Την άμεση σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και ακρόαση του Προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ), Αθανάσιου Κουτρομάνου ζητεί ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, με αφορμή την πρόσφατη έκθεση της Ανεξάρτητης Αρχής, η οποία καταδεικνύει δυσανάλογη εκπροσώπηση των κομμάτων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Οι βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης που καταθέτουν το αίτημα κάνουν, μεταξύ άλλων, λόγο για ολισθηρό δρόμο που έχει πάρει ο χώρος της ενημέρωσης και καταγγέλλουν ότι στην Ελλάδα υπάρχει σοβαρό πρόβλημα χειραγώγησης και φίμωσης του Τύπου με πολιτικές ευθύνες.
Στην επιστολή αναφέρουν ότι: «Το πιο πρόσφατο πόρισμα της συνομοσπονδίας 7 έγκριτων διεθνών οργανώσεων του Τύπου MFRR, η οποία χρηματοδοτείται από την Ε.Ε., αποτελεί κόλαφο για τις πρακτικές της κυβέρνησης. Πιο συγκεκριμένα, διαπιστώνεται η επιδείνωση της ελευθερίας του Τύπου από τότε που το συντηρητικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας ήρθε στην εξουσία το 2019, το οποίο «έχει εμμονή με τον έλεγχο του μηνύματος» και «να ελαχιστοποιεί τις επικριτικές και διαφωνούσες φωνές». Επιπλέον, η κατάσταση αυτή πιστοποιείται από την πτώση κατά 5 θέσεις στην ελευθερία του Τύπου από την οργάνωση «Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα», η οποία έχει επισημάνει, ότι η ελευθερία του Τύπου επλήγη στην Ελλάδα κατά το 2020».
Το πλήρες κείμενο της επιστολής έχει ως εξής:
ΘΕΜΑ: «Πρόδηλη η έλλειψη πολυφωνίας στα τηλεοπτικά ΜΜΕ εθνικής εμβέλειας από την Έκθεση Πεπραγμένων του ΕΣΡ του 2020 – Αίτημα άμεσης σύγκλησης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας για τη συζήτηση επί της Έκθεσης Πεπραγμένων και ακρόαση του Προέδρου, κ. Αθανάσιου Κουτρομάνου»
Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε,
Πρόσφατα δημοσιεύθηκε από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) η Έκθεση Πεπραγμένων για το έτος 2020. Τα αποτελέσματα ήταν εξόχως απογοητευτικά και ανησυχητικά όσον αφορά την πολυφωνία στα τηλεοπτικά δίκτυα εθνικής εμβέλειας, συμπεριλαμβανομένης της δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης. Συγκεκριμένα, η χρονική έκθεση των πολιτικών κομμάτων και τα ποσοστά εμφανίσεων των στελεχών τους ανά τηλεοπτικό σταθμό (πλην ενός ο οποίος δεν προσκόμισε στοιχεία), δείχνουν ότι η Κυβέρνηση και το κόμμα της ΝΔ προβάλλονται σε συντριπτικά, απαράδεκτα για μια σύγχρονη Δημοκρατία εντός της Ε.Ε., ποσοστά, εις βάρος του χρόνου προβολής της δραστηριότητας των άλλων κομμάτων.
Όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα θα έπρεπε να έχουν διασφαλισμένο επαρκή χρόνο ελάχιστης προβολής. Από την έκθεση, όμως, αναδεικνύεται περαιτέρω ότι δεν τηρείται καν το κριτήριο της αντιστοίχισης της εκλογικής δύναμης των κομμάτων προς τον χρόνο προβολής.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τα ποσοστά προβολής του κόμματος της συμπολίτευσης και των στελεχών του, είναι συντριπτικά υψηλότερα από το ποσοστό που έλαβε στις πιο πρόσφατες εκλογές του 2019, ενώ, αντιθέτως, το αντίστοιχο ποσοστό προβολής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι συντριπτικά χαμηλότερο από το ποσοστό που έλαβε στις πιο πρόσφατες εκλογές.
Πρόκειται για κατάφωρη παραβίαση της αναλογικής παρουσίασης των κομμάτων από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης, στοιχείο που αναδεικνύεται στην έκθεση της Ανεξάρτητης Αρχής του ΕΣΡ, η οποία εστιάζεται σε μετρήσεις επί δεδομένων, που έχουν διαμορφωθεί με τις υπ’ αρ. 1/2006, 1/2012 και 1/2013 Οδηγίες της.
Το Σύνταγμα στο άρθρο 15 παρ. 2 εδ. β’ ορίζει ότι: «Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους. O έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως νόμος ορίζει. O άμεσος έλεγχος του Κράτους, που λαμβάνει και τη μορφή του καθεστώτος της προηγούμενης άδειας, έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και προϊόντων του λόγου και της τέχνης, την εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των προγραμμάτων που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας, καθώς και το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας.[…]».
Από την παραπάνω διάταξη συνάγεται ότι απαραίτητη είναι η διασφάλιση της αντικειμενικότητας, της πολυφωνίας – πολιτικού πλουραλισμού αλλά και της συμμετοχής με ίσους όρους στην τηλεοπτική ή ραδιοφωνική προβολή. Το ΕΣΡ, είναι η αρμόδια αρχή για τη διασφάλιση των όρων αυτών σε περίπτωση παραβίασής τους.
Η επιβεβαίωση της εντόνως δυσανάλογης εκπροσώπησης των κομμάτων στα ΜΜΕ, μέσω έρευνας πολιτικής πολυφωνίας από την αρμόδια από το Σύνταγμα Ανεξάρτητη Αρχή, αποτελεί απόδειξη του ολισθηρού δρόμου που έχει πάρει ο χώρος της ενημέρωσης στη χώρα μας. Ιδίως το γεγονός ότι στη διαμορφωθείσα κατάσταση συμβάλλει αρνητικά η δημόσια Ραδιοτηλεόραση, μέσω του ασφυκτικού ελέγχου της Προεδρίας της Κυβέρνησης στην οποία υπάγεται και της κυβερνητικά διορισμένης διοίκησής της, κάνει εντονότερες τις ανησυχίες.
Από την υπαγωγή της ΓΓ Επικοινωνίας και Ενημέρωσης στην Προεδρίας της Κυβέρνησης και τον διορισμό της παρούσας διοίκησης, τα «κρούσματα» λογοκρισίας και ελέγχου της ενημέρωσης που καταγγέλλονται από εργαζόμενους και πολίτες είναι αλλεπάλληλα. Δεκάδες περιστατικά λογοκρισίας, «κομμένα» ρεπορτάζ, «κομμένες» εκπομπές έρευνας, πλήρης υποβάθμιση του ενημερωτικού τομέα της ΕΡΤ, συνθέτουν μια εικόνα ραγδαίας απαξίωσης του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα. Παράλληλα, θέτουν εν αμφιβόλω την ικανότητα του, να επιτελέσει τον συνταγματικό του ρόλο για έγκυρη ενημέρωση με πλουραλισμό, χωρίς αποκλεισμούς και επιβεβαιώνουν πως η έλλειψη πολυφωνίας στη δημόσια ραδιοτηλεόραση και οι πρακτικές φίμωσης αποτελούν πλέον παγιωμένο καθεστώς.
Η κατάσταση, που έχει δημιουργηθεί έχει λάβει διεθνείς διαστάσεις, με έρευνες διεθνών οργανώσεων του Τύπου να καταλήγουν, η μία μετά την άλλη, στο κοινό συμπέρασμα, ότι στην Ελλάδα υπάρχει σοβαρό πρόβλημα χειραγώγησης και φίμωσης του Τύπου με πολιτικές ευθύνες. Το πιο πρόσφατο πόρισμα της συνομοσπονδίας 7 έγκριτων διεθνών οργανώσεων του Τύπου MFRR, η οποία χρηματοδοτείται από την Ε.Ε., αποτελεί κόλαφο για τις πρακτικές της κυβέρνησης. Πιο συγκεκριμένα, διαπιστώνεται η επιδείνωση της ελευθερίας του Τύπου από τότε που το συντηρητικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας ήρθε στην εξουσία το 2019, το οποίο «έχει εμμονή με τον έλεγχο του μηνύματος» και «να ελαχιστοποιεί τις επικριτικές και διαφωνούσες φωνές». Επιπλέον, η κατάσταση αυτή πιστοποιείται από την πτώση κατά 5 θέσεις στην ελευθερία του Τύπου από την οργάνωση «Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα», η οποία έχει επισημάνει, ότι η ελευθερία του Τύπου επλήγη στην Ελλάδα κατά το 2020.
Επειδή το αποτέλεσμα των παραπάνω πρακτικών της κυβέρνησης είναι η μονομερής και στρεβλή πληροφόρηση μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης – στα όρια της παραπληροφόρησης.
Επειδή η πληροφόρηση και η πολυφωνία είναι αναγκαίοι όροι της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Επειδή η ενημέρωση είναι αγαθό και κάθε πολίτης δικαιούται σφαιρικής και πλουραλιστικής ενημέρωσης χωρίς αποκλεισμούς.
Επειδή οι διεθνείς αναφορές για χειραγώγηση της ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα πλήττουν την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό και την εκθέτουν απέναντι σε διεθνείς θεσμούς για την παραβίαση των αρχών του Κράτους Δικαίου.
Για τους λόγους αυτούς και με βάση τα οριζόμενα στο Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής (άρθρα 43Α, 138Α, 38 και 41Α), αιτούμαστε την άμεση σύγκληση της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής των Ελλήνων για τη συζήτηση επί της Έκθεσης Πεπραγμένων, του έτους 2020, του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και ακρόαση του Προέδρου, κ. Αθανάσιου Κουτρομάνου.
Οι Βουλευτές και μέλη της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας: Βούτσης Νικόλαος, Κατρούγκαλος Γιώργος, Ξανθόπουλος Θεόφιλος, Λάππας Σπυρίδωνας, Πολάκης Παύλος, καθώς και: Κάτσης Μάριος (Τομεάρχης ψηφιακής διακυβέρνησης), Γκαρά Αναστασία (Τομεάρχης ψηφιακής διακυβέρνησης-υπεύθυνη ενημέρωσης και επικοινωνίας).