Την ποινή της οριστικής απόλυσης επέβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας σε διευθύντρια παιδιατρικής κλινικής νοσοκομείου του Αιγαίου, η οποία έδωσε δεκαπλάσια από την προβλεπόμενη δόση σε επτάχρονο αγοράκι, με αποτέλεσμα μέσα σε τρεις ημέρες να αποβιώσει από εγκεφαλικό οίδημα.
Ειδικότερα, το ανήλικο αγοράκι το Σεπτέμβριο του 2000 μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, καθώς είχε πιει το περιεχόμενο ενός φιαλιδίου Depon. Η γιατρός χορήγησε στον ανήλικο ενδοφλεβίως ως αντίδοτο το φάρμακο Parvolex. Όμως, δεν υπολόγισε σωστά το βάρος του ασθενούς ούτε τις δόσεις του αντίδοτου, οι οποίες ήταν δεκαπλάσιες των προβλεπομένων, όπως αποδείχθηκε.
Ο επτάχρονος υπέστη αλλεργικό σοκ και μεταφέρθηκε εσπευσμένα στην Αθήνα στο νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», καθώς παρουσίασε γενικευμένους σπασμούς και σημαντικό οίδημα στον εγκέφαλο και επήλθε ο θάνατός του.
Αρχικά, η γιατρός και παράλληλα διευθύντρια της παιδιατρικής κλινικής από το πειθαρχικό συμβούλιο των ιατρών του ΕΣΥ κρίθηκε αθώα.
Όμως, στη συνέχεια, από το Τριμελές Εφετείο Αιγαίου το 2006 κηρύχθηκε ένοχη για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και της επιβλήθηκε η ποινή της φυλάκισης 12 μηνών με τριετή αναστολή.
Από το δικαστήριο κρίθηκε ότι η διευθύντρια αν και είχε από το νόμο ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, από αμέλεια επέφερε το θάνατο του επτάχρονου. Ειδικότερα, η γιατρός αν και είχε υποχρέωση να παράσχει με ιδιαίτερη επιμέλεια, προσοχή, ζήλο, ευσυνειδησία και αφοσίωση τη βοήθειά της στον ανήλικο, μεριμνώντας να βρει το ενδεδειγμένο αντίδοτο που ήταν το φάρμακο Parvolex και να υπολογίσει σωστά τις δόσεις του αντιδότου, παρέλειψε να εκπληρώσει την υποχρέωσή της αυτή και χορήγησε το αντίδοτο σε υπερδεκαπλάσια δόση από την κανονική με αποτέλεσμα να αποβιώσει ο ανήλικος.
Η γιατρός όφειλε –σύμφωνα πάντα με τη δικαστική απόφαση– να διαβάσει με ιδιαίτερη προσοχή τις οδηγίες χρήσεως του αντίδοτου φαρμάκου σε συνδυασμό με το βάρος του παιδιού.
Κατόπιν της καταδικαστικής αυτής απόφασης (η οποία επικυρώθηκε το 2008 και από τον Άρειο Πάγο) το 2009, ο υπουργός Υγείας έβγαλε από το αρχείο τον πειθαρχικό φάκελο της διευθύντριας και ζήτησε την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας.
Το πειθαρχικό συμβούλιο τη δεύτερη φορά επέβαλε στη διευθύντρια, κατά πλειοψηφία, την πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης ενός έτους.
Όμως, ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης είχε αντίθετη άποψη ως προς την ποινή που επιβλήθηκε στη διευθύντρια και προσέφυγε στο ΣτΕ κατά της πειθαρχικής απόφασης, υποστηρίζοντας ότι έπρεπε να της επιβληθεί η ποινή της οριστικής παύσης.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας με την υπ’ αριθμ. 329/2012 απόφασή τους έκριναν ότι προσήκουσα είναι η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης, καθώς η διευθύντρια υπέπεσε στο πειθαρχικό παράπτωμα της ατελούς εκπλήρωσης των καθηκόντων της, σε συνδυασμό με το βαθμό υπαιτιότητάς της και τη θέση ευθύνης που κατείχε.