«Πρόκειται για μία ασύλληπτη τραγωδία. Νέοι άνθρωποι χάθηκαν τόσο ξαφνικά και τόσο άδικα. Όλη η χώρα πενθεί, η σκέψη όλων μας είναι στους ανθρώπους που χάθηκαν και στους ανθρώπους που έχουν μείνει πίσω, στις οικογένειες των θυμάτων», επισήμανε η Έφη Αχτσιόγλου μιλώντας στον ΑΝΤ1 για το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη.
Η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία σημείωσε, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ότι «τα ερωτήματα που τίθενται στην κυβέρνηση είναι αμείλικτα» και πως «τα θέτει η ίδια η κοινωνία και οι χιλιάδες νέοι άνθρωποι που διαμαρτύρονται, εκφράζοντας τη θλίψη και την αγανάκτησή τους, γιατί ζουν σε ένα καθεστώς ακραίας ανασφάλειας».
Τόνισε ότι η κυβέρνηση πρέπει να απαντήσει σε σειρά ερωτημάτων και συγκεκριμένα: «Γιατί αγνόησε τις καταγγελίες των εργαζομένων; Η τραγωδία ήταν εν πολλοίς προαναγγελθείσα. Υπάρχουν εξώδικες διαμαρτυρίες των εργαζομένων το τελευταίο χρονικό διάστημα προς το αρμόδιο Υπουργείο, οι οποίες έθεταν το ζήτημα του κινδύνου της ασφάλειας στις σιδηροδρομικές μεταφορές, που σχεδόν φωτογράφιζαν το γεγονός.
Γιατί δεν έλαβε υπόψη τις πιέσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης και των άλλων κομμάτων στη Βουλή για ζητήματα ασφάλειας στο σιδηροδρομικό δίκτυο; Μάλιστα, ο τότε αρμόδιος υπουργός σήκωνε τους τόνους και έλεγε ότι είναι ανεπίτρεπτο να θέτουν οι βουλευτές ζήτημα ασφάλειας των σιδηροδρομικών μετακινήσεων.
Γιατί δεν παρέδωσε το έργο της τηλεδιοίκησης ως όφειλε να παραδοθεί και να έχει ολοκληρωθεί ήδη από το 2020;
Γιατί επρόκειτο ο πρωθυπουργός να εγκαινιάσει και να επιθεωρήσει ένα έργο το οποίο όπως φάνηκε δεν υπήρχε;».
Υποστήριξε ότι δε κλείνοντας ότι «η σύσταση επιτροπής εμπειρογνωμόνων, τα μέλη της οποίας ορίζει απολύτως η ελεγχόμενη κυβέρνηση, δεν βοηθά να υπάρξει φως στην υπόθεση και πραγματική διερεύνηση της αλήθειας». Επιπλέον της καταλόγισε ότι «δεν διαβουλεύτηκε με κανέναν, δεν πρότεινε καν στα άλλα κόμματα του Κοινοβουλίου να ορίσουν μέλη στην επιτροπή», ενώ σχολίασε πως «ούτε και το να αποδίδει ο πρωθυπουργός τα πάντα στο “ανθρώπινο λάθος” είναι στην κατεύθυνση της διερεύνησης της αλήθειας». Υπογράμμισε, εν κατακλείδι, ότι «για τη διερεύνηση της αλήθειας πρέπει να απαντηθούν πολύ συγκεκριμένα ερωτήματα, για μία συγκεκριμένη τραγωδία, η οποία συνέβη υπό την ευθύνη της συγκεκριμένης κυβέρνησης».