Παρά την εξεζητημένη συμπεριφορά που συνήθιζε να επιδεικνύει για αιώνες η ευρωπαϊκή αριστοκρατία, κανείς ποτέ δεν ξεπέρασε σε όρους παραλογισμού τον περιβόητο βρετανό ευγενή που τα καμώματά του ονόμασαν «Τρελό Τζακ»!

Γεννημένος το 1796 και μεγαλωμένος με τον παραδοσιακό τρόπο της αριστοκρατίας, ο Μίτον ξέφυγε κάπου στην πορεία, μένοντας ορόσημο στην Ιστορία για το τι μπορεί να κάνει ένας τίτλος ευγενείας και μερικά παραπανίσια εκατομμύρια στον ψυχισμό ενός ανθρώπου.

Μεθύστακας από πολύ νωρίς, καθώς συνήθιζε να συνοδεύει το πρωινό του με μπόλικα μπουκάλια πόρτο αλλά και αρωμάτων για να «αποφευχθεί η κακή επίδραση του νυχτερινού αέρα», έκανε ό,τι ήθελε στην κομητεία του, καθώς όρια δεν φαινόταν να υπάρχουν για τον Μίτον: οδηγούσε την άμαξά του όπου ήθελε, κυνηγούσε γυμνός παρέα με τα σκυλιά του, καβαλούσε την αρκούδα του για να πάει στις χοροεσπερίδες και μασκαρευόταν σε ληστή για να τρομοκρατεί τους καλεσμένους του.

Ο ευγενής πότιζε τα 2.000 σκυλιά και τις 60 γάτες του σαμπάνια, τα έντυνε με κοστούμια εποχής, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν τα αγαπημένα του ζώα, μιας και είχε θέμα με τα άλογα. Ο αγαπημένος του επιβήτορας, ο Βαρονίσκος, έμπαινε παντού, έτρωγε δίπλα του στα καλύτερα εστιατόρια της χώρας και επεδείκνυε τα ακροβατικά του κόλπα όπου ήθελε ο Μίτον.

Ο κληρονόμος μιας τεράστιας περιουσίας που του απέφερε 500.000 λίρες τον χρόνο (σε σημερινές τιμές) τα έκανε κυριολεκτικά όλα, μέχρι και φωτιά έβαλε στον εαυτό του για να απαλλαγεί από τον λόξιγκα(!), αν και θα κατάφερνε να πεθάνει στην ψάθα μέσα στο μπουντρούμι των χρεών μόλις στα 37 του. Τα καμώματά του ωστόσο θα τον αποκρυστάλλωναν στη λαϊκή παράδοση ως θρύλο της φάρσας, καθώς ο Μίτον έχασε την περιουσία του αλλά όχι και τους πιστούς του φίλους: περισσότεροι από 3.000 ευγενείς και απλός κόσμος παραβρέθηκαν στην κηδεία του, ενδεχομένως για να πειστούν ότι δεν ήταν άλλη μία από τις ανεπανάληπτες πλάκες του.

Μεγάλη προσωπικότητα, αναμφίβολα, ο Τζον Μίτον δεν λογάριαζε φυσικό μόχθο ή οικονομικό βάρος για να πέσει με τα μούτρα στην περιπέτεια και ως τέτοιος πέρασε τελικά στα κιτάπια της Ιστορίας…

Πρώτα χρόνια

Ο Τζον «Τρελός Τζακ» Μίτον γεννιέται στις 30 Σεπτεμβρίου 1796 μέσα σε οικογένεια γαιοκτημόνων της κεντροδυτικής Αγγλίας, με τη φαμίλια να μετρά περισσότερα από 500 χρόνια ιστορίας. Σε ηλικία 2 ετών, χάνει τον πατέρα του και κληρονομεί τόσο τον τίτλο ευγενείας όσο και το τεράστιο πατρικό τσιφλίκι των 132.000 στρεμμάτων στο Χάλστον, ξεκινώντας τη ζωή του με όλα τα καλά που μπορούσε να προσφέρει σε ένα παιδί η άρχουσα τάξη της Αγγλίας. Η περιουσία του άγγιζε (σε σημερινές τιμές) τα 4,3 εκατ. λίρες, ενώ το ετήσιο εισόδημά του έφτανε στις 716.000 λίρες.

Ο Τζακ (όπως τον φώναζαν όλοι) όμως δεν ήταν για τέτοια. Παίρνει τα πρώτα του μαθήματα στο σπίτι και όταν στέλνεται στο ακριβό ιδιωτικό σχολείο του Ουέστμινστερ, τον διώχνουν κλοτσηδόν έπειτα από μόλις έναν χρόνο, καθώς πιάστηκε στα χέρια με τον δάσκαλό του! Σειρά είχε μετά το επίσης πανάκριβο σχολείο του Χάροου, από το οποίο εκδιώχθηκε έπειτα από μόλις 3 μέρες φοίτησης. Μια στρατιά από ιδιωτικούς δασκάλους επιστρατεύτηκαν κατόπι να του μάθουν γράμματα, περνώντας τα πάνδεινα από τον ανήλικο ταραξία και φαρσέρ.

Παρά το γεγονός ότι οι ακαδημαϊκές του επιδόσεις ήταν για τα κλάματα, ο Τζακ έγινε δεκτός από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, μετρώντας το πρώτο ίσως σκάνδαλο της ζωής του. Φτάνοντας εκεί, γέμισε το δωμάτιό του με 2.000 μπουκάλια πόρτο για τις πρώτες δύσκολες μέρες της προσαρμογής, αν και δεν θα αποφοιτούσε, μιας και έβρισκε τη φοιτητική ζωή και τα μαθήματα ανιαρά.

Έκανε πάντως τον γύρο των μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων, καθώς ήταν παράδοση για τις μεγαλοαστικές οικογένειες της Γηραιάς Ηπείρου της εποχής, επιστρέφοντας κάποια στιγμή στη γενέτειρά του. Το 1812, σε ηλικία 16 ετών, είχε στρατολογηθεί ως λοχαγός στο τοπικό σύνταγμα γεωργών και μετά την επιστροφή του στην Αγγλία υπηρέτησε στον κανονικό στρατό, στο ιππικό. Μετατέθηκε στη Γαλλία στον βρετανικό στρατό κατοχής μετά την ήττα του Βοναπάρτη, αν και δεν ήταν ακριβώς υπόδειγμα αξιωματικού: πέρασε τις μέρες του πίνοντας και τζογάροντας και όταν βαρέθηκε τη ζωή στον στρατώνα παραιτήθηκε και επέστρεψε στο κτήμα του.

Περιμένοντας να γίνει 21 ετών ώστε να κληρονομήσει πλήρως την πατρική περιουσία, εντάχθηκε και πάλι στο τοπικό σύνταγμα γεωργών και το 1822 προάχθηκε σε ταγματάρχη, αν και όλοι έκαναν λόγο για φάρσα των επιτελαρχών, καθώς δεν ήταν καθόλου φτιαγμένος για στρατιωτική ζωή…

Η γέννηση του «Τρελού Τζακ»



Όταν έβαλε πια στο χέρι την κληρονομιά, άρχισε να την ξεκοκαλίζει με απίστευτα γρήγορους ρυθμούς. Το 1819 φλέρταρε με τον κοινοβουλευτικό βίο, καθώς πολλοί προγονοί του είχαν διατελέσει κρατικοί αξιωματούχοι και βουλευτές, αν και ο δικός του τρόπος ήταν αμίμητος: εξασφάλισε το βουλευτιλίκι της κομητείας του πληρώνοντας τους ψηφοφόρους του με τραπεζογραμμάτια των 10 λιρών, σε μια πετυχημένη προεκλογική εκστρατεία που σε σημερινές τιμές του κόστισε 750.000 λίρες!

Κι αυτό γιατί έβρισκε βαρετές τις πολιτικές συζητήσεις και τους διαξιφισμούς και δεν είχε όρεξη για προεκλογικούς λόγους. Ως βουλευτής, παρέστη σε συνεδρίαση της Βουλής μόλις μία φορά, κι αυτό για 30 λεπτά της ώρας! Όταν διαλύθηκε η Βουλή το 1820, εξέδωσε λιτή ανακοίνωση που δήλωνε ρητά ότι οι κοινοβουλευτικές του ημέρες είχαν περάσει ανεπιστρεπτί, αν και επιδίωξε να ξανακατέβει τόσο το 1831, αποσυρόμενος την πέμπτη μέρα, όσο και το 1832, αν και πλέον τον κυνηγούσαν θεοί και δαίμονες και ο ίδιος κρυβόταν από δημόσια θέα.

Εντωμεταξύ, απολάμβανε το πάθος του για τις ιπποδρομίες και τον τζόγο, εν μέρει γιατί αγόραζε τα καλύτερα άλογα κούρσας, βάζοντας κατόπιν ξακουστούς βρετανούς ζωγράφους να φιλοτεχνήσουν τα πορτρέτα τους, τα οποία επιδείκνυε όλο καμάρι στη Βασιλική Ακαδημία. Προοδευτικά όμως άρχισε να «ξεφεύγει» και τα καμώματά του γίνονταν πια λαϊκοί θρύλοι.

Όπως το 1826, όταν μπήκε με το άλογό του στο Ξενοδοχείο Μπέντφορντ, ανεβαίνοντας αγέρωχα από την κεντρική σκάλα και βγαίνοντας στη βεράντα, απ’ όπου πήδηξε κάτω πάνω από τα κεφάλια όσων γευμάτιζαν! Το περιστατικό έζησε τη δική του ζωή και κυκλοφόρησε στα πέρατα της Βρετανίας, για τέτοιο σκάνδαλο μιλάμε.

Ταυτοχρόνως, ήταν πάντα λάτρης του κυνηγιού και είχε εμμονή με τις αλεπούδες, κυνηγώντας τες κάθε εποχή και με όλες τις καιρικές συνθήκες. Και βέβαια κυνηγούσε καβάλα στο άλογό του γυμνός, καθώς ήταν τέτοια η συγκίνησή του που δεν μπορούσε να αντέξει τα ρούχα! Κυνηγούσε ακόμα και αρουραίους στην καρδιά της νύχτας, όταν έβγαινε από την έπαυλή του με το νυχτικό και τα όπλα του και ορμούσε στο γειτονικό δάσος μόνος, επιστρέφοντας πάντα γυμνός ακόμα και στο καταχείμωνο.

Το γεγονός ότι συνήθιζε να κυνηγά χωρίς τα ρούχα του δεν τον εμπόδισε φυσικά από το να κατέχει 150 χειροποίητες κυνηγητικές στολές, 700 ζευγάρια μπότες και περισσότερες από 3.000 κάπες! Και βέβαια τα κυνηγόσκυλά του αριθμούσαν 2.000 μέλη από διάφορες ράτσες, τα οποία τάιζε καθημερινά με μπριζόλες και πότιζε με σαμπάνια. Σκυλιά και γατιά ήταν ντυμένα με στολές και κοστούμια εποχής, ζώντας κι αυτά βασιλική ζωή.

Αν και κανείς δεν περνούσε καλύτερα από τον Βαρονίσκο, το αγαπημένο του άλογο, το οποίο είχε πλήρη πρόσβαση σε κάθε σπιθαμή της έκτασής του, αν και το ίδιο απολάμβανε να κάθεται μπροστά στο τζάκι στα πόδια του «Τρελού Τζακ». Παρά το γεγονός ότι είχε εξασφαλίσει τον τίτλο του εκκεντρικότερου βρετανού αριστοκράτη, ο Μίτον δεν επαναπαυόταν στις δάφνες του και κυνηγούσε συνεχώς την επόμενη θεότρελη περιπέτεια. Ο τρόπος που αψηφούσε τον κίνδυνο για τη ζωή του και τα ριψοκίνδυνα καμώματά του έκαναν πολλούς να χαρακτηρίζουν τη ζωή του ως «μια μακρά σειρά από απόπειρες αυτοκτονίας», αν και ο ίδιος είχε πάντα τον τρόπο να ξεγελά τον Χάρο.

Οδηγούσε την άμαξά του όσο πιο επικίνδυνα γινόταν και έπεφτε επίτηδες μέσα σε τρύπες και αναχώματα για να δει αν θα ανατρεπόταν το κάρο του! Άλλοτε πάλι ήθελε να ελέγξει αν ο Βαρονίσκος θα μπορούσε να πηδήξει ζεμένος στην άμαξα πάνω από θάλαμο διοδίων: δεν τα κατάφερε και ο Τζακ τραυματίστηκε, αν και γλίτωσε τη ζωή του για άλλη μια φορά. Ο Τύπος ισχυριζόταν ότι ο «Τρελός Τζακ όχι μόνο δεν ενοχλείται από τα συνεχή ατυχήματα, αλλά τα προκαλεί κιόλας». Όργωνε τη χώρα με την άμαξά του των τεσσάρων αλόγων και αδιαφορούσε για τους κινδύνους που επέφερε η ριψοκίνδυνη οδήγησή του σε όλους.

Και βέβαια ήταν και οι λαμπρές συνεστιάσεις που οργάνωνε στο κτήμα του, που όταν δεν έσπαγε πλάκα με τις φάρσες που έστηνε στους καλεσμένους του επιτόπου, συνήθιζε να παραμονεύει στον δρόμο ντυμένος ληστής ξαφρίζοντάς τους! Λάτρευε λέει το πώς τον παρακαλούσαν να τους χαρίσει τη ζωή την ώρα που του παρέδιδαν τα τιμαλφή τους…

Περιπέτειες κι άλλες περιπέτειες

Ο απλός λαός τον έβρισκε όμως ανυπόφορο και η κοινωνία θεωρούσε τη συμπεριφορά του σκανδαλώδη, αν και ο ίδιος είχε τον τρόπο του να αποστομώνει όσους του ασκούσαν κριτική. Όπως τη φορά που προσκάλεσε σε καυγά έναν χειροδύναμο ανθρακωρύχο που είχε ενοχλήσει το κυνήγι του, με το μπουνίδι να διαρκεί για 20 ολόκληρους γύρους και τον ανθρακωρύχο να τα παρατά στο τέλος κατάκοπος!

Αν και το πλέον διαβόητο κατόρθωμά του ήταν όταν κατέφτασε στο δείπνο που οργάνωσε στο κτήμα του καβάλα σε μια αρκούδα. Το ζώο πήγαινε λέει αργά και ο ίδιος το σπιρούνιαζε στην κοιλιά, όταν και θύμωσε η αρκούδα και τον άρπαξε από το πόδι ξεσκίζοντάς του τη γάμπα. Παρά τον πόνο του, κράτησε την αρκούδα ως κατοικίδιο, αν και αναγκάστηκε αργότερα να τη σκοτώσει επειδή δάγκωνε το προσωπικό του.

Πλέον όμως ήταν σωστός αλκοολικός, καθώς πλάι στα οχτώ μπουκάλια κρασί που κατέβαζε κάθε μέρα, έπινε και ουίσκι και κονιάκ. Έτσι πέθανε ένα από τα αγαπημένα του άλογα, όταν ο Μίτον αποφάσισε να το διαγωνιστεί στο ποιος ήταν το πιο γερό ποτήρι. Το κακόμοιρο ζώο ψόφησε από το αλκοόλ. Όσο για τον ίδιο, πλέον δεν καθόταν να φάει κανονικά γεύματα, τρεφόμενος όλη τη μέρα με φουντούκια και ξηρούς καρπούς, αφήνοντας τους μάγειρές του να ετοιμάζουν πλουσιοπάροχα δείπνα για τα σκυλιά του.

Επιπλέον, τώρα εντρυφούσε στις κυνομαχίες και τζόγαρε τεράστια ποσά στα αγαπημένα του σκυλιά. Αν και συνήθιζε κατόπιν να ορμά στην αρένα και να τα βάζει με τον νικητή με τα γυμνά του χέρια. Αναφορές της εποχής τον θέλουν να ξεπαστρεύει ατρόμητα μπουλντόγκ με τα δόντια του! Μιλώντας για σκυλιά, κάποτε έριξε το σκυλάκι της συζύγου του στο αναμμένο τζάκι, σε μια έκρηξη ζήλειας, αν και ο μύθος και η πραγματικότητα ήταν για τη ζωή του ένα αξεδιάλυτο κουβάρι και κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν αυτό συνέβη…

Το πικρό τέλος

Ο Μίτον ξόδευε αφειδώς την πατρική κληρονομιά και δεν άκουγε τις συστάσεις των διαχειριστών της περιουσίας του ότι το κομπόδεμά του εξαντλούταν τάχιστα. Σκορπούσε αφειδώς τα λεφτά του, δίνοντας πάκα ολόκληρα σε παιδιά που ζητιάνευαν και αμείβοντας πλουσιοπάροχα τους εργάτες του. Οι καλεσμένοι του έβλεπαν χαρτονομίσματα στα πατώματα και τα χωράφια, καθώς ο πάντα μεθυσμένος Μίτον είχε τρύπια τα χέρια του.

Παρά τη δεινή οικονομική του κατάσταση, όταν κέρδιζε στις ιπποδρομίες άφηνε τα χρήματα να τα πάρει ο αέρας, αποκτώντας τον τίτλο του πιο γενναιόδωρου αριστοκράτη της Βρετανίας! Μέσα σε 15 χρόνια κατάφερε να τα φάει όλα και πλέον ήταν βουτηγμένος στα χρέη. Οι λογιστές του ισχυρίζονταν ότι αν μάζευε ελαφρώς το χέρι του, τότε μέσα σε 6 χρόνια θα ορθοποδούσε και δεν θα χρειαζόταν να εκποιήσει τα κτήματά του, αν και εκείνος, αφού το σκέφτηκε για ένα λεπτό, αποκρίθηκε πως δεν μπορούσε να ζήσει με ψίχουλα για τόσο καιρό. Η μοίρα του είχε πλέον σφραγιστεί.

Οι πιστωτές του δεν μπορούσαν να κάνουν άλλο υπομονή, εξοργισμένοι ταυτοχρόνως από τη συμπεριφορά του, και έστειλαν τον δικαστικό κλητήρα για τα περαιτέρω. Ο Τρελός Τζακ πρόλαβε ωστόσο να το σκάσει για τη Γαλλία το 1831 για να γλιτώσει τα δικαστήρια και τη φυλακή. Την πρώτη του σύζυγο, μια κόρη βαρόνου, την παντρεύτηκε το 1818, αν και η άτυχη κοπέλα πέθανε το 1820. Όσο για τη δεύτερη, τον εγκατέλειψε το 1830, χαρίζοντάς του πάντως μια χούφτα παιδιά.

Ζώντας φυγάς στο Καλέ, έπιασε φιλίες με μια συμμορία «σκοτεινών» βρετανών εξερευνητών, οι περιπετειώδεις υποχρεώσεις των οποίων τους κρατούσαν μακριά από την αγγλική δικαιοσύνη. Πριν εγκαταλείψει μάλιστα την Αγγλία, ο Μίτον γνώρισε μια ελκυστική 20χρονη σε μια γέφυρα και της πρόσφερε πλουσιοπάροχη αμοιβή για να φύγει μαζί του στο Καλέ. Η Σούζαν παρέμεινε στο πλευρό του στα δύο χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι τη φυλάκιση και τον θάνατό του.

Στη Γαλλία ήταν που προσπάθησε να θεραπεύσει τον λόξιγκά του βάζοντας φωτιά στο νυχτικό του! Το γιατρικό δεν δούλεψε και τη γλίτωσε παρά τρίχα, αν και τα εγκαύματά του ήταν σοβαρά. Κάποια στιγμή βαρέθηκε τη ζωή στην αυτοεξορία (1833) και επέστρεψε στην Αγγλία για να βρεθεί με το που πάτησε το πόδι του σε βρετανικό έδαφος σε κρατητήριο του Λονδίνου για χρέη. Εκεί θα άφηνε την τελευταία του πνοή στις 29 Μαρτίου 1834, βουτηγμένος στο αλκοόλ και τα χρέη.

Το 1837, ο καλός του φίλος και σύντροφος στο κυνήγι Charles James Apperley (γνωστός ως Nimrod) συνέταξε τη βιογραφία του θεότρελου αριστοκράτη που μέτρο δεν γνώριζε, στέλνοντάς τον έτσι στην αθανασία. Ο επίλογος της ζωής του ανήκει δικαιωματικά στον παντοτινό του φίλο Nimrod, ας τον ακούσουμε λοιπόν: «Ήταν το μεγαλείο της καρδιάς του που κατέστρεψε τον κύριο Μίτον και η ευγενής περηφάνια του, η οποία περιφρονούσε τη μικρότητα της σύνεσης»…

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr