«Μας αγαπάνε οι Γερμανοί. Σαν φίλοι ήρθανε», έλεγε στους Κρητικούς στη «Χαραυγή της Νίκης» ο αξέχαστος καταδότης του σινεμά, αν και εκείνος τους είχε πολεμήσει λυσσαλέα στην πραγματική του ζωή! Και πόσο καλός ηθοποιός ήταν που έπαιζε πάντα τον προδότη συνεργάτη του κατακτητή, παρά το γεγονός ότι είχε κοντέψει να πεθάνει στην Κατοχή στενάζοντας κάτω από τη γερμανική μπότα. Αυτός ήταν όμως ο Δήμος Σταρένιος, ο πλέον πειστικός κακός του ελληνικού σινεμά και της τηλεόρασης, ένας ταλαντούχος και παθιασμένος ηθοποιός που έδωσε ευσυνείδητα το «παρών» στην υποκριτική τέχνη για περισσότερα από 35 χρόνια. Ο κινηματογραφικός ρουφιάνος των Γερμανών που δεν πίστευε λέξη απ’ όσα τον έβαζαν να πει μπροστά στις κάμερες ήταν ένας ρομαντικός κομμουνιστής που η αγάπη του για την Αριστερά ξεπερνιόταν μόνο από το πάθος του για το πανί και το σανίδι. Ο Νο 1 δοσίλογος του ελληνικού σινεμά ήταν ταυτοχρόνως και ο «γερο-Λαδάς» αρχέτυπο, ο εμβληματικός τσιγκούνης του καζαντζακικού «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» δηλαδή που σφράγισε τον ρόλο στην ομώνυμη μεταπολιτευτική τηλεοπτική σειρά, αλλά και σε θέατρο και κινηματογράφο. Χάρη σε αυτόν και την αλησμόνητη υποκριτική του στο κλασικό σίριαλ είναι που πέρασε η λέξη στο καθημερινό λεξιλόγιο του Έλληνα για να περιγράψει τον φιλάργυρο. Κι όμως, αυτός ο ηθοποιός που ερμήνευσε μοναδικά τους ρόλους του δοσίλογου, του κακού και του τοκογλύφου ήταν κομμουνιστής! Ήταν όμως και απίθανος ηθοποιός και όλα σώζονταν από τους τόσους άσους που είχε στην υποκριτική του φαρέτρα. Στην Ελλάδα ήρθε εξάλλου ο Αιγυπτιώτης Σταρένιος αποκλειστικά για να σπουδάσει υποκριτική ως εξαιρετικό ταλέντο. Αν και δεν έγινε ποτέ ο μεγάλος κινηματογραφικός πρωταγωνιστής που υπέθεταν όλοι πως θα γινόταν, έκανε τη δική του καριέρα και πολέμησε τόσο τον κατακτητή όσο και την κοινωνική αδικία από τις τάξεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ αργότερα. Οι διώξεις που υπέστη τόσο από τα μεταβαρκιζιανά καθεστώτα όσο και τη Χούντα των Συνταγματαρχών κατά την αμαρτωλή επταετία επηρέασαν αναμφίβολα την επαγγελματική του σταδιοδρομία, μιας και ο αγωνιστής Σταρένιος δεν έκρυψε ποτέ τα πολιτικά του πιστεύω. Και ήταν έτοιμος να πληρώσει το τίμημα ως συνεπής κομμουνιστής μέχρι το τέλος της ζωής του…
Πρώτα χρόνια
Ο Δημήτρης «Δήμος» Σταρένιος γεννιέται στις 15 Σεπτεμβρίου 1909 στο Κάιρο μέσα σε μεγαλοαστική οικογένεια ελληνικής καταγωγής. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα περνά λοιπόν στην Αίγυπτο και είναι άνετα οικονομικά, μιας και από το ευκατάστατο σπιτικό δεν έλειπε τίποτα. Ο μικρός είχε κολλήσει όμως το μικρόβιο της υποκριτικής και πρωταγωνιστεί πάντα στις σχολικές θεατρικές παραστάσεις. Σε μια τέτοια θα τον δει ο μεγάλος Αιμίλιος Βεάκης, θα κατενθουσιαστεί και θα τον καλέσει να έρθει αμέσως στην Αθήνα για να γίνει θεατρίνος. Και το 1932, ο Δήμος θα κάνει αυτό που τον είχε συμβουλεύσει ο δάσκαλος. Γίνεται μάλιστα αμέσως δεκτός στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου ως εξαιρετικό ταλέντο! Το πηγαίο ταλέντο του αναγνωρίστηκε από την πρώτη στιγμή, κι έτσι το θεατρικό του ντεμπούτο θα έρθει στα χρόνια που ήταν ακόμα σπουδαστής. Ως φέρελπις ηθοποιός θα παίξει το 1933 σε μια κομεντί («Ευτυχία» του Μπέρνσταϊν) του θιάσου της Αλίκης Θεοδωρίδου και θα πάρει τις πρώτες του καλές κριτικές. Θα βρει μάλιστα αμέσως τη θέση του στο ελληνικό θέατρο και θα γίνει σταθερά στο αθηναϊκό σανίδι αλλά και τους περιπλανώμενους θιάσους. Παρά ταύτα όμως, είμαστε πια στην περίοδο της γερμανικής Κατοχής και ο Δήμος κατάφερνε με το ζόρι να εξασφαλίζει λίγο φαγητό. Τα χρήματα της οικογένειάς του δεν έπαιζαν ρόλο στην εξαθλιωμένη Αθήνα της φτώχιας και της εκμετάλλευσης κι ένα βράδυ θα νικηθεί πάνω στη σκηνή από την πείνα. Ερμήνευε τον ρόλο του στο «Απόψε θα γελάσουμε» και σωριάστηκε πάνω στη σκηνή καθώς είχε να φάει κάτι της προκοπής για μέρες και οι δυνάμεις του τον εγκατέλειψαν. Το κοινό πίστεψε μάλιστα πως όσα εκτυλίσσονταν ήταν μέρος του έργου και ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Ο Σταρένιος μεταφέρθηκε σε σταθμό πρώτων βοηθειών, όπου τον συνέφεραν και την επόμενη μέρα εμφανίστηκε κανονικότατα στο θέατρο. Η πείνα του όμως ήταν η ίδια… Στα χρόνια της Κατοχής, δραστηριοποιήθηκε στις τάξεις του ΕΑΜ και παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του πιστός στα ιδανικά της Αριστεράς. Μεταπολεμικά, το 1945, πρωτοστάτησε στην ίδρυση του αντιστασιακού θιάσου «Ενωμένοι Καλλιτέχνες, πλάι στους Αιμίλιο Βεάκη, Λυκούργο Καλλέργη, Θόδωρο Μορίδη, Τίτο Βανδή, Νάσο Κεδράκα, Αλέκα Παΐζη, Μάνο Χατζηδάκι, Αλέξη Δαμιανό κ.ά. Παρά τον στιγματισμό του όμως ως αριστερού, ήταν τέτοιο το ταλέντο του που οι μεγαλύτεροι θίασοι της εποχής του πρότειναν διαρκώς συνεργασίες. Κι έτσι θα παίξει με όλα τα βαριά ονόματα του νεοελληνικού θεάτρου, από την κυρία Κατερίνα και τη Μελίνα Μερκούρη μέχρι τον Αλέκο Αλεξανδράκη, τον Λάμπρο Κωνσταντάρα και τον Τάκη Χορν…
Καριέρα
Την ώρα που συνεχίζει κανονικά την τρομερή θεατρική του διαδρομή, το 1943 θα του φέρει και το κινηματογραφικό του ντεμπούτο. Η παρθενική του εμφάνιση στο σελιλόιντ θα έρθει με ένα μικρορολάκι στη «Μάγια την τσιγγάνα» και θα ακολουθήσουν πλήθος ταινιών, τόσο ελληνικές όσο και διεθνείς παραγωγές, μιας και ο Δήμος μιλά καλά αρκετές ξένες γλώσσες. Στις σχεδόν 80 ταινίες που γύρισε από το 1943-1978, συναντάμε κλασικές ελληνικές ταινίες, όπως τα φιλμ «Διαγωγή μηδέν» (1949), «Πικρό ψωμί» (1951), «Για το ψωμί και τον έρωτα» (1959), «Κασιανή» (1960), «Η 7η μέρα της δημιουργίας» (1966), «Οιδίπους τύραννος» (1967), «Κιέρον» (1968), «Τα παιδιά του λιμανιού» (1969), αλλά και γνωστές διεθνείς παραγωγές, όπως «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» (1957), «Ποτέ την Κυριακή» (1960), «Ο λέων της Σπάρτης» (1962), «Αμέρικα Αμέρικα» (1963), «Η Ζωή του Ωνάση» (1978) κ.ά. Τον εμβληματικό του δοσίλογο θα τον ενσαρκώσει στο πολεμικό δράμα του Ντίμη Δαδήρα «Η χαραυγή της νίκης» (1971), όταν ως Φραντζέσκος Πετράκης ενημερώνει τον κρητικό λαό πως «μας αγαπάνε οι Γερμανοί, σαν φίλοι ήρθανε»…
Σε μια άγνωστη πλευρά της καριέρας του, ο Σταρένιος ήταν μέρος του διεθνούς καστ που έφερε για πρώτη φορά στο σινεμά τις περιπέτειες του Τεν-Τεν! Ήταν το 1961 όταν η γαλλο-βελγική παραγωγή «Ο Τεν-Τέν και το Χρυσόμαλλο Δέρας» έκανε μια σειρά γυρισμάτων στον Πειραιά και τα Μετέωρα και εκτός από τον Σταρένιο, παρουσίασε στο ξένο κοινό τον Δημήτρη Μυράτ και τη Δώρα Στράτου με το παραδοσιακό της μπαλέτο. Ο Σταρένιος ερμηνεύει τον Σκουμπίντοβιτς και γράφει εν αγνοία του κινηματογραφική ιστορία!
Ένας από τους πλέον πειστικούς και χαρακτηριστικούς κακούς του ελληνικού πανιού είχε γεννηθεί. Προδότης, τοκογλύφος, τσιγκούνης και μισάνθρωπος, ο Δήμος θα αφήσει τη δική του σφραγίδα στην εθνική μας κινηματογραφία, δίνοντας ταυτοχρόνως υπόσταση στον καζαντζακικό «γερο-Λαδά». Αυτόν τον ρόλο ερμήνευσε στο θεατρικό «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» που ανέβασε ο Μάνος Κατράκης το 1956, αυτόν επανέλαβε στην κινηματογραφική μεταφορά του Ζιλ Ντασέν την επόμενη χρονιά («Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» – 1957) και αυτόν έβαλε σε κάθε σπίτι το 1975 στην τηλεοπτική προσαρμογή του Βασίλη Γεωργιάδη. Αυτή ήταν η θρυλικότερη ερμηνεία του, ένα έργο ζωής που άφησε κληρονομιά ως υποσημείωση στο αριστούργημα του Νίκου Καζαντζάκη…
Στη δεκαετία του 1970 συμμετείχε μάλιστα σε πολλές τηλεοπτικές σειρές της κρατικής τηλεόρασης. Αναφέρουμε ενδεικτικά τις «Κεκλεισμένων των θυρών» (1972), «Κατοχή» (1973), «Χωρίς ανάσα» (1973), «Φωτεινή Ζάρκου» (1975), «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» (1975), «Γιούγκερμαν» (1976), «Το ταξίδι» (1976), «Υποψίες: Ξενοδοχείον πολυτελείας» (1977), «Υποψίες: Η απαγωγή» (1978), «Συνταγματάρχης Λιάπκιν» (1979), «Τα παλιόπαιδα τ’ ατίθασα» (1980)… Στο διάστημα της θεατρικής του καριέρας που απλώθηκε σε τέσσερις δεκαετίες προσφοράς (1933-1973), ο Σταρένιος έπαιξε με πολλούς αξιόλογους ηθοποιούς μας, όπως οι Λάμπρος Κωνσταντάρας, Μάρω Κοντού, Λάκης Κομνηνός, Γιώργος Φούντας, Λυκούργος Καλλέργης, Πέτρος Φυσσούν, Αιμιλία Υψηλάντη, Ντίνος Ηλιόπουλος, Δημήτρης Χορν κ.ά. Από το πολυαγαπημένο του σανίδι άρχισε να αποσύρεται σταδιακά το 1973, κι αυτό μόνο για λόγους υγείας. Η σοβαρής μορφής αγγειοπάθεια από την οποία υπέφερε τον ανάγκασε να σταματήσει το θέατρο το 1977. Την επόμενη χρονιά θα κάνει και τον τελευταίο του ρόλο στο σινεμά, ως Καζάκος στον «Έλληνα μεγιστάνα» (1978)…
Προσωπική ζωή και τελευταία χρόνια
Όταν έγινε δεκτός στον θίασο της κ. Κατερίνας το 1936, όπου και παρέμεινε για πολλά χρόνια, εκεί δεν θα έβρισκε μόνο μια μόνιμη θεατρική στέγη αλλά και τη γυναίκα της ζωής του, την επίσης αγαπημένη ηθοποιό Νίνα Βαρβέρη-Σταρένιου. Οι δυο τους έμειναν για πάντα μαζί και μόνο ο θάνατος του Δήμου στάθηκε ικανός να τους χωρίσει. Το ζευγάρι δεν απέκτησε παιδιά. Στην προσωπική του ζωή, ο κομμουνιστής Σταρένιος δεν έκρυψε ποτέ τα πολιτικά του πιστεύω, ακόμα και σε εποχές ταραγμένες. Κι έτσι στην περίοδο της Χούντας η συμμετοχή του στις αναγκαστικά κρατικά χρηματοδοτούμενες κινηματογραφικές ταινίες, αλλά και στις παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου, ήταν απαγορευμένες. Ο Σταρένιος ήταν τόσο στιγματισμένος από το καθεστώς που ούτε η αναφορά του ονόματός του δεν επιτρεπόταν!
Η απαγόρευση αυτή γέννησε, όπως ήταν επόμενο, κωμικοτραγικές καταστάσεις στο γυαλί. Αν κάποιος παρουσιαστής έκανε το λάθος να μιλήσει για τον Σταρένιο και καθώς ήταν δύσκολο τότε να κοπεί η εικόνα, κοβόταν απλώς ο ήχος. Κι έτσι ο θεατής μπορούσε να διαβάσει στα χείλη του παρουσιαστή το όνομα του Σταρένιου, όχι όμως και να το ακούσει. Αυτό το ήξερε καλά ο Φρέντυ Γερμανός που αναφέρθηκε συμπτωματικά στον Δήμο και είδε τη λογοκρισία να του κόβει τη φωνή! Ο Σταρένιος ήταν ένας ρομαντικός κουμουνιστής και δεν εκτιμούσε καθόλου τη διάσπαση του ΚΚΕ, υποστηρίζοντας διαχρονικά την επανένωση των αριστερών τάσεων. Όσοι τον ήξεραν, ομολογούσαν πως ήταν ένας ιδιαιτέρως γλυκός και ευγενικός άνθρωπος, ένας σωστός καλλιτέχνης που κοιτούσε αποκλειστικά τις ερμηνείες του. Μπορούσε εξάλλου να περνά με άνεση από το δράμα στην κωμωδία και να ενσαρκώνει τόσο τον ραδιούργο και συνωμότη όσο και το δειλό ανθρωπάκι που κάνει τα πάντα για να επιβιώσει. Ένα περιστατικό που διηγούνταν ο Βασίλης Καΐλας αποκάλυπτε πόσο γλυκός ήταν ως άνθρωπος. Στον «Άσωτο» λοιπόν, ο Βασιλάκης έπρεπε να του φωνάξει με μίσος «στον αγύριστο, μπαρμπα-Συμεών, στον αγύριστο», γιατί ο Σταρένιος υποδυόταν τον τοκογλύφο που ήθελε να πάρει το μαγαζί του ανθρώπου που είχε αναλάβει να μεγαλώσει τον Καΐλα. Ο Βασιλάκης είπε την ατάκα του με τέτοια θέρμη και μίσος που ο Σταρένιος πολύ στενοχωρήθηκε! Κάθε φορά που έβλεπε το παιδί, το ρωτούσε με παράπονο «γιατί, βρε Βασιλάκη μου, γιατί μου το είπες έτσι; Τι σου έχω κάνει;», κι ο μικρός του έλεγε με στοργή πως δεν τον μισούσε αληθινά, αλλά όλα έγιναν για τις ανάγκες των γυρισμάτων! Ο Δήμος Σταρένιος έφυγε από τον κόσμο στις 23 Οκτωβρίου 1983, σε ηλικία 74 ετών, ως ένας αξιόλογος ηθοποιός, αγωνιστής πολίτης και μαχητικός άνθρωπος που δεν δείλιασε στιγμή και δεν λογάριασε πείνα, κακουχίες και διώξεις για να υπερασπιστεί με σθένος τις επιλογές του… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr