Την κρισιμότητα της συγκυρίας, που έγκειται στο προσφυγικό ζήτημα και τη σημερινή Σύνοδο, αλλά και στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης και της οικονομίας, επισήμανε η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνια Σβίγκου, σημειώνοντας σχετικά με το ενδοκυβερνητικό ζήτημα με τον Γ. Μουζάλα ότι «άπαντες θα πρέπει να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να υπερβούμε αυτές τις δυσκολίες».
Εξέφρασε την εκτίμηση ότι το ζήτημα θα ξεπεραστεί και δεν θα υπάρξει συνέχεια, ότι δεν πρόκειται να υπάρξει θέμα στην κυβερνητική συνοχή και τόνισε ότι ο κ. Μουζάλας απολαμβάνει την πλήρη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ για το έργο του, το οποίο, όπως είπε, πρέπει να συνεχιστεί.
Ειδικότερα, σε συνέντευξή της στον ραδιοφωνικό σταθμό «105,5 Στο Κόκκινο», η κ. Σβίγκου επισήμανε πως «είναι σίγουρο ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ των ΑΝΕΛ και του ΣΥΡΙΖΑ, είναι δυο διαφορετικά κόμματα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μιλάμε καν για μια διαφορά σε μια πολιτική θέση ανάμεσα στα δυο κόμματα για το Α ή το Β ζήτημα», αλλά για μια «φράση εκ παραδρομής», για να προσθέσει πως «ως εκ τούτου θεωρώ ότι είναι κάτι το οποίο θα ξεπεραστεί εκ των πραγμάτων άμα τη επιστροφή του κ. Καμμένου και του κ. Τσίπρα και ότι δεν θα υπάρξει συνέχεια». Υπογράμμισε ότι «είναι τέτοια η συγκυρία και ότι είναι τέτοιο το ζήτημα το οποίο έχει προκύψει από μια φράση εκ παραδρομής, που θεωρώ ότι δεν πρόκειται να υπάρξει θέμα στην κυβερνητική συνοχή». Τόνισε ότι «σε κάθε περίπτωση, στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούμε ότι στο πρόσωπο του κ. Μουζάλα συμπυκνώνεται με τον καλύτερο τρόπο το έργο της κυβέρνησης στη διαχείριση και στην αντιμετώπιση του προσφυγικού» και σημείωσε ότι «απολαμβάνει την πλήρη στήριξή μας για το έργο του και θεωρώ ότι αυτό το έργο πρέπει να συνεχιστεί». «Δεν θα ήθελα να κάνω κάποια δήλωση ως προς τις δηλώσεις που έκανε ο κ. Καμμένος. Νομίζω, ήταν σαφής. Όπως επίσης ήταν σαφής και η προσπάθεια και από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και από την πλευρά του πρωθυπουργού και σε συνεννόηση με τον κ. Καμμένο να ξεπεραστεί η κρίση».
Όσον αφορά στη διαπραγμάτευση, η κ. Σβίγκου είπε ότι «η άμεση ολοκλήρωση της αξιολόγησης είναι μονόδρομος και αυτό πρέπει να το κατανοήσει και το ΔΝΤ το οποίο όντως βάζει προσχώματα στη διαδικασία και το οποίο έρχεται αντιμέτωπο αυτή τη στιγμή όχι μόνο με την ελληνική κυβέρνηση αλλά και απέναντι στους Ευρωπαίους που και αυτοί με τη σειρά τους θέλουν την ολοκλήρωση της αξιολόγησης». Σημείωσε πως «είναι γνωστό ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει η ίδια ικανοποιήσει όλα τα προαπαιτούμενα και τα συμφωνηθέντα και το ίδιο θα πρέπει να κάνουν και οι υπόλοιποι θεσμοί».
Σχετικά με τη Σύνοδο και τις προσπάθειες της Τουρκίας να συνδέσει το θέμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με το προσφυγικό, ανέφερε ότι «η στάση τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και της κυπριακής είναι ξεκάθαρη πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα. Σίγουρα δεν μπορούν να μπαίνουν ζητήματα από το παράθυρο και το ζήτημα το ενταξιακό δεν είναι κάτι που μπορεί να μπει από το παράθυρο, αλλά υπάρχει μια συγκεκριμένη διαδικασία η οποία πρέπει να ακολουθηθεί και μια δεδομένη στάση και της Ελλάδας και της Κύπρου». Τόνισε ότι «το προσφυγικό δεν μπορεί να ιδωθεί ως ένα διμερές ζήτημα μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας ή μεταξύ Ελλάδας και άλλων χωρών» και ότι «είναι ένα ευρωπαϊκό ζήτημα».
Επισήμανε ότι η Ευρώπη οδεύει σε πολύ επικίνδυνα μονοπάτια, με την αδυναμία χωρών να υλοποιήσουν τις κοινές αποφάσεις του Σεπτέμβρη και μονομερείς ενέργειες εκ μέρους τους, σημειώνοντας ότι υπάρχουν χώρες οι οποίες μιλούν για κίνδυνο από το προσφυγικό ζήτημα, προσπαθώντας να υπηρετήσουν ένα ακροδεξιό εσωτερικό ακροατήριο. Χαρακτήρισε «τεράστια υποκρισία» και «οξύμωρο» το πώς γίνεται να συμφωνούν οι ευρωπαϊκές χώρες στις Συνόδους Κορυφής για την αναγκαιότητα της μετεγκατάστασης και στη συνέχεια να υπάρχουν πολλές χώρες που δεν έχουν δεχτεί ούτε έναν πρόσφυγα στο έδαφός τους.
Είπε ότι σημασία έχει να δούμε στη Σύνοδο το κατά πόσο «θα εφαρμοστούν οι ευρωπαϊκές συμφωνίες με πλήρη σεβασμό και τον διεθνών συνθηκών αλλά και της ανάγκης αντιμετώπισης του προσφυγικού με όρους αλληλεγγύης και προστασίας των δικαιωμάτων των προσφύγων». Επίσης, η κ. Σβίγκου είπε ότι θα πρέπει να δούμε το πώς θα υπάρξει ακόμα μεγαλύτερη και οικονομική και υλικοτεχνική βοήθεια στην Ελλάδα και στις υπόλοιπες χώρες που δέχονται το προσφυγικό κύμα. Υπογράμμισε ότι η Ελλάδα, «παρά τις κατηγορίες που προσπαθεί και η ίδια η αξιωματική αντιπολίτευση να επιρρίψει στην ελληνική κυβέρνηση, προσπαθεί να ανταποκριθεί καταρχήν στο μοναδικό κίνημα αλληλεγγύης που υπάρχει από τον ελληνικό λαό και προσπαθεί με πολύ λίγους πόρους να ανταποκριθεί πλήρως σε όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν όχι μόνο από τις ευρωπαϊκές αποφάσεις αλλά και από την ταυτότητά της ως μια χώρα δημοκρατική που προσπαθεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα με αλληλεγγύη και ανθρωπισμό».