«Ξέρω ποιος έχει κάνει την αλλοίωση της λίστας Λαγκάρντ» δηλώνει ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου σε έναν στενό κύκλο συνομιλητών του. Σύμφωνα με αυτές τις πηγές, ο πρώην υπουργός Οικονομικών δεν προτίθεται να κατονομάσει, όπως αναφέρει το Βήμα της Κυριακής, τον υπαίτιο σε αυτή τη φάση αλλά θα αφήσει να εξελιχθεί η έρευνα.
Αναλόγως της εξέλιξης που θα έχει θα καθορίσει τη στάση του. Ωστόσο, ο κ. Παπακωνσταντίνου επιμένει ότι η αλλοίωση δεν έγινε στα δικά του χέρια αλλά σε μεταγενέστερο χρόνο, με σκοπό την ενοχοποίησή του, δείχνοντας προς την κατεύθυνση είτε του κ. Ι. Διώτη είτε του κ. Ευ. Βενιζέλου, οι οποίοι παρέλαβαν διαδοχικά το επίμαχο υλικό.
Θέτει μάλιστα το ερώτημα πως είναι δυνατόν να απειλείται με παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο ο υπουργός που ζήτησε και έφερε τη λίστα στην Ελλάδα, που έδωσε τα ονόματα των δέκα μεγαλύτερων καταθετών για έλεγχο, που ξεκίνησε τη συνεννόηση με την Ελβετία και καθιέρωσε το θεσμό του οικονομικού εισαγγελέα.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου υποστηρίζει ότι δεν έψαξε όλα τα ονόματα της λίστας κι έτσι δεν γνώριζε αν υπήρχαν σε αυτή συγγενικά του πρόσωπα και ότι στόχος του ήταν η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και όχι η αναζήτηση πολιτικών προσώπων και γι’ αυτό κινήθηκε με βάση το ύψος των καταθέσεων.
Υποστηρίζει επίσης ότι δεν πρωτοκόλλησε το αρχικό CD γιατί είχε φτάσει στα χέρια του με εμπιστευτικό τρόπο και δεν ήθελε να αποκαλύψει την προέλευση, ενώ τονίζει πως δεν βρήκε το λόγο να ενημερώσει τον πρόεδρο της Βουλής ή του Αρείου Πάγου γιατί για καμία άλλη λίστα ούτε του Λιχτενστάιν ούτε των ακινήτων στο Λονδίνο δεν ακολουθήθηκε αυτή η διαδικασία.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών όπως λέει το περιβάλλον του αναμένει τον έλεγχο για τους λογαριασμούς των εξαδέλφων του, επιμένοντας ότι τα χρήματά τους είναι νόμιμα, ενώ δεν προτίθεται να παίξει το χαρτί της παραγραφής και το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η αθώωσή του για την οποία θα παλέψει είτε ενώπιον της τακτικής Δικαιοσύνης είτε στο Ειδικό Δικαστήριο.