Οι προκλήσεις δεν σταματούν για την κυβέρνηση. Εκτός από την διαχείριση της πανδημίας αλλά και την ενεργειακή κρίση, υπάρχουν στον ορίζοντα στόχοι που πρέπει να πετύχει ειδικά μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης στην Γερμανία.
της Γεωργίας Αθ. Σκιτζή
Ο νέος χρόνος θα βρει την Ευρώπη να αναζητεί ένα νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, το οποίο ναι μεν θα έχει αυστηρούς δημοσιονομικούς στόχους για την κάθε χώρα- μέλος της ΕΕ, αλλά δεν θα πρέπει να είναι τόσο σκληρό όσο το τρέχον.
Το πρόβλημα για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου έχει ένα όνομα και αυτό είναι του νέου υπουργού Οικονομικών και Προέδρου των Φιλελεύθερων στην Γερμανία μπροστά στον οποίο ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μοιάζει «αρνάκι».
Σε αυτό τον αγώνα για το σύμφωνο σταθερότητας όμως ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα είναι μόνος του. Τόσο η Γαλλία, η οποία θα αναλάβει και την Προεδρία της ΕΕ για το πρώτο εξάμηνο του 2022, όσο και η Ιταλία με τον Μάριο Ντράγκι στο τιμόνι της και ένα από τα υψηλότερα χρέη στην ευρωζώνη θα ζητήσουν την χαλάρωση των σκληρών κανόνων. Αυτή η διαπραγμάτευση θα κρατήσει πολύ και ίσως η πανδημία να την μεταθέσει και πέρα από την χρονιά που έρχεται.
Ο ευρωπαϊκός Βορράς με τον Νότο θα συγκρουστούν ανελέητα και όπως πάντα η ατμομηχανή της Ευρώπης, η Γερμανία, θα παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο.
Τόσο η Γερμανία όσο και άλλες χώρες που είναι στην επιρροή της θα επιμείνουν να μην αλλάξει τίποτα από τους στόχους που έχουν τεθεί από το προηγούμενο σκληρό σύμφωνο σταθερότητας και προβλέπουν ότι τα ελλείμματα δεν πρέπει να ξεπερνούν το 3% του ΑΕΠ. Αυτό, όμως δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από τους νότιους. Άλλωστε ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πει πολλές φορές ότι «το Σύμφωνο θα αλλάξει και θα ενσωματωθούν τα διδάγματα από την πανδημία και την οικονομική κρίση» που έπληξε την ευρωζώνη την προηγούμενη δεκαετία.
Έχει δείξει επίσης την πρόθεση της Ελλάδας, που έχει το πιο υψηλό χρέος σε ποσοστό του ΑΕΠ στην ευρωζώνη, να ζητήσει να πάψουν να είναι άκαμπτοι οι κανόνες και να μην πέφτει το βάρος όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα στις χώρες με τα μεγαλύτερη χρέη.
Και μόνο μέσα από την ανάπτυξη της οικονομίας της κάθε χώρας, τις επενδύσεις και την πράσινη ανάπτυξη να αποκτήσει καλύτερη δημοσιονομική θέση.
Με άλλα λόγια, μέσα από τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα έρθουν από την ανάπτυξη, ειδικά από το 2023 θα βρεθεί λύσει για την αποκλιμάκωση του χρέους.
Επίσης, σκοπεύει να διαπραγματευτεί σκληρά, έτσι ώστε να αλλάξει ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα που μας δεσμεύει για πολλά χρόνια ακόμα. Παράλληλα, δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι το 2023 θα είναι χρονιά εκλογών για την Ελλάδα, γεγονός που σημαίνει ότι τα περιθώρια για παροχές θα είναι μικρά. Άλλωστε, οι επιπτώσεις της πανδημίας αλλά και της ενεργειακής κρίσης στην οικονομία, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά ολόκληρης της ευρωζώνης είναι άγνωστο ακόμα πόση διάρκεια και τι εύρος θα έχουν.