βλέπει τους κατηγόρους τους. Θέλω να τους πω πως λυπάμαι για ότι έγινε. Να αντικρούσω τις κατηγορίες που δεν έχουν υπόσταση και να αποδεχτώ όσες έχουν βάση».
Αναφερόμενους στους ανθρώπους που τους στέρησε τη ζωή είπε: «Πραγματικά λυπάμαι. Αν θα μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω θα είχα κάνει διαφορετικά τα πράγματα. Δεν τους άξιζε αυτό που τους συνέβη. Ούτε στα θύματα, ούτε στους συγγενείς τους. Και λυπάμαι γι’ αυτό».