«Βασικός και κύριος λόγος των καθυστερήσεων δεν είναι οι ίδιοι οι δικαστικοί λειτουργοί, αλλά τα τεράστια δομικά προβλήματα που δεν κατάφερε κανένας υπουργός Δικαιοσύνης να επιλύσει είτε γιατί δεν μπορούσε είτε γιατί δεν ήθελε» επισημαίνει σε σχετική της η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ).
Όπως επισημαίνει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων η ΕΔΕ κάνει αναφορά σε περσινές δηλώσεις «του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης κ. Πικραμένου περί της ανάγκης αλλαγής του τρόπου αξιολόγησης των δικαστικών λειτουργών» .
Το κείμενο της ανακοίνωσης της ΕΔΕ έχει ως εξής:
Μετά τις περσινές αναφορές του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης κ. Πικραμένου περί της ανάγκης αλλαγής του τρόπου αξιολόγησης των δικαστικών λειτουργών κατά τα πρότυπα της Σχολής Πολέμου και τις ανάλογες προβλέψεις του Σχεδίου Πισσαρίδη, ακολούθησαν φέτος οι συντονισμένες πρωτοβουλίες δημοσιογράφου- διευθυντή του γραφείου Τύπου του κ. Πικραμένου, να συλλέγει στοιχεία για τις καθυστερήσεις στην έκδοση αποφάσεων και να δέχεται επώνυμες αναφορές δικηγόρων και πολιτών για μεγάλες καθυστερήσεις με συγκεκριμένες ονομαστικές αναφορές σε δικαστές, την ίδια χρονική στιγμή που η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων υποβάλει αιτήματα στον Άρειο Πάγο ζητώντας στατιστικά στοιχεία ανά Δικαστήριο σχετικά με τον χρόνο καθυστέρησης και επιπλέον να πληροφορηθεί εάν επιβάλλονται οι προβλεπόμενες κυρώσεις σε δικαστικούς λειτουργούς που εμφανίζουν καθυστέρηση.
Ήταν πέρσι τον Οκτώβριο όταν η Ε.Δ.Ε. πληροφορήθηκε τυχαία τις επισκέψεις Ολλανδών εμπειρογνωμόνων που ασχολούνταν με την αλλαγή του τρόπου αξιολόγησης και μεθαύριο ο υπουργός της Δικαιοσύνης συμμετέχει σε διαδικτυακή εκδήλωση με θέμα «Αξιολόγηση- Επιθεώρηση των Δικαστικών Λειτουργών».
Για όσα προετοιμάζει το υπουργείο δεν είχαμε καμία αμφιβολία. Και οι τρόποι ακόμα που γίνεται αυτή η προετοιμασία δεν μας είναι καθόλου άγνωστοι. Βρισκόμαστε πλέον στο τελευταίο στάδιο της δημιουργίας ψευδών κοινωνικών εντυπώσεων που σκοπεύουν αφενός να επιρρίψουν τις ευθύνες της καθυστέρησης στη λειτουργία της Δικαιοσύνης στους «αδιάφορους» δικαστές και εισαγγελείς και αφετέρου να βρουν ένα καλό πρόσχημα για βαθιές αλλαγές στον τρόπο αξιολόγησης. Δεν εξηγεί φυσικά κανένας στους πολίτες ότι ο βασικός και κύριος λόγος των καθυστερήσεων δεν είναι οι ίδιοι οι δικαστικοί λειτουργοί αλλά τα τεράστια δομικά προβλήματα που δεν κατάφερε κανένας υπουργός Δικαιοσύνης να επιλύσει είτε γιατί δεν μπορούσε είτε γιατί δεν ήθελε. Όπως και η πεισματική άρνηση να συζητήσει η Πολιτεία τρόπους που με υπευθυνότητα και στηριγμένη σε μελέτες κατέθεσε η Ένωσή μας (ενδεικτικά η θεσμοθέτηση της ουσιαστικής δικαστικής μεσολάβησης και η προκαθορισμένη κατά κεφαλήν ανώτατη χρέωση υποθέσεων).
Είναι επίσης γνωστό σε όλους ότι ο αριθμός των δικογραφιών αυξάνεται κάθε χρόνο σε ποσότητα (με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας) και δυσχεραίνει το δικαστικό έργο με την προσθήκη νέων αντικειμένων που απαιτούν ακόμα μεγαλύτερη εντατικοποίηση των προσπαθειών ενώ η μικρή αύξηση των οργανικών θέσεων Δικαστών και Εισαγγελέων που εξαγγέλθηκε από τον υπουργό Δικαιοσύνης στα τέλη του 2019 και ψηφίστηκε νομοθετικά το 2020 δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί στην πράξη.
Η δημόσια συζήτηση που αφορά την ουσία του προβλήματος της καθυστέρησης στην απονομή Δικαιοσύνης και επηρεάζει άμεσα την υπηρεσιακή κατάσταση των φορέων της Δικαστικής Λειτουργίας πραγματοποιείται αυτή τη στιγμή, με ευθύνη του υπουργείου, ερήμην των ίδιων των δικαστικών λειτουργών. Η ομόφωνη απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Δικαστών επισήμανε ότι με τον τρόπο που χειρίζεται το ζήτημα η Ελληνική Κυβέρνηση παραβιάζει βασικές αρχές του Κράτους Δικαίου. Το υπουργείο αδιαφορεί γι’ αυτές τις επισημάνσεις. Η Ένωσή μας παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και το Δικαστικό Σώμα θα τοποθετηθεί συνολικά στις επιχειρούμενες αλλαγές».