«Θάνατος στους παιδοκτόνους» γραμμένο με σπρέι στα παντζούρια του σπιτιού της στην Πάτρα. Κινητά στον αέρα που απαθανάτιζαν το ανατριχιαστικό και οργισμένο σύνθημα. Είκοσι εξαγριωμένα άτομα έξω από το σπίτι της στις 17.30 το απόγευμα τα οποία έχουν γίνει εκατοντάδες μέχρι αργά το βράδυ. Πλήθος που δεν εγκαταλείπει την «ένοχη» οικία μέχρι στις 4 τα ξημερώματα. Συγγενείς της Ρούλας Πισπιρίγκου – η μητέρα της και ο πατριός της- που πρέπει να τους «βουτήξουν» αστραπιαία μέσα από το εσωτερικό του σπιτιού για να μην τους επιτεθεί το πλήθος. Κίνδυνος λιντσαρίσματος. Η αστυνομία σε ρόλο παρακολουθητή. Τι σκέφτεται και πώς δρα αυτό το πλήθος που έσπευσε ως εκεί για να φωνάξει «Κρεμάστε την»;
Επιμέλεια: Δήμητρα Τριανταφύλλου
Δίνοντας την πρώτη βασική ερμηνεία αυτής της συμπεριφοράς που θυμίζει το κυνήγι των μαγισσών την περίοδο του Μεσαίωνα, η κλινική ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια και διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών Άννα Κανδαράκη, ας λέει το εξής: «Ο κοινωνικός μηχανισμός που έχει ενεργοποιηθεί αυτή τη στιγμή γύρω από αυτή την υπόθεση είναι: ‘δώστε την στο πλήθος, αφήστε να την φάνε τα λιοντάρια’. Είμαστε στο Κολοσσαίο. Το σπίτι της Ρούλας Πισπιρίγκου χθες το βράδυ ήταν η αρένα».
Για την κα Κανδαράκη, αυτή η συμπεριφορά είναι κάτι το βολικό…. :«γιατί έτσι δίνουμε στο πλήθος αυτό που θέλει. Εντωμεταξύ όμως, όλοι οι υπεύθυνοι και αρμόδιοι φορείς που δεν παρενέβησαν νωρίτερα σε αυτή την υπόθεση νίπτουν τώρα τας χείρας τους και αφήνουν το πλήθος να κάνει ο, τι νομίζει».
Η αποποίηση της ευθύνης, το βασικό συναίσθημα του όχλου
H ψυχολογία του όχλου έχει δύο πρόσωπα, δύο εκφάνσεις: αυτό μας εξηγεί η κα Κανδράκη και στη συνέχεια μας δίνει την ταυτότητα αυτού του μηχανισμού: «Το πρώτο κομμάτι είναι η ανωνυμία- ο όχλος δεν έχει πρόσωπο και αυτός που βρίσκεται εντός του, κρύβεται. Επίσης δεν σκέφτεται καθόλου την προσωπική του πράξη. Λειτουργεί όπως λειτουργεί όλη η υπόλοιπη μάζα ακολουθώντας το συνολικό αίσθημα. Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Όπως λέει και ο Γκυσταβ Λε Μπόν (σ.σ γάλλος γιατρός, ανθρωπολόγος και κοινωνιολόγος), ένα εξαγριωμένο πλήθος ούτε συλλογίζεται, ούτε επεξεργάζεται. Είναι ένα πλήθος που με χονδρικό τρόπο δέχεται και απορρίπτει ιδέες. Δεν υπάρχει καμία δεύτερη επεξεργασία από πίσω. Λειτουργεί με τον παρορμητισμό, με το ένστικτο, όπως λειτουργούν επί της ουσίας τα ζώα. Αυτό που είναι που μας διαφοροποιεί άλλωστε και από τα ζώα- η επεξεργασία της λογικής και η συγκράτηση του παρορμητισμού. Ο άνθρωπος που είναι μέσα στον όχλο δεν διαφοροποιείται από τον διπλανό του, γίνεται ένα με όλους τους υπόλοιπους, σαν είναι μέσα σε ένα κοπάδι.
»Και κάπως έτσι, οι κάτοικοι της Πάτρας μαζεύονται έξω από αυτό το σπίτι. Σε μη συνειδητό επίπεδο υπάρχει η ανάγκη για διαφοροποίηση. Για διαφοροποίηση από τον δράστη. Το κάθε ένα μέλος αυτού του όχλου σκέφτεται: “εγώ δεν είμαι έτσι, εγώ είμαι διαφορετικός, εγώ δεν έχω και ποτέ δεν θα είχα σχέση με το κακό, με αυτό το κακό. Εγώ δεν θα ήμουν ποτέ τέτοιου είδους άνθρωπος. Καταδικάζω αυτό που συμβαίνει και παράλληλα δηλώνω ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτή την συντοπίτισσα μου. Και επειδή δεν έχω καμία σχέση με αυτήν, δεν έχω και καμία ευθύνη’.
»Εκεί μέσα στον όχλο λοιπόν, όλοι έχουν μια ασυνείδητη αγωνία να γίνει αποποίηση ευθύνης για αυτό το τρομερό κακό. Κάθε μέλος αυτής της μάζας μας λέει: ‘είμαι και εγώ Πατρινός, αλλά δεν είμαι φονιάς. Δεν ήξερα, δεν γνώριζα, δεν φταίω εγώ’.
Στο μυαλό του όχλου, οι παιδοκτόνοι είναι άνθρωποι περιθωριακοί. Τώρα όλοι βλέπουν ότι δεν είναι έτσι, η γυναίκα αυτή είναι γειτόνισσα τους, ζει ανάμεσα τους, την συναστρέφονταν. Και για αυτό όλοι αγωνιούν να δείξουν ότι δεν έχουν καμία σχέση μαζί της. Αυτή η ασυνείδητη αγωνία εκφράζεται μέσα από την οργή. Με ένα ουρλιαχτό η μάζα προσπαθεί να την καταδικάσει Έτσι, τους δίνεται μια ψευδαίσθηση ασφάλειας για τον εαυτό τους, ότι οι ίδιοι είναι καλοί.
»Αυτές, είναι συμπεριφορές παιδικόμορφες. Αυτό κάνουν και τα παιδιά- δείχνουν το διαφορετικό και το καταδικάζουν. Έτσι, το διαφορετικό που ισοδυναμεί με το κακό, μένει μακριά τους. Αυτή είναι άλλωστε η λογική του στίγματος: δείχνοντας με το δάχτυλο κάτι που μας ξενίζει, απομακρυνόμαστε από αυτό».
Τα αρχαϊκά ένστικτα της μάζας και η Ιερή Μητέρα στην Ελλάδα
Η κα Κανδαράκη τονίζει σε αυτό το σημείο, πως τα παντζούρια στα οποία γράφεται με σπρέι «Θάνατος» όπως και η επιθυμία για λιντσάρισμα – η οποία έκανε την επανεμφάνιση της και σήμερα το πρωί τη στιγμή που η Ρούλα Πισπιρίγκου οδηγούνταν τον εισαγγελέα με τον κόσμο να της φωνάζει: «Τα ήξερε όλα ο άντρας σου;», «Βρωμιάρα», «Ντροπή!, «Λιθοβολισμός μέχρι τέλους»– είναι αυτό το πρόσωπο της κοινωνίας όπου εκδηλώνει τα πιο αρχαϊκά του ένστικτα. Όπως μας εξηγεί η έμπειρη ψυχολόγος: «Αυτά τα ένστικτα πυροδοτήθηκαν από τον φόβο ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με την απώλεια της μητρικής αγάπης. Όταν φτάνει να κλονίζεται η μητρική αγάπη το πλήθος σκέφτεται πως πια δεν μας έχει μείνει τίποτα σε αυτή την κοινωνία. Δεν ξέρουμε από που ξεκινάμε και που πηγαίνουμε.
»Αυτό που δεν μπορεί όμως να συναισθανθεί αυτός ο όχλος είναι ότι το μητρικό ένστικτο είναι στην πραγματικότητα ένας μύθος. Το ότι είσαι μητέρα δεν σημαίνει ότι αυτόματα αγαπάς και το παιδί σου. Αγαπάμε και θαυμάζουμε τις καλές μητέρες, αυτές που ασχολούνται με τα παιδιά τους και είμαστε δικαστές απέναντι στις κακές μητέρες. Ειδικά στην Ελλάδα, το κομμάτι της μητρότητας είναι πολύ καλλιεργημένο, η Ελληνίδα μητέρα μητέρες αντιμετωπίζεται σχεδόν σαν να πρέπει να είναι η ίδια η Παναγία.
»Το πιο ουσιαστικόόμως σε περιπτώσεις σαν αυτή της Ρούλας Πισπιρίγκου είναι η πρόληψη. Εμείς τώρα κάνουμε εγκληματική διάγνωση. Τι σημασία έχει όμως αυτό; Σημασία έχει πως θα μπορέσουμε να προλάβουμε επόμενες τέτοιες καταστάσεις. Σε μια τέτοια περίπτωση που φώναζε από μακριά, που στην πραγματικότητα ούρλιαζε από μακριά, αν υπήρχε ψυχιατρική παρακολούθηση έγκαιρη, τα πράγματα θα είχαν κυλήσει αλλιώς. Ενδεχομένως να της έχει αφαιρεθεί η γονική επιμέλεια αυτής της μάνας. Μπορεί και ένα από αυτά τα παιδιά να είχε σωθεί».