Για περισσότερες από 11 ώρες η εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου παραθέτει ένα προς ένα τα γεγονότα που προηγήθηκαν του θανάτου της «ιδιαίτερης Τζωρτζίνας» στο Παίδων Αγλαΐα Κυριακού και αντικρούει το σύνολο των ισχυρισμών της υπεράσπισης για καρδιακά προβλήματα και επιληπτικά επεισόδια που δεν αντιμετωπίστηκαν από τους γιατρούς.
Η Ρούλα Πισπιρίγκου ακούει από το εδώλιο την εισαγγελική λειτουργό να αποδομεί μια προς μια τις αναφορές των επιστημόνων «ειδικών γνώσεων» που πρότεινε ήρθαν στο δικαστήριο λέγοντας πως κατέθεσαν μόνο ως μάρτυρες υπεράσπισης που ενημερώθηκαν από έγγραφα κάνοντας λόγο για συμπεράσματα «ιατρικά μη αποδεδειγμένα…».
«Περισσότερο επιστημονικές προσεγγίσεις έγιναν στο πλαίσιο ενός συνεδρίου από τους μάρτυρες» ανέφερε χαρακτηριστικά η εισαγγελέας τονίζοντας πως στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκαν γιατροί «που δεν μίλησαν για σενάρια αλλά για πραγματικά περιστατικά».
«Πώς έχει ενορχηστρωθεί όλο αυτό; Για να καλυφθεί ποιος;» αναρωτήθηκε η εισαγγελέας και ανακάλεσε στη μνήμη της τις περιγραφές των νοσηλευτριών που μίλησαν για την διαχείριση της κεταμίνης στο νοσοκομειακό περιβάλλον «αυθόρμητα αβίαστα» γεγονός από το οποίο αντιλαμβάνεται κανείς ότι «το έχουν χειριστεί και το γνωρίζουν».
Η εισαγγελική λειτουργός στην πρόταση της, υπενθύμισε στο δικαστήριο τις μαρτυρίες ανθρώπων που βρέθηκαν κοντά στην οικογένεια Δασκαλάκη η οποία μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα έχασε τρία παιδιά. Επιπλέον, η εισαγγελέας επικαλέστηκε εκτός από τις μαρτυρίες και όλα τα υπόλοιπα στοιχεία, μεταξύ των οποίων, μηνύματα και εξετάσεις, που ολοκλήρωσαν το παζλ της υπόθεσης.
Η κεταμίνη και η ιατροδικαστική
Η εισαγγελέας αναφέρθηκε στην ημέρα που το παιδί άφησε την τελευταία του πνοή στο Παίδων περιγράφοντας πως η κατηγορούμενη ενώ γνώριζε σε τι κατάσταση ήταν το παιδί περπατώντας σαν να «ψάχνει κάτι» πλησίασε στη στάση νοσηλευτών και ήταν η νοσηλεύτρια η οποία τη ρώτησε αν το παιδί κάνει νέο επεισόδιο. Όταν οι γιατροί μπήκαν στο δωμάτιο το παιδί ήταν μελανιασμένο, «δεν είχε σφίξεις, ήταν σε ανακοπή», όπως σημείωσε η εισαγγελέας η οποία μίλησε για τις προσπάθειες των γιατρών να επαναφέρουν το παιδί αλλά και τα φάρμακα που του χορηγήθηκαν.
«Δεν υπάρχει στοιχείο που να αποδεικνύει πως οι γιατροί χορήγησαν κεταμίνη στο παιδί» ανέφερε χαρακτηριστικά η εισαγγελέας και μίλησε για τη διαδικασία που ακολουθούν οι έμπειροι νοσηλευτές αποκλείοντας το ενδεχόμενο να έγινε λάθος και να μπέρδεψαν την κεταμίνη με την αδρεναλίνη λόγω των σημαντικών και ευδιάκριτων διαφόρων των δυο φαρμάκων. «Η κεταμίνη στο μπουκαλάκι της έχει κόκκινη γραμμή γιατί εντάσσεται στα ναρκωτικά» είπε μεταξύ άλλων συμπληρώνοντας πως δεν είχαν κανένα λόγο να πουν ψέματα γιατροί και νοσηλευτές. Ωστόσο η εισαγγελέας τόνισε πως «η κεταμίνη είναι αδιαμφισβήτητη στο αίμα της Τζωρτζίνας».
Αναφερόμενη δε στην ιατροδικαστική έκθεση που κάνει λόγο για δηλητηρίαση και όχι για ανθρωποκτονία σημειώνοντας πως αυτός είναι νομικός όρος.
«Σε αιφνίδιο θάνατο ο ιατροδικαστής δεν έχει υποχρέωση να χαρακτηρίσει το θάνατο ως ανθρωποκτονία όταν δεν υπάρχουν στοιχεία. Δεν έχει υποχρέωση αλλά ούτε τη δυνατότητα αν δεν υπάρχουν εμφανή σημάδια δεν μπορεί να χαρακτηρίσει ανθρωποκτονία, εγκληματική ενέργεια….» είπε απαντώντας στις αιτιάσεις της υπεράσπισης και η εισαγγελέας υπογράμμισε πως ο ιατροδικαστής επικαλέστηκε τις τοξικολογικές εξετάσεις που με βάση τη βιβλιογραφία μιλά για θανατηφόρα δόση κεταμίνης άρα για δηλητηρίαση.
Η εισαγγελική λειτουργός έκανε λόγο για ασφαλή συμπεράσματα από το μεταθανάτιο αίμα που ελήφθη από την Τζωρτζίνα εκφράζοντας τη θέση ότι «η ποσότητα της κεταμίνης σύμφωνα με την τοξικολογική και τους επιβαρυντικούς παράγοντες συνετέλεσε στην αιφνίδια ανακοπή» του παιδιού .
«Ουδέποτε υπήρξε αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων του εργαστηρίου του κ. Ράικου ο οποίος έχει μακρά συνεργασία με την ιατροδικαστική υπηρεσία» τόνισε η εισαγγελέας σχετικά με την αξιοπιστία του εργαστηρίου της Θεσσαλονίκης σε βάρος του οποίου έστρεψε τα βέλη της η υπεράσπιση κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας.
Η εισαγγελική λειτουργός εντόπισε τις διάφορες στις διασωληνώσεις που έγιναν στο παιδί στο Ωνάσειο και στο Παίδων.
«Άλλη η διασωλήνωση στο Ωνάσειο που το παιδί είναι ζωντανό και άλλη στο Παίδων που είναι άσφυγμο. Δεν είναι ζωντανή η Τζωρτζίνα στο Παίδων… Για ποια καταστολή μιλάμε για ένα μικρό παιδί; Οι γιατροί γνωρίζουν τις ουσίες και πώς λειτουργούν και πως γίνεται η μεταθανάτια κατανομή. Δεν υπήρχε λόγος να δώσουν καταστολή στη Τζωρτζίνα…» τόνισε η εισαγγελέας και στη συνέχεια ανέφερε πως η κεταμίνη «είναι ένα ασφαλές φάρμακο στα χέρια των γιατρών αλλά αν πέσει σε λάθος χέρια μπορεί να προκαλέσει ακόμη και το θάνατο».
Παραθέτοντας τα ιατρικά δεδομένα η εισαγγελική λειτουργός σημείωσε πως «δημιουργείται μια λογική ακολουθία που στηρίζεται στα επιστημονικά δεδομένα» επαναλαμβάνοντας πως όταν οι γιατροί μπήκαν στο δωμάτιο του παιδιού ήταν νεκρό και «δεν επανήλθε ποτέ. Έχει σταματήσει η καρδιά και η αναπνοή».
«Δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι δόθηκε αναισθητικό…» είπε η εισαγγελική λειτουργός και συμπλήρωσε
«Σε πόσο χρόνο πριν από αυτό που συναντούν οι γιατροί έχει δοθεί η κεταμίνη; Δόθηκε ενδοφλέβια ή ενδομυϊκά 3 με 5 λεπτά για να γίνει μυδρίαση… Πότε για να εμφανιστεί άσφυγμη καρδιά; 3 έως 11 λεπτά… Όταν συνυπάρχουν εγκεφαλικές βλάβες μπορεί και η μικρότερη δόση να ήταν θανατηφόρα».
Για την επιθυμία της κατηγορουμένης να γίνει η νεκροτομή, αφού επρόκειτο για αιφνίδιο θάνατο εντός Νοσοκομείου στην Πάτρα αντί της Αθήνας, την οποία εξέφρασε αμέσως μόλις της είπαν πως η Τζωρτζίνα δεν τα κατάφερε , η Εισαγγελέας σχολίασε: «Μας είπε πως το ζήτησε γιατί είχαν αντιδικία με την Ιατροδικαστική υπηρεσία της Αθήνας μετά την μήνυση που είχαν υποβάλει για την Μαλενα. Μα η μήνυση ήταν σε βάρος γιατρών. Σε κάθε περίπτωση, ήταν τόσο “τεχνικό” αυτό το κομμάτι που προκαλεί εντύπωση, την στιγμή που έχει χάσει το παιδί της να ενδιαφέρεται για αυτό».
«Ήταν δυνατό παιδί»
Στη δύναμη που υπέδειξε η Τζωρτζίνα στην «ανεξήγητη ανακοπή» που υπέστη, τη νοσηλεία της στη ΜΕΘ του Ρίο αλλά και την τοποθέτηση απινιδωτή αναφέρθηκε νωρίτερα η εισαγγελέας παραθέτοντας αναλυτικά τα γεγονότα κατά τη διάρκεια της αγόρευσης της.
«Το καρδιογράφημα του παιδιού ήταν φυσιολογικό όταν εισήχθη στη ΜΕΘ μετά την ανακοπή» είπε και πρόσθεσε «τόσο δυνατό ήταν αυτό το παιδί».
Η εισαγγελέας επικαλούμενη τις αναφορές του επικεφαλής της ΜΕΘ Ανδρέα Ηλιάδη εξήγησε πως «εάν στα τέσσερα πρώτα λεπτά ξεκινήσει η ΚΑΡΠΑ μπορεί να κρατηθεί στη ζωή …»
«Η καθυστέρηση μπορούσε να έρθει μόνο από τη μητέρα που δεν έδωσε την πληροφορία για το τι προηγήθηκε του τινάγματος που περιγράφει… Οι γιατροί δεν περίμεναν ότι θα έχουν αυτό το αποτέλεσμα της εγκεφαλοπάθειας γιατί έπαθε την ανακοπή μέσα στο νοσοκομείο. Το συμπέρασμα είναι ότι η ΚΑΡΠΑ δεν έλαβε χώρα μέσα στα 4 – 6 λεπτά. Η μητέρα δεν είχε ενημερώσει γιατί αν τους είχε ειδοποιήσει αμέσως θα ήταν εκεί μέσα σε 2- 3 λεπτά και το παιδί δεν θα είχε εμφανίσει οίδημα» είπε και στη συνέχεια αναφέρθηκε στον γονιδιακό έλεγχο που έγινε στο παιδί. «Αυτά που γνωρίζουν οι γενετιστές στην Τζωρτζινα τα έψαξαν και ο έλεγχος ήταν αρνητικός» τόνισε και συμπλήρωσε «δεν ανιχνεύτηκαν μεταλλάξεις στα γονίδιά που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αιφνίδιο θάνατο».
Όπως είπε η εισαγγελέας οι γιατροί απέκλεισαν τα σπάνια σύνδρομα.
«Η καρδιά ήταν οχυρωμένη»
«Όταν το παιδί έφυγε από το Ωνάσειο είχε οχυρωμένη καρδιά …» ανέφερε χαρακτηριστικά η εισαγγελέας σημειώνοντας πως είχε τοποθετηθεί απινιδωτής στο παιδί είχαν γίνει όλες οι απαραίτητες εξετάσεις και είχαν αποκλειστεί όλα τα ενδεχόμενα το παιδί να έπασχε από κάποια καρδιακή νόσο.
«Η καρδιά της Τζωρτζίνας μετά το Ωνασειο ήταν μια πλήρως λειτουργική και μελετημένη καρδιά. Οι γιατροί δεν πήγαν στα τυφλά. Από την τοποθέτηση του απινιδωτή και μετά η καρδιά της Τζωρτζίνας ήταν πλήρως ελεγχόμενη από τους γιατρούς.
Όμως για να δουλεύει η καρδιά χρειάζεται εκτός από ρεύμα και οξυγόνο. Το οξυγόνο εξασφαλίζεται με ΑΜΠΟΥ ή διασωλήνωση αν αυτό χρειαστεί. Όλοι οι μάρτυρες έδωσαν μεγάλη βαρύτητα στα κλινικά συμπτώματα. Αυτά θα οδηγήσουν τον καρδιολόγο, τον γενετιστή ή τον παιδίατρο. Αν υπήρχε σημάδι για πρόβλημα καρδιάς δε θα περίμεναν οι γιατροί το γενετιστή να τους πει» υπογράμμισε η εισαγγελική λειτουργός.
Με την επιστροφή από το Ωνάσειο στο Ρίο η κατηγορούμενη «εκπαιδεύτηκε να δίνει φάρμακα και φαγητό από γαστροστομία» είπε η εισαγγελέας ενώ στη συνέχεια σημείωσε ότι φαίνεται να «έχει μια εξοικείωση με τα φάρμακα».
Γιατροί και νοσηλευτές προσπάθησαν να βοηθήσουν το παιδί ανέφερε η εισαγγελέας υπογραμμίζοντας πως «η κατηγορούμενη δεν είχε εκδηλώσει παράπονα για τους θεράποντες γιατρούς και τς νοσηλεύτριες». «Αυτές οι νοσηλεύτριες είχαν ανησυχήσει για το πόσο ψύχραιμη ήταν πόσο δεν έδειχνε τον πόνο της ενώ το παιδί ήταν μεταξύ ζωής και θανάτου…
Αυτή η στάση δυο ερμηνείες μπορεί να έχει ότι το παιδί είναι σε καλά χέρια ή δεν ήταν σε θέση να εκφράσει τα συναισθήματα της…» ανέφερε .
Και ο πιο αδαής γνωρίζει για τις μεταμοσχεύσεις…
Η εισαγγελικός λειτουργός αναφέρθηκε και στις αιχμές που άφησε η υπεράσπιση σε βάρος του Ανδρέα Ηλιάδη και το σκέλος που αφορούσε στις μεταμοσχεύσεις.
Πρόκειται για τον γιατρό που εκείνη έχει πει πως τον είχε σαν Θεό και του είχε τυφλή εμπιστοσύνη παρά το γεγονός ότι τον είχε ακούσει να λέει ότι την υποψιάζεται ότι «πειράζει το παιδί».
«Όλη η αγανάκτηση…. τα θέματα σχετικά με τη μεταμόσχευση πότε τα θυμήθηκε να μας τα πει;
Θα ήταν αστείο και ο πιο αδαής γνωρίζει ότι πρέπει να έχουμε εγκεφαλικό θάνατο για να προχωρήσουμε σε μεταμόσχευση ενώ είναι γνωστό πως το πρώτο που προσπάθησε να σώσει ο κ. Ηλιάδης ήταν ο εγκέφαλος του παιδιού . Αυτό ήταν το μέλημα του ….
Αυτός ο γιατρός ήταν αυτός που την προσέγγισε για τα όργανα της Τζωρτζίνας ;
Δεν υπήρξε επ ουδενί καμία τέτοια προσέγγιση και απορώ πως επέτρεψε να γίνει αυτή η αναφορά … Θα μπορούσε να τον κατηγορήσει για τα πάντα αλλά με αποδείξεις.
Είναι αστείο πως μπήκαμε στη διαδικασία να μιλάμε για αυτό στο ακροατήριο…
Είναι δυνατό να το λένε σε έναν γιατρό που έκανε τα πάντα ; Που πήρε τα ρίσκα του ….» τόνισε και συμπλήρωσε «Είναι πολύ ευαίσθητο το θέμα αυτό της μεταμόσχευσης και δεν νομίζω ότι αφορά την συγκεκριμένη υπόθεση…».
«Είχε ευκολία στο χειρισμό των φαρμάκων»
Σύμφωνα με την εισαγγελική λειτουργό προέκυψε ότι όταν επέστρεψε το παιδί στο σπίτι «μπορεί να μην μιλούσε αλλά καταλάβαινε τα πάντα». «Κανείς δεν γνωρίζει ποια θα ήταν η εξέλιξη της αν παρέμενε στη ζωή …» ανέφερε ενώ στη συνέχεια επικαλέστηκε επικοινωνίες της κατηγορούμενης με τον γιατρό σχετικά με τη χορήγηση φαρμάκων για τα οποία «δείχνει ιδιαίτερη ευκολία στο χειρισμό τους» και λόγω των σπουδών της.
Η εισαγγελική λειτουργός μάλιστα απάντησε σε κάθε ισχυρισμό της κατηγορουμένης, για την οποία είπε πως από μηνύματα της αλλά και τις αναζητήσεις της στο διαδίκτυο «δείχνει μία εξοικείωση με όλα τα ιατρικά. Είναι σε συγκεκριμένο πεδίο οι αναζητήσεις της. Την θεραπευτική υποθερμία που έγινε στο παιδί στην ΜΕΘ στο Ρίο δεν την έψαξε ποτέ… Ψάχνει συγκεκριμένα φάρμακα».
Η εισαγγελέας παρέθεσε στην εισήγηση της πληθώρα έντονων μηνυμάτων της κατηγορούμενης προς το Μάνο Δασκαλάκη τον οποίο καλεί να πάρει τα ρούχα του από το σπίτι την ώρα που το παιδί υποβάλλεται σε σοβαρή μαγνητική. «Θα σε τιμωρήσει ο θεός … αν ήθελες το καλό του παιδιού σου να μην έφευγες» ήταν μερικά από τα μηνύματα που διαβάστηκαν. «Γιατί βάζει τον κ. Δασκαλάκη σε αυτή τη θέση σε σχέση με το παιδί του τι σχέση έχει με τη μεταξύ τους σχέση;» αναρωτήθηκε η εισαγγελέας.
«Αυτά είναι τα ενδιαφέροντα της …. Δεν του αναφέρει στα μηνύματα αυτό που για πρώτη φορά λέει εδώ ότι ο Ηλιάδης της είπε για μικρό προσδόκιμο ζωής του παιδιού. Δεν λέει τίποτα παρά για τα ρούχα και τα κλειδιά του σπιτιού…» λέει και προσθέτει «Υπενθυμίζω ότι στην απολογία ανέφερε ότι όταν κάνεις παιδί περνάς σε δεύτερη μοίρα. Μάλλον, τότε το είχε ξεχάσει… Σε πρώτη μοίρα ήταν ο εαυτός της “εμένα ποιος με σκέφτεται που τα τραβάω όλα αυτά…”».
Ανεξήγητα επεισόδια
Η περίοδος που το παιδί παρέμεινε στο σπίτι μέχρι την επιστροφή του στο Ρίο και στη συνέχεια στο Παίδων Αγλαΐα Κυριακού όπου κατέληξε σκιαγραφηθήκαν μέσα από τις μαρτυρίες που ακούστηκαν στο δικαστήριο αλλά και τα μηνύματα που μεσολάβησαν.
«Κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει πώς ξεκινούν τα επεισόδια και ήθελαν να το ψάξουν παραπάνω γι’ αυτό κρίθηκε πως έπρεπε να γίνει 24ωρο εγκεφαλογράφημα … Δεν μπορούσαν οι γιατροί να βγάλουν διάγνωση για το τι συμβαίνει σε αυτό το παιδί» ανέφερε η εισαγγελέας σημειώνοντας παράλληλα ότι «Κανένας γιατρός δεν είχε δει την έναρξη των επεισοδίων αλλά μόνο τη λήξη…».
Η εισαγγελική λειτουργός είπε πως οι γιατροί δεν μίλησαν για μοτίβο στα επεισόδια του παιδιού τα οποία όπως τόνισε δεν θυμόταν η μητέρα «αν και τα έζησε» στο ακροατήριο σε αντίθεση με τους γιατρούς.
«Σύμφωνα με τους γιατρούς πρέπει να υπήρξε κάτι που να πυροδότησε τα επεισόδια χωρίς να μπορούν να αποδοθούν σε κάποια αιτία. Ήταν άξιο απορίας πως εμφανίζονται τόσα πολλά επεισόδια και τόσο συχνά καθώς το παιδί σύμφωνα ήταν σε ελεγχόμενη κατάσταση…» είπε η εισαγγελέας τονίζοντας πως είναι «ευδιάκριτο πως τα φάρμακα ήταν καθοριστικά στο πως αντιδρούσε το παιδί».
Σύμφωνα με την εισαγγελέα το παιδί δεν είχε κάποιο σύμπτωμα πριν την εισαγωγή στο νοσοκομείο και είχε ρυθμιστεί με φάρμακα ενώ λάμβανε και αντιεπιληπτική αγωγή.
«Όταν μεταφερόταν στη ΜΕΘ το μόνο που άλλαζε ήταν ότι έμπαινε στο μόνιτορ.Δεν εμφάνισε ποτέ επεισόδιο στη μονάδα…» σημείωσε.