Στην 4η ανταπόκριση του Κώστα Μητσάκη από το ταξίδι του στον Εύξεινο Πόντο, δικαιώθηκε ο λόγος που κάποιος αποφασίζει να ταξιδέψει τον κόσμο γνωρίζοντας πτυχές που μόνο τα προσωπικά βιώματα μπορούν να προσφέρουν. Ξεχωριστές εικόνες, έντονες συγκινήσεις, θαυμασμός και αγωνία συνθέτουν τις εμπειρίες που περιγράφει για το newsbeast.gr ο έλληνας οδοιπόρος… «Από τους Ρώσους περίμενα κάποια “κόμπλα” στα σύνορα, οι Ουκρανοί τελικά μού την έκαναν… Μπαίνοντας στην Ουκρανία, οι καχύποπτοι συνοριοφύλακες, αφού μ’ έβαλαν στην άκρη, έψαξαν εξονυχιστικά όλες τις αποσκευές και απαίτησαν κατόπιν πιεστικά να τους απαντήσω σε δυο βασικά ερωτήματα: “Για ποιο λόγο είχες πάει στην Ρωσία με το παπί; Γιατί έχεις βίζα του Ιράν στο διαβατήριό σου;” Δεν ξέρω τι συνειρμούς μπορεί να έκαναν οι ουκρανοί συνοριοφύλακες για το άτομό μου, αλλά χρειάστηκε να περάσει περίπου μία ώρα μέχρι να ελέγξουν τα στοιχεία μου και να δώσουν τελικά το πράσινο φως να περάσω στην χώρα τους. Μπαίνοντας στην Ουκρανία, το κοντέρ του Honda Supra είχε καταγράψει 4.200 χλμ. από την αρχή του ταξιδιού, ενώ ημερολογιακά βρισκόμουν στην 19η ημέρα του ταξιδιού. Το μαύρο παπί δεν μ’ είχε προβληματίσει καθόλου λειτουργικά, ενώ το μόνο που χρειάστηκε να κάνω καθοδόν ήταν μια αλλαγή λαδιών στα πρώτα 3.000 χλμ. Επόμενη αλλαγή λαδιών θα γίνει κάπου στη Ρουμανία… Το οδικό πρόγραμμα στην Ουκρανία (συνολικής απόστασης 1.100 χλμ.) προέβλεπε πέρασμα από την πρωτεύουσα Κίεβο και την παραθαλάσσια πόλη της Οδησσού. Και μπορεί το μαύρο παπί να μην μ’ είχε απασχολήσει σε τίποτα μέχρι στιγμής, στην Ουκρανία όμως, αυτό που έμελλε να με ταλαιπωρήσει αφάνταστα (όπως και τις αναρτήσεις του Supra) ήταν η απαράδεκτη κατάσταση των δρόμων. Άπειρες λακκούβες, αθέατα σαμαράκια και κάκιστη άσφαλτος με υποχρέωσαν σε μια αρκετά προσεκτική και ταυτόχρονα κοπιαστική οδήγηση, ενώ η μέση ωριαία ταχύτητα ταξιδιού κατέβηκε στα 60 χλμ. Με τίποτα δεν ήθελα να στραβώσω κάποια ζάντα, να σχίσω ένα λάστιχο ή να σπάσω την σχάρα του παπιού. Υπομονή και προσοχή λοιπόν… Κτισμένο στις όχθες του ποταμού Δνείπερου, το Κίεβο είναι ο ιδανικός προορισμός για τους οπαδούς του… θρησκευτικού τουρισμού. Με τέσσερις ονομαστές ορθόδοξες εκκλησίες (ναός Αγίας Σοφίας, ναός Αγίου Ανδρέα, ναός Αγίου Μιχαήλ και Μονή Λαύρας των Σπηλαίων), μοιραία στην ουκρανική πρωτεύουσα θυσίασα τον περισσότερο χρόνο μου θαυμάζοντας υπέροχες αγιογραφίες και φωτογραφίζοντας χρυσούς τρούλους ιστορικών εκκλησιών. Στο Κίεβο είχα ωστόσο την τύχη να συναντήσω και μια παρέα έξι ελλήνων μοτοσυκλετιστών από την Κομοτηνή, που ταξίδευαν με προορισμό τη Ρωσία και τις Βαλτικές χώρες. Η κεφάτη ελληνική μοτο-παρέα που σχηματίστηκε εκείνο το βράδυ στο Κίεβο ήταν από τις καλύτερες αναμνήσεις που μου πρόσφερε η ουκρανική πρωτεύουσα… Μόλις 480 χλμ. νότια του Κιέβου, με καρτερούσε η Οδησσός της Φιλικής Εταιρίας και του “Θωρηκτού Ποτέμκιν”, μια πόλη που αιώνες τώρα ανασαίνει την αύρα του Εύξεινου Πόντου. Το μεγαλύτερο λιμάνι της Ουκρανίας οφείλει το όνομά του -αλλά και την ίδρυσή του- στους αρχαίους Μιλήσιους, ενώ η ιστορία της Οδησσού είναι στενά συνδεδεμένη με την έντονη παρουσία του ελληνικού στοιχείου στην ευρύτερη περιοχή, κυρίως κατά τον 19ο αιώνα. Για τούτη την παρευξείνια πολιτεία της Ουκρανίας, με την πλούσια πολιτισμική και πνευματική παράδοση και λάμψη, ο διάσημος Πούσκιν ισχυριζόταν ότι “εδώ αναπνέει κανείς ολόκληρη την Ευρώπη”, ενώ χαρακτηριστικοί είναι και οι στίχοι του Ανδρέα Εμπειρίκου: “Καημένη Οντέσσα, και καημένη, κατακαημένη Ρωσία, εσύ η πλατυτέρα όχι των ουρανών, μα σίγουρα όλων των χωρών…” Το πρώτο πράγμα που έκανα στην Οδησσό ήταν να επισκεφθώ το Μουσείο της Φιλικής Εταιρίας, που στεγαζόταν στην ανακαινισμένη κατοικία του έλληνα εμπόρου και εθνικού ευεργέτη Γρηγορίου Μαρασλή, ο ίδιος είχε διατελέσει τέσσερις φορές δήμαρχος της Οδησσού (1875-1895). Η αναπαράσταση των τριών ιδρυτικών μελών της Φιλικής Εταιρείας (Σκουφάς, Τσακάλωφ, Ξάνθος) να κάθονται γύρω από ένα τραπέζι, επιστολές και χειρόγραφες προκηρύξεις του Αλέξανδρου Υψηλάντη (αρχηγού της Φιλικής Εταιρείας), κατάλογοι των μελών της Φιλικής Εταιρείας, φωτογραφίες, χάρτες, γκραβούρες και πρωτότυπα έργα αναφορικά με τη δράση των Φιλικών, περιλαμβάνονταν στα άκρως ενδιαφέροντα εκθέματα του μουσείου. Πόλη πλημμυρισμένη από ιστορικές μνήμες και νοσταλγικές εικόνες ενός κοντινού παρελθόντος, η Οδησσός με ξενάγησε τις δυο επόμενες μέρες στην δενδροφυτεμένη λεωφόρο Prymorsky Boulevard με τα υπέροχα νεοκλασικά οικοδομήματά της. Το παλάτι Vorontsov, το Αρχαιολογικό Μουσείο, το εμβληματικό Εθνικό Θέατρο Όπερας και Μπαλέτου, η στεγασμένη εμπορική στοά Passage και φυσικά η διάσημη “Σκάλα Ποτέμκιν”, που είναι και το ιστορικό σύμβολο της πόλης. Κι ενώ στα μάτια μου η κομψή Οδησσός παρουσιαζόταν ως μια πόλη που δικαίωνε απόλυτα τον χαρακτηρισμό της ως το “Διαμάντι της Μαύρης Θάλασσας”, αυτό ωστόσο που με ενθουσίαζε περισσότερο ήταν το γεγονός πως η πόλη-λιμάνι του Εύξεινου Πόντου μού “θύμιζε” έντονα Ελλάδα. Το ένιωθα παντού, σε κάθε γωνιά της. Ειδικότερα όταν περπατούσα εκείνο το απόγευμα στην Οδό των Ελλήνων (Γκρετσέσκαγια), συνομιλώντας με τον Παπαρηγόπουλο, τον Υψηλάντη, τον Ψυχάρη και τον Μαρασλή…» Θανάσης Χούντρας