Την πλήρη και οριστική αθώωση της Ρένας Δούρου από όλες τις κατηγορίες για την τραγωδία στο Μάτι αποφάσισαν το Πειθαρχικό Συμβούλιο Αιρετών και ο Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, κάτι που γνωστοποίησε η ίδια η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική με ανάρτησή της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ειδικότερα, το Πειθαρχικό Συμβούλιο Αιρετών και ο Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, αποφάσισαν την μη επιβολή καμίας πειθαρχικής κύρωσης στη Ρένα Δούρου ως τότε Περιφερειάρχη Αττικής και σημερινή περιφερειακή σύμβουλο, επικεφαλής της παράταξης «Δύναμης Ζωής».
Επίσης το Πειθαρχικό Συμβούλιο, με ομόφωνη απόφαση των δικαστικών λειτουργών, αθώωσε οριστικά και αμετάκλητα την κ. Δούρου από την κατηγορία της παράβασης καθήκοντος αφού έκρινε ότι έδρασε στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο που ορίζει ο νόμος. Παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν δεσμεύει τις αποφάσεις άλλων δικαστηρίων, αποτελεί αν μη τι άλλο μία κρίση που θα λαμβάνεται σοβαρά υπόψη ως στοιχείο της δικογραφίας τους .
Η κ. Δούρου κατόπιν όλων αυτών δηλώνει χαρακτηριστικά:
«Μία ακόμη ψηφίδα για την αποκάλυψη της αλήθειας. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο Αιρετών και ο Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής αποφάσισαν την πλήρη και οριστική αθώωση της Ρένας Δούρου από όλες τις κατηγορίες για την τραγωδία στο Μάτι. Αποφάσισαν συγκεκριμένα την μη επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων στη Ρένα Δούρου ως τότε Περιφερειάρχη Αττικής και σημερινή περιφερειακή σύμβουλο – επικεφαλής της “Δύναμης Ζωής”.
Η απόφαση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί το Πειθαρχικό Συμβούλιο, που αποτελείται, κατά πλειοψηφία, από ανώτατους και ανώτερους δικαστές, εξέτασε μία προς μία όλες τις παραλείψεις που συνιστούν το κατηγορητήριο της ποινικής δίκης και έκρινε ότι παραλείψεις δεν υφίστανται. Επίσης το Πειθαρχικό Συμβούλιο, με ομόφωνη απόφαση των δικαστικών λειτουργών, αθώωσε οριστικά και αμετάκλητα τη Ρένα Δούρου από την κατηγορία της παράβασης καθήκοντος αφού έκρινε ότι έδρασε στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο που ορίζει ο νόμος. Πρόκειται για μια σπουδαία απόφαση – ψηφίδα στο παζλ της αλήθειας για τα θλιβερά και ανεξίτηλα στην μνήμη όλων μας γεγονότα του Ιουλίου του 2018. Παρότι δεν δεσμεύει τις αποφάσεις άλλων δικαστηρίων, αποτελεί μία κρίση που θα λαμβάνεται σοβαρά υπόψη ως στοιχείο της δικογραφίας τους.
Η Δικαιοσύνη, εξαιτίας της τραγικότητας της καταστροφής, παρέπεμψε ποινικά όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, από τους εκπροσώπους του Πυροσβεστικού Σώματος μέχρι και όλους εκείνους που εκπροσωπούν φορείς που δρουν υποβοηθητικά στο έργο της Πυροσβεστικής.
Από δε την πρώτη στιγμή της τραγωδίας, βρέθηκα αντιμέτωπη με τη δολοφονία χαρακτήρα και την προσπάθεια σε βάρος μου επηρεασμού της κοινής γνώμης, από τους πολιτικούς αντιπάλους μου, με στόχο την παραπομπή μου. Όλα αυτά τα χρόνια του διασυρμού και της κατασυκοφάντησης μου, σεβόμενη το ότι η δικαστική διαδικασία είναι σε εξέλιξη, απέφυγα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου και δεν απάντησα στις συκοφαντίες.
Με την απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου Αιρετών και του Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης γίνεται ένα σημαντικό βήμα για την απόδοση Δικαιοσύνης, όπως ζητούν τα θύματα και οι συγγενείς τους.
Είναι επίσης και μία πρώτη, χειροπιαστή απάντηση προς όλους εκείνους που, για να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη, δεν δίστασαν να μου προσάψουν αισχρές όσο και νομικά αβάσιμές, όπως αποδεικνύεται, κατηγορίες. Δεν έχω προβεί σε κάποια ενέργεια ούτε έχω παραλείψει κάτι, για το οποίο να φοβάμαι την κρίση της Δικαιοσύνης. Με υπομονή και σεβασμό περιμένω την οριστική και αμετάκλητη κρίση των φυσικών δικαστών, ύστερα μάλιστα και από την άρση της βουλευτικής μου ασυλίας που η ίδια ζήτησα και μου χορήγησε ομόφωνα η Βουλή, με κατεπείγουσα διαδικασία ύστερα από αίτημά μου, προκειμένου να μην υπάρξει καμία καθυστέρηση, καμία παραγραφή. Την ίδια στιγμή, σε αντίθεση με τους συκοφάντες μου όταν κάποιοι από αυτούς βρίσκονται οι ίδιοι στη θέση των ποινικά ελεγκτέων, ουδέποτε δυσανασχέτησα για την δικαστική διαδικασία. Ουδέποτε διαμαρτυρήθηκα, ούτε δήλωσα ότι περνάω ένα Γολγοθά ή ότι αντιμετωπίζω πολιτική δίωξη. Είτε είμαστε αιρετοί, είτε είμαστε πολίτες, όταν ελεγχόμαστε από τους θεσμούς πρέπει να κρινόμαστε με τα ίδια κριτήρια, όπως επιβάλλει η ισότητα, η δίκαιη μεταχείριση. Θεωρώ ότι αυτή η απόφαση διαπνέεται από αυτή την αρχή».