Ο επαναπροσδιορισμός της διαδρομής του Panamerican Crossing, βρήκε τον Κώστα Μητσάκη να οδηγεί βόρεια και να φτάνει στην Αλάσκα.
Διαβάστε την ανταπόκριση από το ταξίδι του…
«Σ’ ένα περιβάλλον διαφορετικό από αυτό που οι περισσότεροι πιστεύουμε για την χώρα της Βόρειας Αμερικής, το ταξίδι συνοδεύτηκε από απρόοπτα, άλλα ευχάριστα και άλλα όχι και τόσο…
Κάθε φορά που άκουγα για την Αλάσκα, στο νου μου έρχονταν εικόνες με Εσκιμώους μέσα σε ιγκλού, πολικές αρκούδες να τρώνε ψάρια και σκυλιά Huskies να τραβούν έλκηθρα στις παγωμένες εκτάσεις της χώρας.
Στο πίσω μέρος του μυαλού μου, η Αλάσκα ήταν ταυτισμένη επίσης με τη γη άπληστων χρυσοθήρων, συνώνυμη της περιπέτειας και του τυχοδιωκτισμού.
Μιλάμε για έναν τόπο απελπιστικά μακρινό, όπου ο ήλιος δεν κοιμάται το καλοκαίρι και οι καταθλιπτικές νύχτες του χειμώνα διαρκούν έξι μήνες. Εκεί ακριβώς κατευθυνόμουν μετά την είσοδό μου στον Καναδά.
Την προηγούμενη ωστόσο μέρα, όταν βρισκόμουν ακόμα στις ΗΠΑ, φρόντισα να αντικαταστήσω το πίσω λάστιχο της μοτοσυκλέτας, που πλέον είχε «φάει τα ψωμιά του». Το μπροστινό, αντίθετα, υπολόγιζα να το αλλάξω κάπου στον Κεντρικό Καναδά, καθ’ οδόν για τη Νέα Υόρκη.
Στο Καναδά λοιπόν, προσπερνώντας τις πόλεις Calgary και Edmonton, η μαύρη ΚΤΜ με οδηγούσε πλέον βορειοδυτικά, με βασικό προορισμό την κωμόπολη Dawson Creek (600 χλμ. βόρεια της Edmonton).
Η πρώτη διανυκτέρευση στο Καναδά έγινε στην κωμόπολη Whitecourt (130 χλμ. βόρεια του Edmonton), εκεί όπου ο Γιώργος Παπαδόπουλος ήταν ο άνθρωπος που συνάντησα στην ρεσεψιόν του μικρού ξενοδοχείου.
Ιδιοκτήτης του παρακείμενου night-club «VAPOR», είδε την μοτοσυκλέτα με την ελληνική πινακίδα στο πάρκινγκ και με αναζήτησε στο ξενοδοχείο.
Παντρεμένος με Ελληνίδα και πατέρας δυο παιδιών, ο Γιώργος από τον Άσσο Κορινθίας βρέθηκε στον Καναδά σε ηλικία περίπου 21 ετών. Τριανταπέντε χρόνια μετανάστης είναι σίγουρα πολλά, αλλά οι συχνές επισκέψεις στην Ελλάδα ήταν για τον Γιώργο το φάρμακο για την πίκρα της ξενιτιάς.
Κάτοχος μιας Harley, ο πρόσχαρος ομογενής μου έδωσε αρκετές χρηστικές πληροφορίες για το δρομολόγιο που θα ακολουθούσα, ενώ στην τρίωρη αντάμωσή μας, η οικονομική-πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα μοιραία μονοπώλησε τη συζήτηση.
Το όνειρο του Γιώργου; Όταν έρθει ξανά την Ελλάδα να ταξιδέψει παντού, από τον Έβρο ως τη Μάνη και από την Ήπειρο ως την Κρήτη, με μια μοτοσυκλέτα. Του το ευχήθηκα ολόψυχα…
Το επόμενο μεσημέρι έφτασα στη πόλη Dawson Creek. Με αφετηρία αυτήν την κωμόπολη του Βορειοδυτικού Καναδά, θα οδηγούσα πάνω στον περίφημο Alaska Highway, έναν οδικό άξονα μήκους 1.300 μίλια, που αποτελούσε το «Δούρειο Ίππο» για την Αλάσκα.
Η κωμόπολη Dawson Creek λαμβάνεται ως η επίσημη αφετηρία του Alaska Highway, ενώ το τέλος του σημειώνεται κοντά στην πόλη Fairbanks της Αλάσκας.
Για πολλούς αμερικανούς και καναδούς συναδέλφους μοτοσυκλετιστές αποτελεί όνειρο ζωής να οδηγήσουν πάνω στο θρυλικό δρόμο της Αλάσκας.
Εγώ πάντως γελούσα ειρωνικά όταν σκεφτόμουν ότι θα έκανα δυο φορές τη διαδρομή του Alaska Highway, γιατί έπρεπε από την Αλάσκα να επιστρέψω ξανά στην Dawson Creek, για να κατευθυνθώ κατόπιν ανατολικά προς την Νέα Υόρκη…
Πριν αναχωρήσω από την Dawson Creek, έκανα μια μικρή στάση στο «Zero Mile» (το σημείο απ’ όπου ξεκινά και τυπικά ο δρόμος της Αλάσκας), ενώ δεν παρέλειψα να φωτογραφηθώ μπροστά στην τεράστια πινακίδα που σηματοδοτούσε την αρχή του Alaska Highway.
Η επιγραφή «You are now entering the world famous Alaska Highway» ήταν σίγουρα η πρόκληση για να ζήσω τη δική μου ταξιδιωτική περιπέτεια πάνω στον Alaska Highway, έναν οδικό άξονα που ξεκίνησε να κατασκευάζεται στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, με κοινή στρατιωτική συνεργασία ΗΠΑ-Καναδά.
Η κατασκευή του Alaska Highway ξεκίνησε στις 9/3/1942 και ολοκληρώθηκε ύστερα από 8 μήνες και 12 μέρες. Η αρχική διαδρομή ήταν χωμάτινη και εργάστηκαν για την ολοκλήρωσή της περίπου 20.000 αμερικανοί και καναδοί στρατιώτες.
Oι μικρές κωμοπόλεις Fort St. John και Fort Nelson, με νωχελικούς ρυθμούς καθημερινότητας, ήταν οι σπουδαιότεροι σταθμοί στα πρώτα 300 επίπεδα μίλια.
Στη συνέχεια, το ασφάλτινο ίχνος του Alaska Highway ξεκίνησε ένα συνεχές ανεβοκατέβασμα βουνών και οροπεδίων, αφού ο δρόμος διέσχιζε τα Βραχώδη Όρη (Rocky Mountains), τους απόλυτους εξουσιαστές του χώρου.
Εκστασιασμένος «κολυμπούσα» μέσα σε μια καταπράσινη θάλασσα από δέντρα, καθώς οδηγούσα σε μια περιοχή με τα πλουσιότερα σε πυκνότητα δάση του Καναδά. Είχα την αίσθηση ότι διάβαζα ένα «ζωντανό» βιβλίο Φυσικής Ιστορίας.
Περίπου 870 μίλια βορειοδυτικά από το «Zero Mile» συνάντησα την πόλη Whitehorse, δίπλα στις όχθες του ποταμού Yukon. Σήμα κατατεθέν της πρωτεύουσας της πολιτείας Yukon αποτελούσε το παροπλισμένο ποταμόπλοιο «S.S.Klondike».
Ένα από τα ιστορικότερα ποταμόπλοια της περιοχής, που μέχρι το 1936 ταξίδευε στα ποτάμια των απομακρυσμένων περιοχών του βορρά.
Στην Whitehorse παρέμεινα δυο μέρες, γιατί χρειάστηκα ιατρική περίθαλψη. Φορτωμένος μ’ όλες τις αποσκευές, γλίστρησα και «μέτρησα» όλα τα σκαλοπάτια στο μοτέλ που κατέλυσα – η κούραση των χιλιομέτρων βλέπετε.
Εκτός από την περηφάνια μου όμως, τραυματίστηκε και η ωμοπλάτη μου και οι δυνατοί πόνοι με ανάγκασαν να επισκεφθώ το νοσοκομείο της πόλης, έχοντας για συνοδό την Clara, την συμπαθέστατη ιδιοκτήτρια του μικρού μοτέλ.
Ο τραυματισμός ευτυχώς δεν ήταν σοβαρός, μου χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή και μου συστήθηκε ολιγοήμερη ξεκούραση. Αλλά για ποια ξεκούραση μιλάμε τώρα;
Την επομένη ετοιμάστηκα να συνεχίσω, αλλά η Clara για να με κρατήσει μακριά από την σέλα της ΚΤΜ, μου παραχώρησε δωρεάν το δωμάτιο. Τι να κάνω, έμεινα να ξεκουραστώ άλλη μια μέρα.
Με δυνατούς πόνους στην ωμοπλάτη (ήταν στιγμές που δεν μπορούσα να κρατήσω σταθερά το τιμόνι) κατάφερα τελικά να φτάσω στα σύνορα της Αλάσκας (295 μίλια δυτικά της Whitehorse).
Μετά το συνοριακό έλεγχο, οδήγησα μέχρι τον οικισμό Tok, όπου κατέλυσα σ’ ένα μικρό ξύλινο μπανγκαλόου, μπας και συνέλθω λίγο. Καταλάβαινα ότι χρειαζόμουν ξεκούραση, αλλά με αντίπαλο το χρόνο, η προοπτική αυτή μάλλον δεν «έπαιζε».
Εδώ ωστόσο χρειάστηκε να πάρω μια σημαντική απόφαση: ή συνεχίζω πιο βαθιά μέσα στην Αλάσκα (μ’ ό,τι αυτό συνεπάγεται για το τραύμα μου) ή ξεκουράζομαι εδώ μια μέρα και μετά επιστρέφω ξανά στον Καναδά.
Ταλαντεύτηκα πολύ πριν καταλήξω στο σενάριο της επιστροφής, τουλάχιστον είχα «βάλει» ρόδα στην Αλάσκα κι αυτό μετρούσε…
Με συντροφιά τον Alaska Highway, μετά από 4 «επίπονες» μέρες οδήγησης, έφτασα και πάλι στην κωμόπολη Dawson Creek. Μπροστά μου απλώνονταν οι απέραντες πεδιάδες του Καναδά, ενώ περίπου 4.800 χλμ. με χώριζαν πλέον από το άγαλμα της Ελευθερίας στη Νέα Υόρκη.
Το “PANAMERICAN CROSSING 2014” πλησίαζε στην ολοκλήρωσή του…»