Με αρκετά έντονο τοπικό χρώμα καθώς και με αναφορές σε ιστορικά στελέχη του ΚΚΕ, όπως ο Άρης Βελουχιώτης και ο Τάκης Φίτσιος, ήταν η ομιλία του γενικού γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρη Κουτσούμπα, στη Λαμία, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Ο κ. Κουτσούμπας ευθύς εξαρχής προσδιόρισε την απόφαση του κόμματος για «νέα αρχή», διαμηνύοντας πως «είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε μια νέα αρχή, ως συνέχεια της μεγάλης θετικής αλλά και αρνητικής πείρας που έχουμε συσσωρεύσει όλα τα τελευταία χρόνια». Αναφερόμενος στο πρόσφατο 19ο Συνέδριο, προσδιόρισε ότι ο στόχος είναι «για ένα κόμμα ισχυρό, ικανό να αντέχει σε όλες τις συνθήκες, να ανοίγει ελπιδοφόρους δρόμους για τον λαό, τη νεολαία», για να επαναλάβει λίγο αργότερα πως «έχουμε τη θέληση, την αποφασιστικότητα, το υψηλό αίσθημα ευθύνης, τη ρεαλιστική αισιοδοξία για να πάμε μπροστά».
Ο ίδιος από την κεντρική πλατεία της Λαμίας επιτέθηκε στον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση αλλά και τα κόμματα που την στηρίζουν καθώς, όπως τόνισε, «προσπαθούν να καλλιεργήσουν κλίμα ευφορίας και ανοχής στην πολιτική της συγκυβέρνησης». Ο ίδιος απηύθυνε σειρά από ερωτήματα που έχουν σχέση με τη διεύρυνση της ανεργίας, τις μελλοντικές απολύσεις στο Δημόσιο και τη φτώχεια, και αναφερόμενος στην αγορά, για τους εμπόρους και τους επαγγελματίες, όπως χαρακτηριστικά είπε, «δεν πρόκειται να τους σώσει η κατάργηση της κυριακάτικης αργίας. Θα τους ισοπεδώσει μια και καλή».
Ο κ. Κουτσούμπας υπογράμμισε ότι δεν θα αλλάξει τίποτα για τα παιδιά που ζουν σε συνθήκες φτώχειας, ενώ χαρακτήρισε κροκοδείλια τα δάκρυα των ηγετών της ΕΕ για την ανεργία. Εξάλλου προέβλεψε ότι τα προγράμματα που καταστρώνουν δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα αλλά να δημιουργήσουν νέους επικίνδυνους δρόμους.
«Νέο κούρεμα χρέους δεν σημαίνει απλό κούρεμα για τον λαό στα δικαιώματά του, αλλά κούρεμα με την ψιλή, κεφάλι “γουλί”» σημείωσε σχετικά με την παραμονή της τρόικας στην Αθήνα, προσδιορίζοντας την κυβέρνηση αμετακίνητη από την πολιτική της σκληρής λιτότητας. «Είναι αδίστακτοι» επεσήμανε ο Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ αναφερόμενος στον τρόπο υλοποίησης των δεσμεύσεων απέναντι στην τρόικα, και εκτίμησε ότι η υλοποίηση δεσμεύσεων «σημαίνει νέες μαζικές απολύσεις στο Δημόσιο, τσάκισμα των εργασιακών ασφαλιστικών δικαιωμάτων, και ό,τι έχει απομείνει από αυτά, παλιά και νέα χαράτσια, παλιοί και νέοι φόροι για την εργατική λαϊκή οικογένεια, σημαίνει κατασχέσεις σε μισθούς, συντάξεις καταθέσεις για όσους ακόμα έχουν κάτι στην άκρη για τις δύσκολες ώρες».
Πάντως, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, συνδύασε το «νέο «κούρεμα» του χρέους με την παραπέρα υποβάθμιση και ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών στην παιδεία, την υγεία, την πρόνοια και την ασφάλιση», φέρνοντας ως παράδειγμα το νοσοκομείο της Λαμίας, με τις ελλείψεις σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό αλλά και σε βασικά υλικά, που το καθιστούν «ανίκανο να καλύψει στοιχειώδεις ανάγκες, παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των γιατρών, των νοσηλευτών, όλου του διοικητικού, εργατικού και τεχνικού δυναμικού του».
Παράλληλα, διέγνωσε επιδείνωση της κατάστασης στα περιφερειακά κέντρα υγείας, που όπως είπε υπολειτουργούν. Μάλιστα, έκανε αναφορά σε πρωτοβουλίες που έχει αναπτύξει το ΚΚΕ το τελευταίο διάστημα, έτσι ώστε να μην υπάρξουν μεταβολές στην κοινωνική ασφάλιση για τα Ταμεία μέσα από τις συγχωνεύσεις που ετοιμάζουν οι διοικήσεις τους.
Ο Δημήτρης Κουτσούμπας χαρακτήρισε την αντιπαράθεση της κυβέρνησης με το ΣΥΡΙΖΑ ως «αντιπαράθεση εντός των τειχών», ανέξοδη και ταυτόχρονα αδιέξοδη για το λαό, και την ενέταξε «ανάμεσα στις διάφορες συνταγές διαχείρισης της κρίσης σε όφελος των επιχειρηματιών και της κερδοφορίας τους», για να συμπληρώσει ότι «η αντιπαράθεση ανάμεσα στους δύο πόλους, τη ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα – όπως και χτες ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ – είναι αντιπαράθεση ανάμεσα σε μερίδες της αστικής τάξης για το ποιος, ποια κυβέρνηση με κορμό τη ΝΔ ή με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί καλύτερα να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της».
Επίσης, επιτέθηκε και στο ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων, καθώς παρατήρησε πως «εμφανίζεται μεν στα λόγια να διαφωνεί με τις ιδιωτικοποιήσεις, συμφωνεί όμως με τις επενδύσεις, τις καπιταλιστικές επενδύσεις που κάνει σήμερα σε συνθήκες κρίσης ο καπιταλιστής με προαπαιτούμενο τη μέγιστη δυνατή κερδοφορία». Πρόσθεσε ότι «δεν λέει ότι και η κρατική περιουσία είναι καπιταλιστική περιουσία και ότι το κράτος είναι των μονοπωλίων και σε κάθε περίπτωση είτε με κρατικοποιήσεις είτε με ιδιωτικοποιήσεις ο καπιταλιστής κερδίζει».
Στο σημείο αυτό ανέφερε ως παράδειγμα τη ΛΑΡΚΟ, καθώς όπως εξήγησε, «είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς το σύστημα μπορεί να εναλλάσσει το μίγμα διαχείρισης, ανάλογα με τη φάση που βρίσκεται, προκειμένου όμως να υπηρετεί πάντα τα ίδια συμφέροντα, τα συμφέροντα του κεφαλαίου».
Αναφερόμενος στους αγρότες επανέφερε στο προσκήνιο τα μεγάλα θεσμικά προβλήματα που υπάρχουν κυρίως με τις εισαγωγές προϊόντων και συγχρόνως επιτέθηκε στην κυβέρνηση λέγοντας πως «ετοιμάζει τη φορολογία και των χωραφιών». Ο ίδιος το χαρακτήρισε ως «εργαλείο που θα πλήξει ακόμα πιο πολύ τη φτωχή αγροτιά για να ξεκληριστεί πιο γρήγορα», ενώ παράλληλα έκανε γεωγραφικές αναφορές και στα προβλήματα που θα υπάρξουν για τους αγρότες.
Ο Δημήτρης Κουτσούμπας σχολίασε και το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο λέγοντας πως οι αντιπαραθέσεις των κομμάτων της συγκυβέρνησης «καμία σχέση δεν έχουν με την πραγματική ανάγκη αντιμετώπισης του ρατσισμού, του ναζισμού». Ενέταξε όλη αυτή την αντιπαράθεση σε εκλογικές και κομματικές σκοπιμότητες, για να τονίσει: «Η ΝΔ για να μη χάνει ψήφους προς τη Χ.Α., το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ, για να διαφοροποιούνται από τη ΝΔ, με την οποία συγκυβερνούν και με σύμπνοια ψηφίζουν και υλοποιούν όλα τα αντιλαϊκά νομοσχέδια. Ο ΣΥΡΙΖΑ με τα «μπρος – πίσω» στο νομοσχέδιο για να ρίξει γέφυρες και προς άλλες δυνάμεις, επαναφέροντας τα παλιά ψευτοδιλήμματα δεξιά – αντιδεξιά». Προέβλεψε ακόμη ότι με τέτοιους τρόπους δημιουργούν το υπόστρωμα για την αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού για «να παγιδευτεί ο λαός στο νέο δίπολο ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, που διαμορφώνεται, και στους δορυφόρους, που ήδη υπάρχουν ή άλλους που μπορεί να δημιουργηθούν στο μέλλον», όπως είπε, για να συμπληρώσει λίγο αργότερα ότι «αστικό πολιτικό σύστημα χωρίς δίπολο, δεν γίνεται. Γι’ αυτό και το δίπολο ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ στη φάση αυτή φαίνεται να υπηρετεί καλύτερα τους σχεδιασμούς της αστικής τάξης με στόχο τη χειραγώγηση του εργατικού λαϊκού κινήματος».
Ανάμεσα σε όλα τ’ άλλα έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην απόφαση του Συμβουλίου των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, αναφέροντας: «Ανοίγει επίσημα τον δρόμο για εφοδιασμό με όπλα των λεγόμενων αντικαθεστωτικών της Συρίας από τα κράτη-μέλη της ΕΕ και αποτελεί κλιμάκωση της ιμπεριαλιστικής επίθεσης σε βάρος του συριακού λαού. Δεν είναι μακριά η Συρία, γειτονιά μας είναι. Οι φλόγες του πολέμου εάν ανάψουν για τα καλά, θα κάψουν κι εμάς», όπως τόνισε και κατήγγειλε τη στάση της κυβέρνησης «που ψήφισε τη συγκεκριμένη απόφαση, επιβεβαιώνοντας την εμπλοκή της στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς σε βάρος του λαού της Συρίας».
Τέλος, ο γραμματέας του ΚΚΕ έβαλε και τα διλήμματα ζητώντας τη διεύρυνση μιας λαϊκής συμμαχίας, ξεπερνώντας είτε παραδοσιακά και σύγχρονα διλήμματα, καθώς, όπως τόνισε, «είτε με τα “αριστερά – δεξιά” είτε με τα “μνημονιακά – αντιμνημονιακά”, με τους “μερκελιστές” ή τους “αντιμερκελιστές”, η ανασύνθεση του αστικού πολιτικού σκηνικού που είναι σε εξέλιξη με δίπολο αλλά και δορυφόρους τύπου Αλαβάνου, Λοβέρδου κ.α. αποδεικνύει τις υπαρκτές δυσκολίες της αστικής τάξης όχι μόνο να διαχειριστεί την κρίση του συστήματός της, αλλά και να χειραγωγεί τον λαό σε αυτές τις συνθήκες».
Ο ίδιος προσδιόρισε ότι το μοναδικό διέξοδο που υπάρχει είναι «μια συμμαχία που έχει περιεχόμενο και κατεύθυνση πάλης ενάντια στα μονοπώλια και τον καπιταλισμό, ικανή να συσπειρώσει τη λαϊκή πλειοψηφία με στόχο την εργατική λαϊκή εξουσία».