«Διατεταγμένες» και προς εξυπηρέτηση μικροπολιτικών συμφερόντων χαρακτηρίζει τις εις βάρος του κατηγορίες ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Παράλληλα, κάνει λόγο για «δικονομική απόλυτη ακυρότητα του όποιου πορίσματος βγάλει η Προανακριτική Επιτροπή, καθώς δεν τήρησε στοιχειώδεις τύπους της διαδικασίας» αλλά παραβίασε κατάφορα τα δικαιώματά του και τους βασικούς κανόνες ενός κράτους δικαίου για τα οποία ρητώς επιφυλάσσεται.
Στο εννιασέλιδο υπόμνημά του, το οποίο έστειλε στην Προανακριτική Επιτροπή που διερευνά την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ, ο κ. Παπακωνσταντίνου απορρίπτει εκ νέου όλες τις κατηγορίες που του αποδίδονται, ενώ σημειώνει ότι δεν έχει καμία αμφιβολία για το πόρισμα που θα βγάλει η Επιτροπή «το περιεχόμενο του οποίου είναι άλλωστε γνωστό από δημοσίευμα της εφημερίδας “Πρώτο Θέμα” στις 23 Ιουνίου του 2013».
«Κατηγορούμαι για νόθευση εγγράφου, χωρίς να υπάρχει το φερόμενο ως εκ μέρους μου δήθεν νοθευμένο έγγραφο, εννοώ το USB που εγώ παρέδωσα στον κ. Διώτη» αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Παπακωνσταντίνου και προσθέτει: «Κατηγορούμαι για απιστία, λόγω μη (παράνομου) αξιοποιήσεως της “λίστας Λαγκάρντ”, τη στιγμή που όχι μόνον επιχείρησα να αξιοποιήσω ως άτυπες πληροφορίες, στην αρχή, τμήμα τουλάχιστον του περιεχομένου, όπως στην περίπτωση του κ. Καπελέρη ως προς τους 20 μεγαλύτερους καταθέτες και, στη συνέχεια, το σύνολο, με παράδοση στον κ. Διώτη, αλλά και τη στιγμή που μέχρι σήμερα από την όποια εκμετάλλευση της “λίστας” το δημόσιο δεν έχει εισπράξει ούτε ένα ευρώ».
Ο κ. Παπακωνσταντίνου θεωρεί ότι «προσβάλλονται βάναυσα» τα δικονομικά του δικαιώματα, κάτι που συνεπάγεται, όπως τονίζει, απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, προαναγγέλλοντας ότι θα προσφύγει στα ελληνικά και διεθνή δικαστήρια.
Ακόμα, ο πρώην υπουργός Οικονομικών κάνει λόγο για προειλημμένες αποφάσεις, σημειώνοντας μεταξύ άλλων: «Κάποιες διαρροές από την Προανακριτική προς τα μέσα ενημέρωσης, κάποιες από αυτές μάλιστα είναι εμφανώς κραυγαλέες, παραμορφωτικές αλλά και διαστρεβλωτικές εκτιμήσεις του αποδεικτικού υλικού, τις θεωρώ ως μία ακόμα πανηγυρική απόδειξη για προειλημμένη απόφαση να παραπεμφθώ ως δήθεν υπαίτιος των δήθεν εγκλημάτων που δήθεν ετέλεσα».
Ο πρώην υπουργός, διευκρινίζει ότι, σε κάθε περίπτωση, το υπόμνημα που κατέθεσε δεν αποτελεί κείμενο παροχής εξηγήσεων, καθώς, όπως τονίζει, «παροχή εξηγήσεων από ύποπτο νοείται μόνο εάν ο εγκαλούμενος έχει τη δυνατότητα να μελετήσει τη σχετική δικογραφία και να μπορέσει να προετοιμάσει εξηγήσεις με βάση τις ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις, τα σχετικά υπομνήματα, τα πρακτικά των επί πέντε μήνες συνεδριάσεων της Προανακριτικής Επιτροπής και της εξέτασης των μαρτύρων, τις πραγματογνωμοσύνες που έχουν διενεργηθεί επί του ψηφιακού υλικού, των πορισμάτων.